Τον ρόλο της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στην επίτευξη «ομαλής προσγείωσης» στη ζώνη του ευρώ ανέλυσε σε ομιλία του, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στο Birkbeck College, University of London. 

Ο Γιάννης Στουρνάρας στην αρχή της ομιλίας του αναφέρθηκε στα επεισόδια υψηλού πληθωρισμού των δεκαετιών του 1970 και του 1980 που προσέφεραν ένα σημαντικό δίδαγμα.

«Οι κεντρικές τράπεζες διδάχθηκαν ότι, για να μην παγιωθεί ο πληθωρισμός, έπρεπε να δράσουν άμεσα και δυναμικά, ενημερώνοντας τις αγορές για τις επικείμενες αυξήσεις των επιτοκίων, έτσι ώστε οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό να παραμένουν κοντά στο στόχο της κεντρικής τράπεζας.»

Πληθωρισμός

Για τον πληθωρισμό τόνισε πως «Η πολιτική μας αποδείχθηκε επιτυχής. Τον Σεπτέμβριο υποχώρησε σε μόλις 1,7%. Ήταν η πρώτη φορά από τον Απρίλιο του 2021 που ο πληθωρισμός έπεσε κάτω από το στόχο του 2%. Τον Οκτώβριο διαμορφώθηκε σε 2%.

Παρότι οι επιπτώσεις της γεωπολιτικής αβεβαιότητας είναι ακόμη δύσκολο να προβλεφθούν, και δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός να υπερβεί το στόχο τους επόμενους μήνες, σήμερα θεωρείται πιθανότερο να συγκλίνει σταθερά προς το στόχο νωρίτερα σε σχέση με τις προγενέστερες προσδοκίες. Και αυτό επιτεύχθηκε χωρίς να προκληθεί ύφεση. Ταυτόχρονα όμως υπάρχουν και λόγοι ανησυχίας.. Δύσκολα τιθασεύεται ο πληθωρισμός χωρίς να προκληθεί ύφεση.»

Η ΕΚΤ πέτυχε ομαλή επάνοδο του πληθωρισμού στο στόχο, διατηρώντας, όπως ανέφερε, τις προσδοκίες σταθεροποιημένες, παρά την άνευ προηγουμένου σειρά διαταραχών από την πλευρά της προσφοράς . «Οι διαταραχές της προσφοράς είναι δύσκολα διαχειρίσιμες για τις κεντρικές τράπεζες, διότι δυσχεραίνουν την προσπάθειά τους να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό και ταυτόχρονα να διαφυλάξουν την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

Παρά τις ανησυχίες ότι η τελευταία φάση στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού θα ήταν πιο επίπονη, οι πρόσφατες εξελίξεις ενίσχυσαν την πεποίθηση ότι ο πληθωρισμός ήδη συγκλίνει σταθερά και εγκαίρως προς το στόχο, ακόμη και αν στην πορεία εμφανιστούν και κάποιες μικρές αποκλίσεις λόγω επιδράσεων βάσης, ανέφερε χαρακτηριστικά.

Νομισματική Πολιτική

Επιπλέον, ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε  στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής της χώρας που παραμένει περιοριστική και θα συνεχίσει να είναι για κάποιο χρονικό διάστημα. «Οι συνθήκες χρηματοδότησης, ιδίως όσον αφορά τις πιο μακροπρόθεσμες πιστώσεις, έχουν γίνει σημαντικά πιο περιοριστικές, ως αποτέλεσμα των προηγούμενων μέτρων αυστηροποίησης, και θα παραμείνουν περιοριστικές ακόμη και μετά από αρκετές περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων πολιτικής».

Ενώ συνέχισε, «Η συνεχιζόμενη συρρίκνωση του ισολογισμού μας, λόγω της σταδιακής μείωσης των προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) και της αποπληρωμής των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO), οδηγεί σε μείωση της υπερβάλλουσας ρευστότητας και άρα σε περαιτέρω αυστηροποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης».

Στο προσεχές διάστημα, η πρόκληση, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει σταθερά προς το στόχο και ταυτόχρονα ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα ενισχύεται για να φθάσει σε διατηρήσιμα επίπεδα που θα είναι συμβατά με πλήρη απασχόληση.

«Με τον πληθωρισμό να κινείται σταθερά κοντά στο 2%, η πολιτική μας ίσως θα πρέπει να λαμβάνει περισσότερο υπόψη τις οικονομικές συνθήκες, ώστε ο πληθωρισμός να μην υποχωρήσει κάτω από το στόχο».

Προοπτικές ανάπτυξης

Όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, ο κ. Στουρνάρας εμφανίστηκε επιφυλακτικός λόγω των παγκόσμιων γεωπολιτικών εξελίξεων της οικονομίας που επηρεάζεται τόσο εύκολα από την νομισματική πολιτική με μεγάλες και ποικίλες χρονικές υστερήσεις, ενώ δεν παρέλειψε να αναφέρει πως η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων σίγουρα επηρεάζουν τις εξελίξεις στο ευρώ.

«Αυτά τα στοιχεία διαγράφουν προοπτικές σχετικά βραδείας ανάπτυξης. Η κατανάλωση, που προβλέπεται να στηρίξει την ανάκαμψη, θα είναι επίσης υποτονική και ενδέχεται να μην αυξηθεί όπως αναμένεται. Δεν είναι σαφές από ποιες πηγές θα προέλθει η προβλεπόμενη ανάκαμψη των ρυθμών ανάπτυξης».

Διαταραχές των τιμών

«Είμαι επίσης επιφυλακτικός σε σχέση με τυχόν περαιτέρω διαταραχές προερχόμενες από τις διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων», είπε χαρακτηριστικά ο πρ. Υπουργός.

Και συνέχισε: «Οι κεντρικοί τραπεζίτες θα πρέπει να αξιολογούν εγκαίρως κατά πόσον αυτές οι διαταραχές των τιμών που προέρχονται από την πλευρά της προσφοράς είναι παροδικές, ή αντίθετα πιο μόνιμες και άρα συνεπάγονται κίνδυνο αποσταθεροποίησης των προσδοκιών για τον πληθωρισμό.

Για το σκοπό αυτό, πρέπει να συλλέγουμε πιο λεπτομερή δεδομένα και να αναπτύξουμε περαιτέρω τα αναλυτικά μας εργαλεία, ώστε να μπορούμε να κατανοούμε καλύτερα τόσο τα χαρακτηριστικά της διαταραχής των τιμών όσο και τις πολυπλοκότητες του περιβάλλοντος στο οποίο εμφανίζεται».

Επιτακτική ανάγκη για ανάπτυξη νέων εργαλείων

Ο Γιάννης Στουρνάρας είπε στην ομιλία του πως πρέπει οπωσδήποτε να αναπτυχθούν νέα εργαλεία από τις κεντρικές τράπεζες που θα μπορούν σε πραγματικό χρόνο να προσδιορίζουν τη φύση της εκάστοτε διαταραχής (δηλ. αν προέρχεται από την πλευρά της προσφοράς ή της ζήτησης) και να αξιολογούν τις επιπτώσεις της στον πληθωρισμό, κάτι που απέτυχαν να κάνουν στην πρόσφατη πανδημία.

«Προς το σκοπό αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος αναπτύσσει υποδείγματα πρόβλεψης του πληθωρισμού μέσω δεικτών που αποτυπώνουν διαταραχές προσφοράς και ζήτησης στις αγορές εμπορευμάτων και βασίζονται σε ανάλυση κειμένου ειδησεογραφικών άρθρων των Reuters και Dow Jones.3 Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, αυτοί οι δείκτες μπορούν να επικαιροποιούνται σε καθημερινή βάση και να βοηθήσουν στην ακριβέστερη πρόβλεψη του πληθωρισμού.

Οι πιο καθοριστικοί παράγοντες που ώθησαν τον πληθωρισμό σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα κατά το πρόσφατο πληθωριστικό επεισόδιο ήταν το μέγεθος και η επιμονή της διαταραχής των τιμών της ενέργειας και όχι η φύση της. Η μεγάλη και παρατεταμένη διαταραχή κατέστησε αναγκαίο ένα δραστικό κύκλο αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής με σκοπό τη μείωση του πληθωρισμού».

Συγκλίνουμε στον στόχο

Ο κ. Στουρνάρας δεν παρέλειψε ν’ αναφέρει πως συγκλίνουμε σταθερά προς το στόχο του 2% για τον πληθωρισμό και αναμένεται ο στόχος να επιτευχθεί στις αρχές του επόμενου έτους. «Θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην αντιμετώπιση της βραδείας ανάπτυξης, έτσι ώστε αυτή να μην οδηγήσει σε ρυθμούς πληθωρισμού κάτω από το στόχο».

«Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις “ανώμαλης προσγείωσης”, ωστόσο οι αγορές είναι εξαιρετικά ευαίσθητες σε απογοητευτικά στοιχεία για την οικονομική δραστηριότητα. Εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης αποδειχθούν χαμηλότεροι των προσδοκιών και δεν χαλαρώσουμε την περιοριστική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής με τον κατάλληλο ρυθμό, θα μπορούσαν να προκληθούν ανεπιθύμητες αναταράξεις στις αγορές, που θα είχαν αρνητικές συνέπειες για την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

«Εάν υλοποιηθούν κάποιοι από αυτούς τους κινδύνους, υπονομεύοντας έτσι την ανάπτυξη, η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού θα ενισχυθεί, οδηγώντας πιθανώς τον πληθωρισμό κάτω από το στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και θέτοντας σε κίνδυνο το σενάριο της ομαλής προσγείωσης. Θα πρέπει να δούμε το 1,7% του Σεπτεμβρίου τόσο ως επιτυχία όσο και ως ένδειξη ότι χρειάζεται εγρήγορση. Δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού».

Επιτόκιο Πολιτικής

Σχετικά με το αν το επιτόκιο  πολιτικής ακολουθεί μια πορεία που συνεπάγεται διατήρησή του σε επίπεδα υπέρ το δέον περιοριστικά για υπερβολικά μεγάλο διάστημα, σχολίασε πως αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε υστέρηση έναντι του στόχου της ΕΚΤ  για τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα και να επηρεάσει ανασταλτικά  την οικονομική ανάπτυξη. 

«Αν συμβεί αυτό, υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε την αξιοπιστία μας. Καθήκον μας είναι να χαράξουμε μια πορεία για το επιτόκιο πολιτικής που θα καθιστά λιγότερο περιοριστική τη νομισματική πολιτική μας, έτσι ώστε να τονωθεί η ανάκαμψη»

Διαρθρωτική πολιτική

Εξίσου σημαντική για μακροοικονομική σταθερότητα είναι η συμβολή της δημοσιονομικής και της διαρθρωτικής πολιτικής, πέρα από την νομισματική, τόνισε ο πρ. Υπουργός.

«Η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU) είναι ζωτικής σημασίας για την κινητοποίηση των επενδύσεων που απαιτούνται ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη και η απασχόληση. 

Η ενιαία αγορά κεφαλαίων θα ενισχύσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και θα αυξήσει την εφοδιαστική επάρκεια και την αυτονομία της ζώνης του ευρώ, ενώ παράλληλα θα στηρίξει τη μεσοπρόθεσμη σταθερότητα των τιμών και την οικονομική ευημερία»

Παράγοντες επιτυχίας της ΕΚΤ

Τέλος, ο Γιάννης Στουρνάρας επεσήμανε τους παράγοντες, που, κατά την άποψή του, εξηγούν την επιτυχία της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ μέχρι στιγμής.

– η θεσμική ανεξαρτησία της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών που συναποτελούν το Ευρωσύστημα.

– η προσήλωση στο στόχο για  πληθωρισμό 2%, με τη χρήση  των βασικών επιτοκίων ως πρωταρχικών εργαλείων πολιτικήςαλλά και μη συμβατικών μέτρων, όταν το απαίτησαν οι  μακροοικονομικές και νομισματικές συνθήκες.

– η ρεαλιστική, ευέλικτη και σταδιακή προσέγγιση, σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας.

– η σαφής και αποτελεσματική επικοινωνία από την ΕΚΤ.

Κλείνοντας, είπε: «Σε έναν κόσμο επιρρεπή σε διαταράξεις της προσφοράς και ευαίσθητο σε γεωπολιτικές και πολιτικές αβεβαιότητες, η νομισματική πολιτική πρέπει να αποτελεί πόλο σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Πιστεύω ότι η ΕΚΤ έχει ενεργήσει αποτελεσματικά – και αξιόπιστα – στην προσπάθειά της να μειώσει εγκαίρως τον πληθωρισμό χωρίς να προκαλέσει ύφεση. 

Οι αποφάσεις που θα λάβουμε στις προσεχείς συνεδριάσεις νομισματικής πολιτικής θα συνεχίζουν να βασίζονται  στα εκάστοτε διαθέσιμα δεδομένα και στην αξιολόγηση όλων  των  εισερχόμενων πληροφοριών.

Είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής ακολουθώντας μια σταδιακή προσέγγιση, αν κριθεί σκόπιμο  προκειμένου να διαφυλάξουμε ένα σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον που θα συμβάλλει  στην ανάπτυξη, σε χαμηλή ανεργία και σε χρηματοπιστωτική σταθερότητα».

 

Διαβάστε επίσης 

Γιάννης Στουρνάρας σε Politico: Η ΕΚΤ να επανεξετάσει την θέση της αφού αναλάβει η κυβέρνηση Τραμπ

Στουρνάρας: Στο 2% το επιτόκιο της ΕΚΤ στο τέλος του 2025

ΕΚΤ: «Καμπανάκι» για ξαφνική διόρθωση στις αγορές – «Βλέπει» κινδύνους για τις τράπεζες