Την συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στα εξοπλιστικά προγράμματα, επιδιώκει το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, όπως τόνισε ο αρμόδιος υπουργός ‘Αδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας σήμερα στο Φόρουμ των Δελφών και στην ενότητα με θέμα «Defense Industrialization & international alliances».

Ο υπουργός συγκεκριμένα σημείωσε ότι: «στο πλαίσιο των εξοπλισμών θα ήταν εξαιρετικά οξύμωρο, ανόητο και λάθος να αφήσουμε απέξω την ελληνική αμυντική βιομηχανία. Και αναφέρομαι και στις δημόσιες δομές της αλλά και τις πολλές καλές ιδιωτικές εταιρείες που έχει η Ελλάδα στο χώρο της αμυντικής βιομηχανίας» και συνέχισε λέγοντας: «θέλουμε να εμπλέξουμε την ελληνική αμυντική βιομηχανία σε όλα τα εξοπλιστικά προγράμματα αλλά κυρίως να χρησιμοποιήσουμε την, πολύ καλύτερη σήμερα, διπλωματική θέση της χώρας για να προσελκύσουμε στρατηγικούς εταίρους και παίκτες από γειτονικές χώρες».

Ο υπουργός πρόσθεσε ότι το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που υπέγραψε η χώρα μας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την ΕΑΒ είναι ένα άριστο δείγμα «πώς μία καλή σχέση με μία χώρα, μία στρατηγική σχέση με μία χώρα, όπως είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα πια για την Ελλάδα, προχωράει σε μία μεγάλη επένδυση, όχι μόνο εκπαιδευτικού χαρακτήρα, σε μία ελληνική αμυντική βιομηχανία, την ΕΑΒ, επενδύοντας αρκετά χρήματα, δίνοντας θέσεις εργασίας στην Ελλάδα αλλά και μεταφορά τεχνογνωσίας».

Το ίδιο θέλουμε να κάνουμε, εξήγησε ο υπουργός, στέλνοντας μήνυμα προς όλους, όπως είπε, με το μεγάλο πρόγραμμα του Πολεμικού Ναυτικού για τις φρεγάτες.

Στη συνέχεια ο υπουργός σημείωσε στην ομιλία του τα εξής: «η κύρια ευθύνη είναι στο υπουργείο ‘Αμυνας και στον αρχηγό του Ναυτικού για την ακρίβεια. Αλλά και εμείς ως υπουργείο Ανάπτυξης εμπλεκόμαστε γιατί θα ήταν μεγάλο λάθος να προχωρήσουμε σε μία παραγγελία των τεσσάρων πρώτων φρεγατών και την ανακατασκευή των παλαιών ΜΕΚΟ δαπανώντας ένα μεγάλο ποσό για τα ελληνικά δεδομένα, άνω των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να φροντίσουμε μέσα σε αυτό το μεγάλο πρόγραμμα η όποια εταιρεία τελικώς επιλεγεί, γιατί επαναλαμβάνω την επιλογή της φρεγάτας ως προς το αμυντικό της σκέλος θα την κάνει το υπουργείο ‘Αμυνας και το Πολεμικό μας Ναυτικό καθώς το πρώτο κριτήριο είναι η άμυνα της χώρας και η επιχειρησιακή επάρκεια.. Αλλά το δεύτερο κριτήριο είναι και η αναγέννηση της ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ελλάδα όπου μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το εξοπλιστικό πρόγραμμα του ναυτικού ως έναν μοχλό για να την αναγεννήσουμε.

Τώρα υπό εξαιρετικά καλύτερες συνθήκες γιατί -τα 10 χρόνια της κρίσης μας δίδαξαν και εμάς τα λάθη του παρελθόντος – γενικά η βιομηχανία μας αλλά και τα ναυπηγεία δουλεύουν σε εξαιρετικά πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Το απέδειξε η περίπτωση της ΟΝΕΧ στη Σύρο ότι είμαστε πια ανταγωνιστικοί και μπορούμε να προσελκύσουμε και πολλές ιδιωτικές δουλειές.

Αν λοιπόν μέσω του προγράμματος του Πολεμικού Ναυτικού συνδέσουμε την αναγέννηση της Ελευσίνας και του Σκαραμαγκά, ξεκινήσουν και τα προγράμματα και προσελκύσουν ισχυρούς παίκτες λόγω αυτού του προγράμματος και με την ανταγωνιστικότητα και την καλή δουλειά που κάνουμε προσελκύσουμε και πελάτες από τον ιδιωτικό τομέα σύντομα θα έχουμε φτιάξει ξανά και μια ισχυρή ναυπηγική βιομηχανία όπως είχαμε μέχρι τη δεκαετία του ’80. Είναι ένα μεγάλο εθνικό στοίχημα όλο αυτό αλλά ο Πρωθυπουργός προσωπικά, εγώ ως υπουργός Ανάπτυξης, ο υπουργός ‘Αμυνας και ο υπουργός Οικονομικών εργαζόμαστε για να βρούμε λύση σε αυτό το γρίφο. Είμαστε κοντά και θα το πετύχουμε».

Τα προγράμματα εξοπλισμών είναι σημαντικά

Στην αρχή της ομιλίας του ο κ. Γεωργιάδης αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα ύπαρξης ενός εξοπλιστικού προγράμματος.

Όπως είπε «έπρεπε να υπάρξει αυτό το εξοπλιστικό πρόγραμμα για τους εξής λόγους:

Η Ελλάδα στα 10 χρόνια της κρίσης έμεινε αρκετά πίσω. Η Τουρκία μας ξεπέρασε. Η ισορροπία δυνάμεων άρχισε να διαταράσσεται και τώρα που η Ελλάδα κατάφερε σιγά – σιγά να σταθεί στα πόδια της, είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορέσει να αυξήσει την αμυντική της ισχύ.

Το καταλάβαμε αυτό ιδιαίτερα πέρυσι το καλοκαίρι όταν υπήρξε η πρόκληση της Τουρκίας στο Αιγαίο, στο Καστελόριζο και αλλού.

Η άποψή μας εδράζεται πάνω σε ένα αρχαίο λατινικό ρητό: Si vis pacem, para bellum (αν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο). Δεν είμαστε χώρα που θέλει ούτε φασαρίες, ούτε πολεμικές αναμετρήσεις και κανένα από αυτά τα όπλα τα οποία αγοράζουμε, δεν θέλουμε να τα χρησιμοποιήσουμε.

Θέλουμε όμως να είμαστε αρκετά ισχυροί για να ξέρουν όλοι και κυρίως – για να μην κοροϊδευόμαστε – η Τουρκία ότι δεν είμαστε ένας εύκολος αντίπαλος τον οποίο μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.

Το αποδείξαμε. Είμαι πολύ περήφανος για την Ελλάδα αλλά και για την Κυβέρνηση στην οποία συμμετέχω. Και στον Έβρο όταν προσπάθησε να κάνει μία ασύμμετρη εισβολή με τους λαθρομετανάστες τότε όπου υψώσαμε το τείχος προστασίας της Ελλάδος και σταματήσαμε την εισβολή αυτών των ανθρώπων στην Ευρώπη.

Το αποδείξαμε και στο Αιγαίο όπου σταματήσαμε σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό τις μεταναστευτικές ροές που έχουν πλέον μείωση άνω του 90% σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ όπου η Ελλάδα είχε γίνει, με συγχωρείτε που θα το πω, «μπάτε σκύλοι αλέστε».

Το αποδείξαμε και το καλοκαίρι με το στόλο μας στη μεγάλη πρόκληση και την επακούμβηση και ό,τι άλλο έγινε προστατεύοντας πλήρως τα σύνορα της Ελλάδας.

Εάν, λοιπόν, ο πρόεδρος Ερντογάν νόμιζε ότι θα βρει στην κυβέρνηση της Ελλάδος και στον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, έναν εύκολο και βολικό αντίπαλο, έχει διαψευστεί.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, λοιπόν, τα προγράμματα εξοπλισμών είναι σημαντικά διότι ενισχύουν την άμυνα της χώρας και μας καθιστούν παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Ντόκος: Το 30% της επένδυσης στο πρόγραμμα φρεγατών πρέπει να μείνει στην Ελλάδα

Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών: Οι νέες τεχνολογίες και η καινοτομία στην αμυντική βιομηχανία