Σε μια αιφνιδιαστική κίνηση, ο οίκος αξιολόγησης Fitch προχώρησε σε  αναθεώρηση επί τα χείρω του outlook της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από “θετικό” σε “σταθερό”.

Ο οίκος επικαλείται την σημαντική επίδραση της κρίσης του κορονοϊού στην οικονομική δραστηριότητα, στα δημόσια οικονομικά και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας.

Η κίνησή του έρχεται 24 ώρες πριν την προγραμματισμένη αξιολόγηση του οίκου S&P, τα μεσάνυχτα της Παρασκευής.

Σύμφωνα με την Fitch, η  ύφεση στην Ελλάδα το 2020 προβλέπεται στο 8,1% του ΑΕΠ το 2020, ενώ θα υπάρξει μερική ανάκαμψη το 2021, με το ΑΕΠ να αυξάνει κατά 5,1%. Ωστόσο, όπως σημειώνεται, τα νούμερα αυτά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το αν υπάρξει παρατεταμένο lockdown ή ένα δεύτερο κύμα στην Ελλάδα ή την Ευρώπη, κάτι που θα σημάνει  μεγαλύτερη πτώση φέτος και μικρότερη ανάκαμψη την επόμενη χρονιά.

Ο οίκος αναφέρεται ιδιαίτερα στον τουρισμό που αντιστοιχεί στο 10% του ελληνικού ΑΕΠ.

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα που αντιστοιχούν στο 2,9% του ΑΕΠ, ενώ αναμένονται επιπλέον 2 δισ. ευρώ από την ευρωπαϊκή στήριξη. Η Fitch εκτιμά ότι το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης από πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2019 θα «γυρίσει» σε έλλειμμα 7,4% φέτος. Το 2021 αναμένεται να υποχωρήσει στο 4,6% του ΑΕΠ.

Η αύξηση του δανεισμού θα μεταφραστεί σε αναστροφή της πτωτικής τάσης του δείκτη χρέος/ΑΕΠ. Η εκτίμηση είναι ότι έπεσε στο 176,6% στα τέλη του 2019 αλλά στα τέλη του 2020 θα φτάσει το 194,8% πρωτού υποχωρήσει στο 187,1% το 2021.

Η υπόθεση του οίκου είναι ότι φέτος η κυβέρνηση θα τραβήξει μόνο το 1/4 από το μαξιλάρι ασφαλείας (περί τα 10 δισ. ευρώ). Αν δεν το έκανε αυτό και προχωρούσε αποκλειστικά σε νέο δανεισμό το χρέος να ανέβαινε πάνω από το 200% του ΑΕΠ.

Ωστόσο, ο οίκος μιλά και για θετικούς παράγοντες που περιορίζουν τους κινδύνους. όπως το μαξιλάρι ρευστότητας, το γεγονός πως το μεγαλύτερο μέρος του χρέους είναι η βοήθεια που έλαβε η χώρα από την ΕΕ,  με το 95%  να είναι σε σταθερό επιτόκιο και με μεγάλη μέση ωρίμανση (20,5 χρόνια).

Επιπλέον θετικός παράγοντας είναι το γεγονός πως η ΕΚΤ περιέλαβε τα κρατικά ομόλογα στο πρόγραμμα έκτακτης αγοράς τίτλων, κάτι που επιτρέπει να προχωρήσει η κεντρική τράπεζα σε αγορές περί τα 16 δισ. ευρώ μέσω της δευτερογενούς αγοράς.