ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αντίστροφα μετράει ο χρόνος για την εξίσωση για πρώτη φορά από την 1η Απριλίου των κατώτατων μισθολογικών απολαβών περίπου 700.000 δημοσίων υπαλλήλων με αυτές των 600.000 ιδιωτικών υπαλλήλων. Η ανακοίνωση του νέου κοινού κατώτατου μισθού αναμένεται να γίνει από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, πιθανότητα την ερχόμενη Παρασκευή 21 Μαρτίου, κατά την διάρκεια του νέου Υπουργικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αύξηση για τον ιδιωτικό τομέα κυμαίνεται στο 5-6% και από τα 830 ευρώ που είναι σήμερα θα φτάσει τα 870- 880 ευρώ, ενώ στο δημόσιο τομέα η αύξηση θα είναι 2,35-3,53% από 850 ευρώ που είναι σήμερα. Σημειώνεται ότι η αύξηση στο Δημόσιο θα είναι οριζόντια και θα επεκταθεί στο σύνολο των μισθολογικών κλιμακίων.
Συνολικά, έως το 2027 η αύξηση θα είναι συνολικά 120 ευρώ για τον ιδιωτικό τομέα και 100 ευρώ για το δημόσιο, καθώς σύμφωνα με την κυβερνητική δέσμευση οι κατώτατες απολαβές έως το τέλος της τετραετίας το 2027 θα φτάσουν τα 950 ευρώ.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι την επόμενη τριετία 2025, 2026 και 2027 θα πρέπει να δοθούν μεσοσταθμικές αυξήσεις της τάξης των 40 με 50 ευρώ ετησίως, ώστε από τα 830 ευρώ που είναι σήμερα ο κατώτατος μισθός να διαμορφωθεί στα 870, με 880 ευρώ φέτος από την 1η Απριλίου, στα 910 ευρώ το 2026 και στα 950 ευρώ ή και πιο πάνω το 2027. Στα ίδια επίπεδα θα διαμορφώνεται ταυτόχρονα και ο εισαγωγικός μισθός στο Δημόσιο.
Στο νέο Μεσοπρόθεσμο σχέδιο 2025-2028, η πρόβλεψη για τους μισθούς είναι ότι θα αυξάνονται με ρυθμό 4,5%, ενώ και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει αυξήσεις 5% κατ’ έτος.
Μέχρι και το 2027 ο κατώτατος μισθός θα καθορίζονται με το ισχύον σύστημα, δηλαδή με τη διαδικασία διαβούλευσης των κοινωνικών εταίρων μέσω προτάσεων και τελική απόφαση για το ποσοστό αύξησης από την κυβέρνηση.
Από την 1η Ιανουαρίου του 2028 αλλάζει η διαδικασία και ο κατώτατος θα διαμορφώνεται με βάση τον μαθηματικό τύπο, ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη του το ποσοστό του πληθωρισμού, κυρίως για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας αλλά και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Τι προτείνουν κοινωνικοί και επιστημονικοί φορείς
Σύμφωνα με τις προτάσεις που έχουν υποβάλλει οι εργοδοτικοί φορείς, η ανώτατη αύξηση που προτείνεται είναι 5% και νέο κατώτατο μισθό ύψους 871,5 ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι η ΓΣΕΕ που εκπροσωπεί τους εργαζόμενους στη διαδικασία έχει αποχωρήσει από την αντίστοιχη επιτροπή και δεν λαμβάνει μέρος στη διαδικασία.
Το υψηλότερο ποσοστό προτάθηκε από το ΚΕΠΕ, που δίνει ένα περιθώριο αύξησης από 3% έως 5% (871,5 ευρώ).
Το Ινστιτούτο των τουριστικών επιχειρήσεων ΣΕΤΕ προτείνει αύξηση μέχρι 4,82% (870 ευρώ), τονίζοντας ότι η εκρηκτική αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, παραμένει σημαντικό εμπόδιο για κάτι υψηλότερο.
Η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρεται σε αύξηση έως 4% (863,2 ευρώ), την οποία χαρακτηρίζει «συνετή», εάν συνδυαστεί με την σταθερότητα των τιμών, την διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την προστασία της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων από τις πληθωριστικές πιέσεις.
Το ΙΟΒΕ προτείνει τέσσερα διαφορετικά σενάρια, αλλά προκρίνει αύξηση 3,5% ή 859 ευρώ, μικτές αποδοχές, δίνοντας έμφαση, μεταξύ άλλων και στο μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων.
Το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, το ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ, και το ΙΝΣΒΕ, περιορίστηκαν να αναφερθούν στις ευρύτερες παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν ώστε οι επιχειρήσεις και ειδικά όσες έχουν μικρό αριθμό εργαζομένων, να αντέξουν και να καταφέρουν να επωμιστούν το βάρος της όποιας αύξησης στις βασικές αποδοχές.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στα πορίσματα, από τη μεταβολή του κατώτατου μισθού υπολογίζεται ότι θα επηρεαστούν τουλάχιστον 575.684 εργαζόμενοι ή το 22,8% του συνόλου των μισθωτών. Ο αριθμός των εργαζομένων που αμείβονταν με βάση τον κατώτατο μισθό το 2024 έχει μειωθεί σε σχέση με το 2023 κατά 0,7%, συνεχίζοντας την καθοδική πορεία που έχει ξεκινήσει από το 2022 και μετά.
Το 62,33% των εργαζομένων που θα επηρεαστούν από μια μεταβολή του κατώτατου μισθού είναι πλήρως απασχολούμενοι, ενώ το 34,45% είναι με καθεστώς μερικής και το 3,21% εκ περιτροπής απασχόλησης.
Παράλληλα, προτείνεται η αύξηση του κατώτατου μισθού να συνοδεύεται από μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, μείωση φορολόγησης των χαμηλόμισθων και συνέχιση της επιδότησης του κόστους ενέργειας.
Μέσοι μισθοί
Ζητούμενο παραμένει εάν και οι μέσοι μισθοί στη χώρα θα ακολουθήσουν την ίδια αυξητική πορεία των κατώτατων απολαβών. Η κυβέρνηση έχει στόχο τη διαμόρφωση του μέσου μισθού στα 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας.
Η επίτευξη του στόχου σχετίζεται με την επιστροφή των κλαδικών συμβάσεων που θα ωθήσει τις μέσες αμοιβές προς τα πάνω κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα. Σύμφωνα με νομικούς, υπάρχουν εργαζόμενοι, που λαμβάνουν τις κατώτατες αμοιβές και μετά το «ξεπάγωμα» των τριετιών και τις αυξήσεις, έχουν υψηλότερο μισθό από εργαζόμενους με πολυετή εμπειρία που πλέον όμως δεν καλύπτονται από τις κλαδικές τους συμβάσεις και δεν παίρνουν αυξήσεις.
Η σημερινή εικόνα των συμβάσεων δείχνει ότι η παρέμβασή τους στην διαμόρφωση των αμοιβών είναι πολύ χαμηλή, καθώς μόλις το 26% των εργαζομένων καλύπτεται από συμβάσεις, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητά το ποσοστό αυτό να φθάσεις στο 80%.
Διαβάστε επίσης:
Προπληρωμένη κάρτα: Πώς θα γίνει η λοταρία – Ποιοι εξαιρούνται
Μισό εκατομμύριο ασφαλισμένοι στο ΤΕΚΑ – Στα 283 εκατ. ευρώ ήδη το αποθεματικό του
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
