Οι διαταραχές (shocks) της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης εξακολουθούν να επηρεάζουν πολλούς δείκτες της ελληνικής οικονομίας, σημειώνει η Eurobank στο τελευταίο τεύχος του δελτίου “7 Ημέρες Οικονομία” στο οποίο παρουσιάζει την εξέλιξη των πωλήσεων (sales) στο λιανικό εμπόριο τα τελευταία 20 χρόνια, εστιάζοντας περισσότερο στην 4ετία 2020-2023, δηλαδή στην περίοδο που περιλαμβάνει την πανδημία και την ενεργειακή κρίση.

Η ανάλυσή της βασίζεται στους δείκτες όγκου και κύκλου εργασιών λιανικού εμπορίου που δημοσιεύει κάθε μήνα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).

1

Ο μεν πρώτος μετρά την αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε σταθερές τιμές, δηλαδή η μεταβολή του δείχνει την αύξηση ή τη μείωση του όγκου των πωλούμενων αγαθών, ο δε δεύτερος μετρά την αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε τρέχουσες τιμές, δηλαδή η μεταβολή του περιλαμβάνει τόσο τις αυξομειώσεις του όγκου των πωλούμενων αγαθών όσο και τις αυξομειώσεις των τιμών χρέωσης.

Ο δείκτης λιανικού εμπορίου αποτελείται από 8 κατηγορίες καταστημάτων. Αυτές είναι: μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets), πολυκαταστήματα, καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων, τρόφιμα-ποτά-καπνός, φαρμακευτικά-καλλυντικά, ένδυση-υπόδηση, έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός και βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη. Κάποια γενικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάγνωση των στοιχείων έχουν ως εξής (βλέπε Πίνακα 1 και Σχήματα 2.1-2.8):

-Κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους και της περιόδου στασιμότητας που τη διαδέχτηκε, ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου συρρικνώθηκε συνολικά κατά 41,2% (2009-2016, βλέπε Σχήμα 1) αντανακλώντας τη μεγάλη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.

Ποιες δαπάνες καταναλωτικών αγαθών μείωσαν περισσότερο τα νοικοκυριά στην Ελλάδα την 8ετία 2009-2016; Οι δύο κατηγορίες καταστημάτων λιανικού εμπορίου που υπέστησαν τις μεγαλύτερες απώλειες στο όγκο των πωλήσεών τους ήταν αυτές των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων (-57,4%) και των επίπλων-ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού (-54,2%).

Η δεύτερη κατηγορία αποτελείται από καταναλωτικά αγαθά διαρκείας (ή κεφαλαιουχικά αγαθά αν χρήση τους γίνεται για επιχειρηματικούς σκοπούς, π.χ. βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων) των οποίων οι δαπάνες συνήθως εμφανίζουν υψηλές προκυκλικές μεταβολές, δηλαδή μειώνονται πολύ στις κάμψεις της οικονομικής δραστηριότητας και αντιστρόφως αυξάνονται πολύ στις επεκτάσεις. Αυτή η εμπειρική παρατήρηση φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τα παραπάνω στοιχεία.

Στις υπόλοιπες κατηγορίες καταστημάτων ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 39,6% στα τρόφιμα-ποτά-καπνός, 33,1% στα πολυκαταστήματα, 32,1% στην ένδυση-υπόδηση, 29,1% στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets) και 27,7% στα βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη.

-Την 3τία πριν την πανδημία (2017-2019), ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου παρουσίασε πολύ ήπια βελτίωση, καταγράφοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 1,2%, ελαφρώς χαμηλότερα από τον μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας (1,5%). Το εν λόγω αποτέλεσμα δεν ήταν ομοιόμορφο ανάμεσα στις κατηγορίες καταστημάτων.

Στα τρόφιμα-ποτά-καπνός, στα πολυκαταστήματα και στα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων ο όγκος των πωλούμενων αγαθών συνέχισε να μειώνεται από χρόνο σε χρόνο (κατά μέσο όρο -4,3%, -3,8% και -0,3% αντίστοιχα), στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων, στην ένδυση-υπόδηση και στα φαρμακευτικά-καλλυντικά καταγράφηκε ήπια άνοδος (κατά μέσο όρο 1,8%, 1,6% και 1,0% αντίστοιχα), ενώ στα έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός και στα βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη οι πωλήσεις σε σταθερές τιμές κινήθηκαν εντόνως ανοδικά (κατά μέσο όρο 6,3% και 6,0% αντίστοιχα).

-Τον πρώτο χρόνο της πανδημίας (2020) λόγω των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης (lockdowns) ο όγκος των πωλούμενων αγαθών στο λιανικό εμπόριο συρρικνώθηκε κατά 4,0%, με τις μεγαλύτερες μειώσεις να καταγράφονται στα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (-13,3%, λόγω της απαγόρευσης των μετακινήσεων) και στην ένδυση-υπόδηση (-21,7%, λόγω της κατακόρυφης αύξησης του χρόνου παραμονής των μελών των νοικοκυριών στις οικίες τους). Αντιθέτως, οι ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία για κατανάλωση φαρμακευτικών αγαθών και για εστίαση των μελών των νοικοκυριών στις οικίες τους οδήγησε σε αύξηση των πωλήσεων στα φαρμακευτικά-καλλυντικά και στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets) κατά 17,4% και 5,2% αντίστοιχα.

-Τη διετία 2021-2022 το άνοιγμα των οικονομικών-κοινωνικών δραστηριοτήτων παράλληλα με τα εκτεταμένα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης οδήγησαν σε αύξηση του δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου (μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής 6,7%). Οι κατηγορίες καταστημάτων των βιβλίων-χαρτικών-λοιπών-ειδών, των επίπλων-ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού, ένδυσης-υπόδησης και φαρμακευτικών-καλλυντικών κατέγραψαν τις υψηλότερες μέσες ετήσιες αυξήσεις με 16,6%, 16,3%, 15,5% και 14,3% αντίστοιχα.

-Το 2023 λόγω των υστερόχρονων επιδράσεων του υψηλού πληθωρισμού και της μεταπανδημικής επιβράδυνσης της ζήτησης, ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο μειώθηκε κατά 3,3%. Οι κατηγορίες καταστημάτων που σημείωσαν πτώση στον όγκο των πωλήσεων τους ήταν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets, 3,1%), τα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (1,1%), τα φαρμακευτικά-καλλυντικά (3,5%) και οριακά τα βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη (0,5%).

-Σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα ο όγκος των πωλούμενων αγαθών στον λιανικό εμπόριο το 2023 ήταν ενισχυμένος κατά 5,6%, με τις κατηγορίες καταστημάτων των φαρμακευτικών-καλλυντικών, επίπλων-ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού και βιβλίων-χαρτικών-λοιπών ειδών να παρουσιάζουν τις υψηλότερες σωρευτικές αυξήσεις της τάξης του 47,6%, 33,3% και 29,2%.

Τα εν λόγω αποτελέσματα συνδέονται σε έναν βαθμό με τις υστερόχρονες επιδράσεις της πανδημίας, με την αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες και με τις ανάγκες που δημιουργεί η ψηφιοποίηση της οικονομίας (στην κατηγορία βιβλίων-χαρτικών-λοιπών ειδών περιλαμβάνονται οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός).

-Τέλος, την 4ετία 2020-2023, τις υψηλότερες αποκλίσεις ανάμεσα στην αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε τρέχουσες τιμές και στον όγκο των πωλούμενων αγαθών παρουσιάζουν οι κατηγορίες των μεγάλων καταστημάτων τροφίμων (28,6% vs 1,5%), των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων (7,2% vs -9,8%) και των τροφίμων-ποτών-καπνού (27,4% vs 2,3%).

Ειδικά στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων, το 2023 για δεύτερη χρονιά στη σειρά ο όγκος των πωλούμενων αγαθών μειώνεται, ενώ η αξία των πωλήσεων σε τρέχουσες τιμές αυξάνεται.

Δείτε ολόκληρο το δελτίο “7 Ημέρες Οικονομία” εδώ  

Διαβάστε επίσης: 

Eurobank: Πέντε αναλυτές βλέπουν περιθώρια για υψηλότερα επίπεδα στην τιμή της μετοχής

Eurobank – Alpha Bank: Οι νέοι στόχοι, τα μερίσματα και ο πήχης της κερδοφορίας που μπαίνει ψηλά

Eurobank: Στα 1,14 δισ. ευρώ τα καθαρά κέρδη μετά φόρων το 2023 – Μέρισμα το 25% των κερδών