Επενδυτικά κεφάλαια που «αγγίζουν» το 1,4 δισ. ευρώ έχει «δώσει», μέχρι στιγμής, φέτος στην οικονομία το ελληνικό χρηματιστήριο εν μέσω πανδημίας, με τις εκδόσεις εταιρικών ομολόγων να συνεισφέρουν πολύ σημαντικά στα αντληθέντα κεφάλαια, όπως επισήμανε ο επιτελικός διευθυντής Λειτουργίας και Ανάπτυξης Αγορών του Ομίλου της Ε.Χ.Α.Ε, Μιχάλης Ανδρεάδης, μιλώντας σήμερα από το βήμα του Thessaloniki Summit 2020.

«Ο ρόλος του Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΧΑ) ως μηχανισμού άντλησης κεφαλαίων είναι πολύ σημαντικός. Πριν από αρκετά χρόνια είχαμε με μεγάλη επιτυχία τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών, πέρυσι υπήρξε μια τεράστια αύξηση κεφαλαίου από τη Lamda, ύψους 650 ευρώ, ενώ φέτος, σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες, πανδημίας και οικονομικής συρρίκνωσης, είχαμε τρεις μεγάλες ομολογιακές εκδόσεις, που υπερκαλύφθηκαν σημαντικά και οι τρεις μεγάλες εταιρείες μπόρεσαν να αντλήσουν κεφάλαια άνω του 1 δισ. ευρώ. Πέρυσι αντλήθηκαν μέσω του ΧΑ 1,3 δισ. ευρώ από διάφορες επιχειρήσεις, τα 760 εκατ. σε μορφή equity και τα 530 σε μορφή ομολόγων και φέτος έχουμε ήδη αγγίξει το ποσό του 1,4 δισ. ευρώ, το 1 δισ. προερχόμενο από εταιρικά ομόλογα και τα υπόλοιπα από αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου εταιρειών», σημείωσε ο κ. Ανδρεάδης και πρόσθεσε ότι, φέτος, οι ομολογιακές εκδόσεις ήταν αυτές που αποτέλεσαν πανευρωπαϊκά, στην ΕΕ των 27 κρατών-μελών, τον βασικό μηχανισμό άντλησης κεφαλαίων.

Πάροχος ανταγωνιστικών ψηφιακών υπηρεσιών σε άλλα χρηματιστήρια το ΧΑ

Από την πλευρά του, ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), Γεώργιος Δουκίδης, ανεξάρτητο μέλος της διοίκησης της ΕΧΑΕ, εξέφρασε την πεποίθηση ότι, μέσω του ψηφιακού μετασχηματισμού που έχει επιτύχει την τελευταία δεκαετία, το ΧΑ -που, σημειωτέον, είναι ψηφιακά αύταρκες, διαθέτει υπερσύγχρονο data center και πάνω από 60 εξειδικευμένα στελέχη πληροφορικής, ενώ πουλάει/υποστηρίζει ψηφιακές υποδομές και συστήματα σε άλλα χρηματιστήρια- μπορεί να λειτουργήσει ακόμα πιο ενεργά ως πάροχος ανταγωνιστικών ψηφιακών υπηρεσιών στο ευρύτερο οικοσύστημα των κεφαλαιαγορών της περιοχής. Το μοντέλο αυτό ακολουθούν πέντε ή έξι από τα κορυφαία χρηματιστήρια στον κόσμο, πρόσθεσε.

Η μεγάλη ευκαιρία που «βλέπει» ο πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών

Τεράστιο περιθώριο αύξησης των κεφαλαίων που διαχειρίζονται στην Ελλάδα οι asset managers «βλέπει» ο πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, Θεοφάνης Μυλωνάς, διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Asset Management. «Παγκοσμίως, μόνο οι δέκα πρώτοι σε μέγεθος asset managers (διαχειριστές κεφαλαίων) διαχειρίζονται περίπου 30 δισ. δολάρια. Στην Ελλάδα, το αντίστοιχο συνολικό νούμερο είναι 10 δισ. ευρώ και υπάρχει τεράστιο περιθώριο αύξησης, λόγω διαφόρων παραγόντων. Στην Αυστρία, αυτό το νούμερο είναι 186 δισ. κι έχει αυξηθεί κατά 60 δισ. τα τελευταία δέκα χρόνια, και στη Ρουμανία είναι 9 δισ. (συν 7 δισ. την τελευταία δεκαετία). Η σημαντικότητα της ανάπτυξης της αγοράς των θεσμικών επενδυτών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη της οικονομίας, γιατί αποτελεί μεγάλο παράγοντα χρηματοδότησης, παροχής ρευστότητας και απορρόφησης της κατά καιρούς μεταβλητότητας των αγορών, αλλά ταυτόχρονα ωφελεί τους μικρούς επενδυτές, δίνοντάς τους τη δυνατότητα για επαγγελματική διαχείριση επενδύσεων και διασπορά ρίσκου. Μπροστά μας έχουμε μια μεγάλη ευκαιρία, μια κατάσταση win-win, από την οποία όλοι μπορούν να βγουν ωφελημένοι, επενδυτές, κράτος και συνολικά η ελληνική οικονομία».

Ουραγοί στη μετατροπή αποταμιεύσεων σε επενδύσεις

Τόσο ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου του ΧΑ, Σωκράτης Λαζαρίδης, όσο και ο κ. Μυλωνάς, επισήμαναν πάντως την υστέρηση που υπάρχει στην Ελλάδα ως προς τη μετατροπή αποταμιεύσεων των νοικοκυριών σε επενδύσεις στην κεφαλαιαγορά. «Είμαστε τρίτοι από το τέλος στη ζήτηση επενδυτικών προϊόντων, μόνο η Ρουμανία και η Λιθουανία βρίσκονται σε χειρότερη θέση», σημείωσε ο κ. Λαζαρίδης, που συντόνισε τη συζήτηση, ενώ ο κ. Μυλωνάς σύνδεσε αυτή την επίδοση -μεταξύ άλλων- με δομικά προβλήματα της χώρας, που η δεκαετής οικονομική κρίση συντήρησε και μεγέθυνε, τη χαμηλή δυνατότητα αποταμίευσης από τα νοικοκυριά λόγω της οικονομικής κρίσης και τα σχετικά υψηλά επιτόκια καταθέσεων των τραπεζών, της απουσίας φορολογικών κινήτρων για επενδύσεις, αλλά και του ποσοστού αναπλήρωσης 100% στον πρώτο πυλώνα ασφάλισης, που πρακτικά περιόριζε τα κίνητρα για να επενδύσει κάποιος στο μελλοντικό εισόδημα και τη σύνταξή του.

«Η Ελλάδα βρίσκεται πίσω στις επενδύσεις (σε επενδυτικά προϊόντα), σε σχέση με το ΑΕΠ, ενώ στον αντίποδα, σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία και η Ολλανδία, οι επενδύσεις είναι πολλαπλάσιες από το ΑΕΠ, δύο και δυόμισι φορές», σημείωσε ο κ. Μυλωνάς, επισημαίνοντας ότι η κατάσταση αλλάζει, αφού τα ποσοστά αναπλήρωσης είναι πολύ μικρότερα, τα επιτόκια καταθέσεων σχεδόν μηδενικά και στο εξωτερικό ακόμα και αρνητικά η κατάσταση του συνταξιοδοτικού συστήματος γνωστή.

Ο κ. Δουκίδης ανέφερε, από την πλευρά του, πως σε χώρες με ανεπτυγμένη κεφαλαιαγορά, όπως η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ το βιοτικό επίπεδο είναι σαφώς υψηλότερο και «όπου υπάρχει σοβαρό ασφαλιστικό σύστημα, υπάρχει και σημαντική ενδυνάμωση της τοπικής κεφαλαιαγοράς».

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσαν οι ομιλητές στην ανάγκη για τόνωση της χρηματοοικονομικής αντίληψης (financial literacy) σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα, κάτι στο οποίο η χώρα μας υστερεί, αλλά και στην ανάπτυξη των νέων ψηφιακών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (fintech).

«Η ανάπτυξη του fintech τα τελευταία χρόνια είναι πολύ μεγάλη», σημείωσε ο κ. Δουκίδης και πρόσθεσε: «Μόνο το 2019 επενδύθηκαν παγκοσμίως σε εταιρείες fintech πάνω από 70 δισ. δολάρια, ενώ το μεγαλύτερο ΙΡΟ (σ.σ. αρχική δημόσια προσφορά) στην ιστορία αναμένεται να γίνει από κινεζική εταιρεία του κλάδου και να ξεπεράσει τα 30-35 δισ. δολ. Στην Ελλάδα έχουμε μόνο 5-6 fintech εταιρείες, αλλά τελευταία υπάρχει κινητικότητα. Στο ΧΑ πιστεύω ότι υπάρχει ουσιαστικά ανάπτυξη σε αυτό το θέμα».