Μάριο Ντράγκι, Πρόεδρος ΕΚΤ
Να υπαναχωρήσει από τη δέσμευσή της να παρατείνει ή να αυξήσει σε ύψος το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της, γνωστό και ως «QE», αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, γεγονός που υποδηλώνει ότι θεωρεί πως οι συνθήκες στην Ευρωζώνη ευνοούν την άνοδο του πληθωρισμού προς το επίπεδο που έχει θέσει ως στόχο η κεντρική τράπεζα. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ είναι πλέον πιο αισιόδοξη για τις προοπτικές της οικονομίας της περιοχής, μετά και τα τελευταία στοιχεία της Eurostat που έδειξαν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης «έτρεξε» με ρυθμό 2,3% το περασμένο έτος, ανοίγοντας τον δρόμο για τον τερματισμό του προγράμματος μετά το καλοκαίρι του 2018.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΚΤ, το πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (αγοράς ομολόγων) θα συνεχιστεί με τον υφιστάμενο ρυθμό (δηλαδή με αγορές ομολόγων έως 30 δισ. ευρώ το μήνα) τουλάχιστον μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου, αλλά αυτήν τη φορά οι φορείς χάραξης πολιτικής της Φραγκφούρτης δεν αναφέρουν ότι υπάρχει πιθανότητα το πρόγραμμα να αυξηθεί σε «μέγεθος ή/και διάρκεια», αν επιδεινωθούν οι προοπτικές για τον πληθωρισμό. Θα συνεχίσουν, ουσιαστικά, να αγοράζουν ομόλογα, μέχρι να είναι σίγουροι ότι ο ρυθμός αύξησης των τιμών καταναλωτή έχει επανέλθει σε τροχιά συμβατή προς τον στόχο της ΕΚΤ, που είναι κάτι λιγότερο από 2%.
Το Ευρωσύστημα θα επανεπενδύει τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ολοκλήρωση των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο. Αυτό θα συμβάλει τόσο σε ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας όσο και σε μια κατάλληλη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Αμετάβλητα τα επιτόκια
Επίσης, η ΕΚΤ διατήρησε τα επιτόκια αμετάβλητα και επανέλαβε την προσδοκία της ότι το κόστος δανεισμού θα διατηρηθεί στα τρέχοντα επίπεδα και πέραν της ολοκλήρωσης του προγράμματος αγοράς ομολόγων.
Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε ότι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,40% αντιστοίχως.
Η οικονομία της Ευρωζώνης θα αναπτυχθεί με ταχύτερο ρυθμό από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, αλλά ο υποκείμενος πληθωρισμός παραμένει υποτονικός, δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε, επίσης, πως το Διοικητικό Συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στη συναλλαγματική ισοτιμία και τις χρηματοοικονομικές συνθήκες σε σχέση με τις πιθανές επιπτώσεις τους στο outlook για τον πληθωρισμό.
Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τόνισε πως παραμένει αναγκαίος ένας σημαντικός βαθμός νομισματικής τόνωσης.
H κεντρική τράπεζα συνεχίζει να προσφέρει νομισματική στήριξη μέσω των αγορών τίτλων, του μεγάλου όγκου στοιχείων ενεργητικού που έχει συσσωρεύσει, των επικείμενων επανεπενδύσεων και της μελλοντικής καθοδήγησης για τα επιτόκια, επισήμανε.
Όσον αφορά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη, ο κ. Ντράγκι ανέφερε πως η ΕΚΤ αναμένει ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα αυξηθεί το 2018 κατά 2,4%, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για ανάπτυξη 2,3%. Το 2019 το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,9% και το 2017 κατά 1,7%.
Ομόφωνη η απόφαση για αλλαγή ρητορικής στο θέμα του QE
Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να εγκαταλειφθεί η υπόσχεση πως η ΕΚΤ μπορεί να αυξήσει το ρυθμό αγορών τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ήταν ομόφωνη και δεν αντανακλά κάποια αλλαγή στις προσδοκίες της ΕΚΤ, τόνισε ο κ. Ντράγκι.
Μικρές οι άμεσες επιπτώσεις από τους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ
Ο άμεσος αντίκτυπος που θα έχει ενδεχόμενη επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ δεν θα είναι πολύ μεγάλος, υποστήριξε ο κ. Ντράγκι.
Ο ίδιος υπογράμμισε πως οι εμπορικές διαφωνίες πρέπει να επιλύονται σε ένα πολυμερές πλαίσιο και όχι με μονομερείς αποφάσεις. Πρόσθεσε δε πως υπάρχει μια ανησυχία για την κατάσταση των διεθνών σχέσεων.
«Αν οι δασμοί επιβάλλονται σε εταίρους, τότε ποιοι είναι οι εχθροί;», ανέφερε χαρακτηριστικά.