Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης
Περιεχόμενα
Η πορεία της ελληνικής οικονομίας κινείται σε υψηλότερα επίπεδα από αυτά προ της πανδημίας, ενώ καταγράφεται σημαντική μείωση του χρέους, επισημαίνει στην έκθεσή του το ΔΝΤ, στο κείμενο συμπερασμάτων κατά την αξιολόγηση της χώρας μας, με βάση το άρθρο 4.
Ο διεθνής οργανισμός αναφέρει πως η οικονομική δραστηριότητα παρέμεινε ισχυρή το 2023. Το πραγματικό ΑΕΠ συνέχισε να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό το πρώτο εξάμηνο του 2023 κατά 2,5% (σε εποχικά προσαρμοσμένο ετησιοποιημένο ρυθμό).
Η ιδιωτική κατανάλωση ενισχύθηκε λόγω της αύξησης των πραγματικών μισθών και της σταδιακής μείωσης των υπερβολικών αποταμιεύσεων των νοικοκυριών που προκλήθηκαν από την πανδημία.
Η αύξηση των επενδύσεων παρέμεινε ισχυρή λόγω και του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι δείκτες κλίματος υποδηλώνουν ότι η συνολική οικονομική δυναμική παρέμεινε ισχυρή το τρίτο τρίμηνο παρά μια σειρά από φυσικές καταστροφές (καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες).
Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 10% τον Σεπτέμβριο, σε χαμηλά μιας δεκαετίας. Ο πληθωρισμός και ο δομικός δείκτης επιβραδύνθηκαν στο 3,8% και 3,6% αντίστοιχα τον Οκτώβριο, λόγω της εξομάλυνσης των τιμών της ενέργειας και των επιπτώσεων βάσης, αλλά παραμένουν σε υψηλά επίπεδα εν μέσω της σύσφιξης της αγοράς εργασίας.
Οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 50% από το κατώτατο σημείο το 2017, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν κάτω από τα επίπεδα πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,5% και 2,0% το 2023 και το 2024, αντίστοιχα, πριν μετριαστεί μεσοπρόθεσμα. Η ιδιωτική κατανάλωση θα υποστηριχθεί από την αύξηση των πραγματικών μισθών, ενώ η επενδυτική δραστηριότητα θα συνεχίσει να επεκτείνεται με την εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (NRRP).
Ωστόσο, μετά τη λήξη της χρηματοδότησης από το NGEU το 2026 και τη χαμηλή ακόμη δυνητική ανάπτυξη, η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να συγκρατηθεί σε περίπου 1,25% μεσοπρόθεσμα.
Ο πληθωρισμός
Όπως αναφέρει το ΔΝΤ μια πιθανή κλιμάκωση του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή θα μπορούσαν να διαταράξουν το εμπόριο και να προκαλέσουν νέες πιέσεις στις τιμές ενέργειας και τροφίμων.
Ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει στο 2% έως το τέλος του 2025, καθώς οι πιέσεις στον δομικό πληθωρισμό θα εκτονωθούν σταδιακά, παρά τη συνεχιζόμενη ομαλοποίηση των τιμών τροφίμων και καυσίμων.
Η διατήρηση επίμονα υψηλού πληθωρισμού στην ευρωζώνη και επιτόκια υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα θα επιβάρυναν την περιφερειακή και εγχώρια ζήτηση.
Τα πιο συχνά ακραία κλιματικά φαινόμενα θα μπορούσαν να διαταράξουν τον τουρισμό και τη συνολική οικονομική δραστηριότητα. Αντίθετα, η επιτάχυνση των φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με τις ισχυρότερες του αναμενόμενου αντιδράσεις της αγοράς στην αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα, θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης.
Ο πληθωρισμός ενδέχεται να παραμείνει υψηλός, ως αποτέλεσμα των κλυδωνισμών που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες καθώς και των εγχώριων πιέσεων από τις πρόσφατες και αναμενόμενες αυξήσεις μισθών και συντάξεων.
Χρέος και πρωτογενή πλεονάσματα
Η φιλική προς την ανάπτυξη δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και την πράσινη ανάπτυξη.
Με πολύ υψηλά επίπεδα χρέους, η συνεχιζόμενη δημοσιονομική σύγκλιση, με το πρωτογενές πλεόνασμα να αυξάνεται στο 2,1% του ΑΕΠ το 2024, από το προβλεπόμενο 1,1% το 2023, θα βοηθούσε σε μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις πρόσθετες πιέσεις στον πληθωρισμό.
Εν μέσω ισχυρής αύξησης των εσόδων, η διατήρηση πρωτογενούς πλεονάσματος περίπου 2% μεσοπρόθεσμα θα βελτιώσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα του χρέους, παρέχοντας παράλληλα πρόσθετο χώρο για δημόσιες επενδύσεις και κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες. Αυτό θα συνέβαλε στη μείωση του μεγάλου επενδυτικού χάσματος της Ελλάδας, διατηρώντας παράλληλα σταθερά τον δείκτη δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε πτωτική πορεία.
Μισθοί και συντάξεις
Κρίσιμη θεωρείται η συγκράτηση των πιέσεων στις δαπάνες για τη διατήρηση του δημοσιονομικού χώρου για κρίσιμες κοινωνικές και κεφαλαιουχικές δαπάνες.
Όπως επισημαίνει το ΔΝΤ, πρέπει να υπάρξουν αντιστάσεις στις πιέσεις για δαπάνες σε μη διακριτικούς τομείς, όπως οι μισθοί και οι συντάξεις του δημόσιου τομέα, που εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με άλλες χώρες. Αντίθετα, οι επενδυτικές ανάγκες είναι μεγάλες, μεταξύ άλλων για πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Οι κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες, όπως οι στοχευμένες κοινωνικές μεταβιβάσεις, η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση θα πρέπει να προστατεύονται ή να επεκταθούν για περισσότερο περιεκτική ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς. Οι συνεχείς προσπάθειες για την ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας, μεταξύ άλλων μέσω μιας ενιαίας πύλης για παροχές, θα προστατεύσουν καλύτερα τους ευάλωτους.
Τράπεζες
Το τραπεζικό σύστημα παρέμεινε ανθεκτικό με στήριξη από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές ενίσχυσης των ισολογισμών των ιδρυμάτων, επισημαίνει το ΔΝΤ.
Η ποιότητα ενεργητικού βελτιώθηκε περαιτέρω, με τον δείκτη ΜΕΔ να μειώνεται κάτω από το 5% το δεύτερο τρίμηνο σε συστημικά σημαντικές τράπεζες, με στήριξη από τις συνεχιζόμενες τιτλοποιήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής.
Ο χαμηλότερος δείκτης ΜΕΔ, σε συνδυασμό με τα υψηλότερα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, συνέβαλαν σε ισχυρή ανάκαμψη των τραπεζικών κερδών, ενισχύοντας την κεφαλαιακή επάρκεια.
Εν μέσω συνεχιζόμενων εισροών καταθέσεων λόγω ισχυρής ανάπτυξης, το τραπεζικό σύστημα διατήρησε επίσης σημαντικά αποθέματα ρευστότητας παρά τις σημαντικές αποπληρωμές των στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (TLTRO).
Η παρακολούθηση και η διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τα επιτόκια, τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση, καθώς και τα πιστωτικά ανοίγματα θα πρέπει να ενισχυθούν, υποστηριζόμενες από μια ισχυρή τραπεζική κεφαλαιακή βάση.
Η καταλληλότητα των στρατηγικών διαχείρισης κινδύνων πρέπει να παρακολουθείται στενά σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων για περισσότερο χρονικό διάστημα.
Οι επόπτες πρέπει να παρακολουθούν και να ελέγχουν με stress test τη χρηματοδότηση των τραπεζών και τις συνθήκες ρευστότητας, καθώς η αντικατάσταση των TLTRO με πιο ακριβή χρηματοδότηση από την αγορά μπορεί να δημιουργήσει προκλήσεις.
Η προληπτική διαχείριση των πιστωτικών κινδύνων είναι ζητούμενη για να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες διατηρούν άνετα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας.
Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι οι τράπεζες προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα για να εξασφαλίσουν βιώσιμη κερδοφορία, ενώ τα προσωρινά αυξημένα κέρδη θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας και την αποκατάσταση της ποιότητας του κεφαλαίου.
Η εργαλειοθήκη της μακροπροληπτικής πολιτικής θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω και να χρησιμοποιηθεί πιο ενεργά για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα.
Συμπληρώνοντας τη οργανική ανάπτυξη κεφαλαίων και τις εκδόσεις τίτλων, η ενεργοποίηση ενός θετικού ουδέτερου αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος θα βοηθούσε τις τράπεζες να προφυλαχθούν από πιθανούς συστημικούς κλυδωνισμούς.
Στα στεγαστικά δάνεια, μέτρα όπως τα ανώτατα όρια του λόγου δανείου προς αξία ακινήτου και της δόσης του δανείου προς το εισόδημα, θα ενίσχυαν την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και κατά συνέπεια θα περιόριζαν τρωτά σημεία στο τραπεζικό σύστημα, έναντι της πιθανής έκρηξης της στεγαστικής πίστης.
Διαβάστε επίσης:
Μπορέλ: Η EE έχει μέχρι στιγμής προμηθεύσει πάνω από 300.000 πυρομαχικά στην Ουκρανία
Μητσοτάκης: Η Ελλάδα μια από τις σταθερότερες Οικονομίες στην Ευρωζώνη
Συγγενείς ομήρων της Χαμάς άρχισαν πορεία από Τελ Αβίβ προς Ιερουσαλήμ