Στην εξίσωση του κατώτατου μισθού του ιδιωτικού τομέα με τις κατώτατες αποδοχές στον δημόσιο τομέα προχωράει η κυβέρνηση, θεσμοθετώντας ετήσια δημόσια διαβούλευση και με την συμμετοχή των εκπροσώπων των δημοσίων υπαλλήλων.

Σύμφωνα με πληροφορίες του mononews.gr, οι δυο αλλαγές θα περιλαμβάνονται στη νομοθετική παρέμβαση που προωθεί η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τις συλλογικές συμβάσεις έως το τέλος Νοεμβρίου, στο  πλαίσιο εφαρμογής της κοινοτικής οδηγίας.

1

Η κυβέρνηση προωθεί την αναθεώρηση της νομοθεσίας για να καταστεί υποχρεωτική η σύναψη κλαδικών και επιχειρησιακών συμβάσεων για το 80% των εργαζομένων.

Σύμφωνα με νομικούς, οι τριετίες και η αύξηση μισθού ισχύει μόνο για όσους αμείβονται με τα κατώτατα όρια, για τους υπόλοιπους οι μισθοί παραμένουν ίδιοι και μάλιστα μειωμένοι με μονομερή απόφαση του εργοδότη.

Αυτό το μέτρο στοχεύει στην αύξηση των αμοιβών και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας για τους εργαζομένους, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ).

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, βασική επιδίωξη είναι να φτάσουν οι ονομαστικοί μισθοί στα 1.500 ευρώ κατά την ολοκλήρωση της κυβερνητικής θητείας.

Σύμφωνα με τον εργατολόγο Γιάννη Καρούζο, «οι κατώτατοι μισθοί σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα στη χώρα μας θα πρέπει να εξασφαλίζουν αξιοπρεπής συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, ενώ τα κράτη μέλη, όπως και η Ελλάδα θα πρέπει να προωθήσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Στα πλαίσια αυτά η χώρα θα πρέπει να επικυρώσει τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία το αργότερο μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου».

Γιάννης Καρούζος, Δικηγόρος-Εργατολόγος
Γιάννης Καρούζος, Δικηγόρος-Εργατολόγος

Όπως εξηγεί η νέα οδηγία έχει ως στόχο να βελτιώσει τις συν θήκες διαβίωσης όλων των εργαζομένων στην ΕΕ και εξασφαλίσει την οικονομική και κοινωνική τους πρόοδο.

Οι νέοι κανόνες καθορίζουν συγκεκριμένες προδιαγραφές όσον αφορά την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία ή στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Το υπουργείο Εργασίας θα αναλαμβάνει ετήσια ή μεγαλύτερης διάρκειας προγράμματα δράσης για να ενισχυθεί η συλλογική διαπραγμάτευση, κάτι που υστερεί η χώρα μας. Χωρίς να υπάρχουν μηχανισμοί επίσημοι μηχανισμοί καταγραφής των συλλογικών συμβάσεων, φαίνεται ότι το ποσοστό κινείται στο 25%- 28%, όταν στην ΕΕ αγγίζει το 80%.

Αυτό σημαίνει ότι βελτιώνεται μόνο ο θεσμοθετημένος κατώτατος μισθός ενώ οι υπόλοιποι κλαδικοί μισθοί λείπουν ή δεν εξελίσσονται τόσο γρήγορα.

Αυτή η «αδικία» συγχρονίζεται ταυτόχρονα με την αδικία των περίφημων «κλειστών» μισθών, που έχουν συμφωνηθεί με ατομική σύμβαση εργασίας και δεν εξελίσσονται ώστε να δουν μια ουσιαστική αύξηση μπροστά στην απώλεια της αγοραστικής τους δύναμης. Τέτοιες περιπτώσεις, παρά το «ξεπάγωμα» των τριετιών δεν θα δουν καμία αύξηση. Αντίθετα, συνάδελφοι των εργαζομένων αυτών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό είδαν σημαντική αύξηση των αποδοχών τους τα τελευταία χρόνια.

Ζητούν κλαδικές συμβάσεις οι εργαζόμενοι 

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε πρόσφατα η ΓΣΕΕ, η πλειονότητα των εργαζομένων στηρίζει την ανάγκη για δεσμευτικές κλαδικές συμβάσεις. Ειδικότερα, το 82% των εργαζομένων θεωρεί ότι οι κλαδικές συμβάσεις είναι απαραίτητες για όλους τους εργοδότες, ενώ το 85% τις βλέπει ως κρίσιμες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας.

Η έρευνα δείχνει ότι οι κλαδικές συμβάσεις είναι θεμελιώδεις για την προστασία των αμοιβών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, καθώς και για την υποστήριξη κρίσιμων κλάδων της οικονομίας. Οι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν την επίδραση των συλλογικών συμβάσεων σε διάφορους τομείς:

– το 85% πιστεύει ότι οι συλλογικές συμβάσεις είναι απαραίτητες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας,

– το 83% αναγνωρίζει την επίδρασή τους στη ρύθμιση του χρόνου εργασίας,

– το 80% θεωρεί κρίσιμες τις συμβάσεις για τη διασφάλιση συνθηκών υγείας,

– το 73% συνδέει τις συμβάσεις με την αύξηση των αμοιβών,

– το 71% βλέπει τη συμβολή τους στην επίλυση διαφορών μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών.

Ωστόσο, παρά την ευρεία υποστήριξη, το 65% των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις αναφέρει ότι δεν έχει παρατηρήσει βελτίωση στην εργασία του από την αρχή του 2023 μέχρι σήμερα, υποδεικνύοντας την ανάγκη για αναβάθμιση του θεσμού. Από τους εργαζόμενους που έχουν παρατηρήσει βελτιώσεις χάρη στις συλλογικές συμβάσεις:

– το 83% αναφέρει αύξηση του μισθού,

– το 24% αναφέρει ευνοϊκότερη ρύθμιση του ωραρίου,

– το 14% αναφέρει σύναψη πρόσθετου ασφαλιστικού συμβολαίου.

Νέα οδηγία 

Εντός Νοεμβρίου η κυβέρνηση θα πρέπει, σύμφωνα με κοινοτική οδηγία, να προχωρήσει στην αναθεώρηση της νομοθεσίας, για να καταστεί υποχρεωτική η σύναψη κλαδικών και επιχειρησιακών συμβάσεων για το 80% των εργαζομένων.

Σύμφωνα με πληροφορίες στο σχέδιο νόμου θα περιλαμβάνεται και η εξίσωση κατώτατου μισθού ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Επίσης θα θεσμοθετηθεί διαβούλευση για την αύξηση του κατώτατου μισθού του Δημοσίου τομέα. Ο στόχος είναι να εξασφαλιστούν καλύτεροι μισθοί για τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, βάσει της κοινοτικής οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς μισθούς στην ΕΕ.

Το νέο σχέδιο νόμου θα πρέπει να προβλέψει μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων την αύξηση του ποσοστού κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις, στο 80% από 30% που είναι σήμερα. Ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί με άρση των περιορισμών που ισχύουν στην υπογραφή κλαδικών συμβάσεων, την επέκτασή τους, και την κήρυξη τους ως υποχρεωτικών αλλά και με ενίσχυση του ρόλου των κοινωνικών εταίρων στη διαμόρφωση του εκάστοτε κατώτατου μισθού.

Στις κλαδικές συμβάσεις για παράδειγμα για να υπογραφούν συμφωνίες με τα συνδικάτα θα πρέπει οι εργοδότες που μετέχουν στις διαπραγματεύσεις να απασχολούν πάνω από το 50% των εργαζομένων του κλάδου τους. Στον νέο νόμο το κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας μπορεί να κατεβεί καθώς η κοινοτική οδηγία ζητάει αύξηση και όχι απαγόρευση των συμβάσεων είτε κλαδικές είναι αυτές είτε επιχειρησιακές που υπερτερούν έναντι όλων των άλλων.

Διαβάστε επίσης:

ΔΥΠΑ: Ξεκινούν οι αιτήσεις για το ειδικό Εποχικό Βοήθημα του 2024 – Τα ποσά και οι δικαιούχοι

Ερώτηση Δημήτρη Τσιόδρα στην Κομισιόν: Άμεσα μέτρα για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Κώστας Τσιάρας: Οι μεταρρυθμίσεις που προωθεί η Ελλάδα στην ΚΑΠ – Σε πρώτο πλάνο και το πρόβλημα της λειψυδρίας