ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το ιδιωτικό χρέος προβληματίζει σοβαρά τα κυβερνητικά στελέχη και όπως φαίνεται μάλλον δεν προσδοκά να γεμίσει τα κρατικά ταμεία από τα οφειλόμενα. Την ίδια ώρα τα ληξιπρόθεσμα χρέη στην εφορία έχουν «εκτοξευθεί» λόγω της αδυναμίας των νοικοκυριών να ανταποκριθούν στην «φοροκαταιγίδα». Σε μια ύστατη προσπάθεια το Υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζεται να προχωρήσει στο ξεκαθάρισμα του τεράστιου όγκου των φορολογούμενων που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές ενώ ταυτόχρονα ξεκινά όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για την έναρξη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών. Στόχος είναι να διευκρινιστεί ποιοι από τους φορολογούμενους μπορούν να εξοφλήσουν αλλά δεν το κάνουν και ποιες είναι εκείνες οι επιχειρήσεις που έχουν πτωχεύσει με αποτέλεσμα οι οφειλές τους να χαρακτηριστούν ως ανεπίδεκτες είσπραξης και να διαγραφούν.
Επίσης γίνονται ρυθμίσεις και διαγραφές οφειλών προς το δημόσιο, δηλαδή εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία, προς όφελος τόσο των επιχειρήσεων που θα συνεχίσουν τη λειτουργία τους, όσο και του δημοσίου που θα συνεχίσει να εισπράττει οφειλές από τις βιώσιμες επιχειρήσεις που δεν θα οδηγηθούν σε πτώχευση.
Οι προϋποθέσεις
Το πλαίσιο που ισχύει στις διαγραφές οφειλών περιγράφεται σε έγγραφο του υπουργείο Οικονομικών, που κατατέθηκε στη Βουλή και περιλαμβάνεται στο επικαιροποιημένο μνημόνιο. Σύμφωνα με αυτό προϋπόθεση για τη διαγραφή οφειλής προς το Δημόσιο, είναι ο χαρακτηρισμός αυτής ως ανεπίδεκτης είσπραξης υπό τις προϋποθέσεις και με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 82 του Κ.Ε.Δ.Ε. και η πάροδος 10 ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου έγινε καταχώριση της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης, με εξαίρεση την περίπτωση σωρευτικής συνδρομής των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 82Α του Κ.Ε.Δ.Ε., οπότε υφίσταται δυνατότητα διαγραφής και πριν από την πάροδο δεκαετίας.
Τα προαναφερθέντα ισχύουν και σε περίπτωση οφειλών πτωχευσάντων οφειλετών, φυσικών ή νομικών προσώπων.
Επιπλέον, τονίζεται στο έγγραφο υπάρχουν και οι γενικής ισχύος διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα περί της δυνατότητας απαλλαγής του πτωχού οφειλέτη φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του με απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου, οι οποίες εφαρμόζονται σε νέες πτωχεύσεις φυσικών προσώπων που ήταν εκκρεμείς κατά τις 22/12/2016 (έναρξη ισχύος του ν. 4446/2016) ή κηρύχθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή.
Όσον αφορά στη διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο λόγω παραγραφής, το βασικό νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει, είναι οι διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού (άρθρα 86 έως 89 του ν. 2362/1995-ΦΕΚ 247 Α’ ή 136 έως 139 του ν. 4270/2014-ΦΕΚ 143 Α, ανάλογα με το χρόνο βεβαίωσης των προς είσπραξη οφειλών) ή του άρθρου 51 του ν. 4174/2013-ΦΕΚ 170Α’ (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας), κατά περίπτωση. Συστηματική παρουσίαση των διατάξεων περί παραγραφής των απαιτήσεων του Δημοσίου περιλαμβάνεται στην εγκύκλιο οδηγία ΠΟΛ 1154/2016. Ενδεικτικά επισημαίνεται ότι η προθεσμία παραγραφής πτωχευτικών χρεών διακόπτεται με την αναγγελία στην πτώχευση και αρχίζει εκ νέου με την οριστική περάτωση αυτής (βλ. άρθρο 266 Αστικού Κώδικα), σε ορισμένες δε περιπτώσεις, βάσει ειδικών διατάξεων του Δημόσιου Λογιστικού (βλ. άρθρο 88 παρ. 1 γ του ν. 2362/1995 και 138 παρ. 1γ του ν. 4270/2014), δεν αρχίζει νέος χρόνος παραγραφής μετά το πέρας της πτώχευσης.
Πότε χαρακτηρίζονται «ανεπίδεκτα»
Τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού χρεών ως ανεπίδεκτων είσπραξης, κωδικοποίησε η εγκύκλιος του ΥΠΟΙΚ (ΠΟΛ 1151/2016). Όπως σημειώνει, με τις νέες διατάξεις επιταχύνεται η διαδικασία χαρακτηρισμού οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης προβλέπεται για το χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες για τον εντοπισμό των πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης. Στην περίπτωση αυτή ένα ηλεκτρονικό μέσο για να είναι πρόσφορο αρκεί να συνεισφέρει, κατά την κοινή πείρα και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ικανώς στον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων.
Αναλυτικότερα, ο χαρακτηρισμός χρεών ως ανεπίδεκτων είσπραξης προϋποθέτει ότι:
1. Λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη.
2. Διενεργήθηκε εκτεταμένη έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής.
3. Διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
4. Ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό.
5. Διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία. Ειδικά για τις οφειλές στα Τελωνεία ο οριζόμενος ελεγκτής θα απευθύνεται στην αρμόδια Φορολογική Αρχή για τη λήψη των ανωτέρω απαιτούμενων στοιχείων.
6. Σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωση αυτής, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο.
7. Όλες οι ανωτέρω έρευνες, ενέργειες και μέτρα έχουν ολοκληρωθεί ή ληφθεί και κατά των συνυπόχρεων προσώπων χωρίς να προκύψει δυνατότητα αποπληρωμής τους χρέους.
8. Η δέσμευση του συνόλου (100% και ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης μεταξύ του οφειλέτη ή των συνυπόχρεων προσώπων και του πιστωτικού ιδρύματος), των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών, μέχρι του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο και των συμβεβαιωμένων οφειλών προς τρίτους, επεκτείνεται στο περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να αποτραπεί η απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και να επιβληθούν τα προβλεπόμενα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.