Θετικό προηγούμενο, εν αναμονή της Moody’s την ερχόμενη εβδομάδα από την οποία η χώρα διεκδικεί εδώ και καιρό την επενδυτική βαθμίδα, αποτελεί η απόφαση του καναδικού οίκου DBRS να αναβαθμίσει τη χώρα κατά μια βαθμίδα στο BBB, από BBB low, με σταθερή προοπτική (outlook). Η περαιτέρω μείωση του κινδύνου που αποδίδει στη χώρα η DBRS ήλθε μάλιστα σε μια μέρα που κορυφωνόταν στη Βουλή η σύγκρουση επί της πρότασης μομφής, η οποία απορρίφθηκε μεν με 157 ψήφους αλλά είχε ως φόντο τις μαζικές διαδηλώσεις για τα Τέμπη που συνέθεσαν την μεγαλύτερη πολιτική κρίση την οποία κλήθηκε να διαχειριστεί η κυβέρνηση στην διακυβέρνηση της. Δεν είναι τυχαίο πως στην ανακοίνωση του μετά την αναβάθμιση ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης χαρακτηρίζοντας την νέα αναβάθμιση ως μία ακόμη ψήφο εμπιστοσύνης στις οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης σημείωσε πως αποτελεί παράλληλα «και υπενθύμιση, ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, να συνεχιστεί μια συνετή οικονομική πολιτική και να παραμείνει η Ελλάδα μακριά από το λαϊκισμό και την πολιτική αστάθεια». 

Στην έκθεση του ο διεθνής οίκος αναφέρει πως πρόσφατες εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένου του αποτελέσματος των τελευταίων Ευρωεκλογών δείχνουν περιορισμό της υποστήριξης προς το κυβερνών κόμμα. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου το κυβερνών κόμμα υπό την ηγεσία του Κ. Μητσοτάκη διαθέτει ισχυρή κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή η οποία παρέχει πολιτική σταθερότητα και συνέχεια στις πολιτικές. Αυτό σύμφωνα με τον οίκο βοηθά τη χώρα να πετύχει τους στόχους και τα ορόσημα του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ όπως τονίζει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις στο πλαίσιο του Ελλάδα 2.0 παραμένουν προτεραιότητες για την κυβέρνηση.

1

Ο οίκος ωστόσο εμμέσως προειδοποιεί για τον κίνδυνο της χαλάρωσης. «Η Νέα Δημοκρατία» αναφέρει «εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ως προτεραιότητα». «Ωστόσο» προσθέτει «καθώς θα πλησιάζουν οι επόμενες εκλογές υπάρχει κίνδυνος η πρόοδος αυτή να χάσει το μομέντουμ της»

Αυτό το μομέντουμ, στα δημοσιονομικά, τις τράπεζες, το χρέος, τις μεταρρυθμίσεις, και την ανταγωνιστικότητα, είναι εκείνο που ενδιαφέρει τις αγορές, στις οποίες τα επόμενα χρόνια θα στρέφεται ολοένα περισσότερο η χώρα, καθώς όπως προβλέπεται θα μειώνεται σταδιακά η έκθεση μας στο δανεισμό από τους Ευρωπαίους εταίρους. Σε αυτό το πλαίσιο εκείνο που θα αναζητείται προκειμένου η χώρα να ανεβαίνει ταχύτερα στην κλίμακα της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς ακόμη απέχει πολύ από τα επίπεδα που ήταν το 2010 προτού ξεσπάσει δηλαδή η δημοσιονομική κρίση, είναι διαρκής πρόοδος σε συγκεκριμένα μέτωπα, την οποία θα καλείται να φέρει εις πέρας κάθε πολιτική δύναμη που θα κληθεί να κυβερνήσει τα επόμενα χρόνια. Μέσω των επόμενων εκλογών αλλά και των μεθεπόμενών.

Προς το παρόν, εκείνο που έχει μεγάλη αξία είναι να δούμε την ερχόμενη εβδομάδα, μετά την ετυμηγορία της Moody’s κατά πόσο η πολιτική αναταραχή των τελευταίων ημερών θα αποτυπωθεί, ή όχι, στην όποια αξιολόγηση από αυτόν τον οίκο. Η Moody’s είναι ο μοναδικός οίκος που δεν έχει δώσει στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα, επιμένοντας σε μια συντηρητική στρατηγική την οποία δεν ακολουθεί κανένας από τους υπόλοιπους μεγάλους οίκους, αν και, αξίζει να σημειωθεί, πως η Moody’s ήταν ο οίκος που έδινε στη χώρα τη μεγαλύτερη αξιολόγηση προτού ξεσπάσει η κρίση το 2010.

Η αναβάθμιση πάντως από την DBRS το βράδυ της Παρασκευής είχε ως βασικούς οδηγούς, την υπεραπόδοση στην ανάπτυξη, στους δημοσιονομικούς στόχους των πλεονασμάτων – με ιδιαίτερη έμφαση στην διαχείριση του δημοσίου χρέους – την βελτίωση του τραπεζικού συστήματος και την αποσύνδεση του από το Δημόσιο κάτι που για τις αγορές σηματοδοτεί μια στέρεα επιστροφή στην κανονικότητα.

Στα βασικά σημεία που αναδεικνύονται από την νέα έκθεση του διεθνούς οίκου και το σκεπτικό της νέας αναβάθμισης συγκαταλέγονται τα εξής:

– Μείωση Χρέους: Το δημόσιο χρέος εκτιμάται πως πέτυχε μια νέα μείωση 10 ποσοστιαίων μονάδων το 2023 στο 154% του ΑΕΠ, ενώ την ίδια στιγμή τα δημόσια έσοδα συνεχίζουν να υπεραποδίδουν με διευρυνόμενα πρωτογενή πλεονάσματα που εκτιμάται πως θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για αρκετό καιρό. Αυτό το πλαίσιο είναι πιθανόν να διευκολύνει μια επιπλέον αξιόλογη μείωση στο δημόσιο χρέος που η κυβέρνηση αναμένει πως θα υποχώρηση κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2027. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της κυβέρνησης το χρέος θα υποχωρήσει στο 149,1% του ΑΕΠ φέτος που σημαίνει μείωση περίπου 60 ποσοστιαίων μονάδων μέσα σε μια πενταετία, κάτι που όπως αναφέρεται στην έκθεση αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους στη σύγχρονη ιστορία, όπως αναφέρεται στην έκθεση.  Ο οίκος αναγνωρίζει τις καλές πρακτικές διαχείρισης που ακολουθεί το Δημόσιο μέσω του ΟΔΔΗΧ τα τελευταία χρόνια, θωρακίζοντας τη διαχείριση του χρέους από εξωτερικούς κινδύνους με ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό προφίλ. Σημαντική επίσης θεωρείται η ύπαρξη υψηλών ταμειακών διαθεσίμων αλλά και η απόφαση του Δημοσίου να αποπληρώνει πρόωρα υποχρεώσεις προς τους επίσημους πιστωτές, κάτι που αναμένεται να πράξει και φέτος με νέα αποπληρωμή της τάξης των 5 δισ. ευρώ προς την Ευρώπη. Παρόλα αυτά ο οίκος τονίζει πως η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους στηρίζεται πρωτίστως στην ικανότητα της χώρας να διατηρήσει τα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και την ανάπτυξη σε υψηλά επίπεδα καθώς σταδιακά το χρέος προς τον επίσημο τομέα (που αυτή τη στιγμή είναι το μεγαλύτερο ποσοστό) θα αντικατασταθεί σταδιακά από χρέος προς την αγορά, γεγονός που θα καταστήσει τη χώρα πιο ευάλωτη στις διακυμάνσεις των αγορών.

– Πλεονάσματα: Σύμφωνα με την έκθεση οι τελευταίες προβλέψεις της κυβέρνησης παραπέμπουν σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ το 2024, ελαφρώς υψηλότερο από το 2,1% το 2023 κυρίως λόγω περισσότερων εσόδων αλλά και μικρότερων πρωτογενών δαπανών. Ωστόσο σύμφωνα με την έκθεση το πρωτογενές πλεόνασμα θα μπορούσε να αποδειχθεί και υψηλότερο οδηγώντας και σε ένα οριακό δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2024.

– Κίνδυνοι: Ο οίκος προσδοκά πως η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2% ή και υψηλότερα για μια παρατεταμένη περίοδο θα αποτελέσει μια πρόκληση. Όπως όμως επισημαίνει οι ελληνικές αρχές έχουν ένα ισχυρό track record στην ταχεία αποκατάσταση των δημοσιονομικών λογαριασμών κόντρα σε πολλαπλά σοκ τα τελευταία χρόνια. Οι κίνδυνοι για τα δημοσιονομικά παραμένουν και σχετίζονται πρωτίστως με τον κίνδυνο για χαμηλότερη ανάπτυξη που θα μπορούσε να αποδυναμώσει τα δημοσιονομικά έσοδα καθώς και με το ρίσκο μιας νέας ανόδου στις ενεργειακές τιμές που θα απαιτούσε πρόσθετα μέτρα στήριξης. Ο οίκος επισημαίνει και την ευαλωτότητα της οικονομίας στους κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Στον αντίποδα, σε asset μπορούν να εξελιχθούν τα έσοδα από την αποτελεσματικότερη διαχείριση της φοροδιαφυγής, με τον οίκο να παραθέτει στην έκθεση του και τις διαπιστώσεις του ΔΝΤ σύμφωνα με το οποίο το ποσοστό της ανεπίσημης οικονομίας έχει υποχωρήσει αισθητά στο 16% το 2021 από περίπου 30% το 2013

– Περιορισμοί: Η σταθερή προοπτική (outlook) που αποδίδει ο οίκος στην αξιολόγηση της χώρας αντανακλά την πεποίθηση τους πως οι κίνδυνοι γύρω από την τρέχουσα αξιολόγηση είναι ισορροπημένοι. Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έχουν ενδυναμωθεί από σειρά μεταρρυθμίσεων τα τελευταία χρόνια, και από το 2021 και μετά η χώρα υπεραποδίδει έναντι της ευρωζώνης σε όρους ανάπτυξης, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί την προσεχή διετία. Παρόλα αυτά η τρέχουσα αξιολόγηση περιορίζεται από το ότι παρά τη βελτίωση το χρέος παραμένει υψηλό, η οικονομία είναι μικρή σε μέγεθος, ενώ αν και βελτιωμένο τα τελευταία χρόνια, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει επίμονα υψηλό.

– Νέες αξιολογήσεις: Εάν υπάρξει περαιτέρω ουσιαστική μείωση στο χρέος που θα την υποστηρίζουν διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα, και συνεχιστούν οι αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις που θα μπορέσουν να στηρίξουν την εδραίωση βιώσιμης ανάπτυξης, η χώρα θα μπορούσε να αναβαθμιστεί περαιτέρω.

Στον αντίποδα υποβάθμιση θα προκαλέσουν κατά μόνας ή/και συνδυαστικά:

1. Οποιοδήποτε σήμα για παρατεταμένη δημοσιονομική απειθαρχία ή/και η υλοποίηση τυχόν κινδύνων που θα προκαλούσαν μια διατηρήσιμη άνοδο στο χρέος,

2. Αντιστροφή στις μεταρρυθμίσεις

3. Ουσιώδης επιδείνωση στην εξωτερική θέση της χώρας.

Διαβάστε επίσης:

Ελαφρά πάνω από τις προσδοκίες η ανάπτυξη το 2024 – Το βράδυ «μιλά» η DBRS, ελπίδες για αναβάθμιση

Η Λιάνα, η Ζωή κι ο Ιωσήφ Βησσαριώνοβιτς, τα άκρα δεξιά και μία γαρίδα

Κρίσιμες ώρες για τον ανασχηματισμό – Οι πρώτες αποφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη