Εδώ και αρκετές εβδομάδες το οικονομικό επιτελείο έχει ξεκινήσει τις διεργασίες για να «χτίσει» το οικονομικό πρόγραμμα της επόμενης τετραετίας, με το οποίο θα κινηθεί κατά την προεκλογική περίοδο και εφόσον κερδίσει ξανά τις εκλογές, θα εφαρμόσει έως το 2027.

Ήδη, έχει στελεχωθεί η συγκεκριμένη ομάδα που «τρέχει» το προεκλογικό οικονομικό πρόγραμμα, ωστόσο σημείο “κλειδί” αποτελεί ο δημοσιονομικός χώρος για τέτοιες εξαγγελίες. Για πρώτη φορά μετά τις τελευταίες κρίσεις που πέρασε η οικονομία, επανέρχεται η υποχρέωση για την κατάθεση Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος στην Ευρώπη. Πρόκειται για έναν άτυπο προϋπολογισμό τετραετίας, τον οποίο θα πρέπει να υποβάλουν κανονικά κάθε χρόνο τα κράτη μέλη και να τον επικαιροποιούν σε ετήσια βάση, με όλους τους στόχους και τις παρεμβάσεις που ετοιμάζονται.

Το Υπουργείο Οικονομικών θα αποστείλει το ελληνικό σχέδιο στην Κομισιόν μέσα στον Απρίλιο, δηλαδή – θεωρητικά προς το παρόν – εντός προεκλογικής περιόδου. Ωστόσο, όλα τα στοιχεία από τους δημόσιους φορείς θα πρέπει να βρίσκονται στα χέρια του Χρήστου Σταϊκούρα και του Θεοδώρου Σκυλακάκη μέχρι τις 6 Μαρτίου.

Με αυτό τον τρόπο, θα γνωρίζουν όλα τα έσοδα, τις δαπάνες, αλλά και τις προβλέψεις για προσλήψεις των δημόσιων φορέων, συνεπώς και το ετήσιο κόστος τους. Πόσο μάλλον, όταν μια από τις προεκλογικές δεσμεύσεις είναι το νέο μισθολόγιο στο δημόσιο από το 2024.

Οι δημοσιονομικοί στόχοι έως το 2027

Τα μακροοικονομικά σχέδια των φορέων με τις προβολές στην τετραετία για τα έσοδα και τις δαπάνες θα πρέπει να είναι συνδεδεμένα με τον πληθωρισμό, καθώς θα παραμείνει υψηλός και το 2023. Σύμφωνα με την εγκύκλιο που τότε απέστειλε ο αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο εναρμονισμένος δείκτης θα «τρέξει» με ρυθμό 5% φέτος, για να υποχωρήσει στο 2% από το 2024 έως και το 2027.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να ωθήσει το ονομαστικό ΑΕΠ στο 6,6% για το 2023, ωστόσο η πραγματική αύξηση θα είναι μόλις 1,8%, η οποία συμβαδίζει με την επίσημη πρόβλεψη του προϋπολογισμού. Τα επόμενα έτη η αύξηση στο ονομαστικό ΑΕΠ θα είναι κατά 5,1% το 2024, 4,9% το 2025, 4,1% το 2026 και 2,7% το 2027.

Τα πρωτογενή πλεονάσματα και ο δημοσιονομικός χώρος

Αν και προς ώρας δεν καθοριστεί τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα πρέπει να πετυχαίνει η χώρα μας μετά το 2024 από την Κομισιόν, το Υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι αυτά θα αποτυπωθούν στο επίπεδο του 2% του ΑΕΠ κάθε χρόνο.

Άλλωστε η συμφωνία του 2018 προέβλεπε ότι η χώρα μας θα πρέπει να πετυχαίνει πρωτογενή πλεονάσματα, μετά το 2023, της τάξης του 2,2% κατά μέσο όρο. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν εισηγηθεί στην κυβέρνηση να συνεχίσει να διατηρεί αυτά τα ύψη των πλεονασμάτων, προκειμένου η χώρα να δείξει ότι συνεχίζει να κινείται σε δημοσιονομική τροχιά. Άλλωστε στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών τονίζουν πώς το ποσοστό κοντά στο 2% του ΑΕΠ θα αποτελέσει ένα θετικό σημάδι στις αγορές, ώστε στη συνέχεια να επιτευχθεί η πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το οικονομικό επιτελείο προσπαθεί να δημιουργήσει μία ξεκάθαρη εικόνα για τα δημοσιονομικά της χώρας, ώστε να είναι όλα μετρημένα για το 2024 και να μην υπάρχουν αποκλίσεις στον προϋπολογισμό κυρίως στο σκέλος των δαπανών.

Με βάση αυτό το σκεπτικό θα υπάρξει ανοιχτός δρόμος για την κατάρτιση νέων φοροελαφρύνσεων τα επόμενα έτη, με έναν σχετικά ασφαλή υπολογισμό καθώς κάθε φορά που θα δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος θα μπορεί να κατευθύνεται ολόκληρος σε μειώσεις φόρων και κατ’ επέκταση, αύξηση των αποδοχών, όπως άλλωστε έχει εξαγγελθεί προεκλογικά ως ο μεγάλος στόχος της ΝΔ για την επόμενη τετραετία.

Στο τραπέζι οι φοροελαφρύνσεις

Ήδη, το οικονομικό επιτελείο ετοιμάζει το νέο προεκλογικό πακέτο, που θα παρουσιαστεί τις επόμενες εβδομάδες και σε αυτό θα περιληφθούν αρκετές από τις παρεμβάσεις κυρίως στο μέτωπο της φορολογίας που δεν κατέστη δυνατό να εφαρμοστούν τα προηγούμενα χρόνια, λόγω των αλλεπάλληλων κρίσεων.

Μεταξύ αυτών αναμένεται να βρεθούν:

*Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος που καταβάλουν ελεύθεροι επαγγελματίες και επιτηδευματίες: Η αρχή έχει γίνει από φέτος και αφορά όσους αυξάνουν τον μέσο ετήσιο αριθμό εργαζομένων πλήρους απασχόλησης, κατ’ ελάχιστο για 3/12 σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι η Κομισιόν έχει απευθύνει συστάσεις στην κυβέρνηση για κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Σε έκθεσή της για την αξιολόγηση του προγράμματος σταθερότητας για την Ελλάδα πριν μερικούς μήνες, τόνιζε ότι το συγκεκριμένο τέλος οδηγεί σε επιβαρύνσεις με πολύ υψηλούς πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές τις επιχειρήσεις με χαμηλό τζίρο και λειτουργεί ως φραγμός στην επιχειρηματικότητα. Το δημοσιονομικό κόστος ανέρχεται στα 350 εκατ. ευρώ.

*Σταδιακή κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης: Πρόκειται για μια ελληνική… πατέντα, που διατηρείται εδώ και δεκαετίες. Στην “τσιμπίδα” της εφορίας πέφτουν κάθε χρόνο εκατομμύρια φορολογούμενοι, που πληρώνουν υψηλότερους φόρους όχι για τα πραγματικά, αλλά για τα εισοδήματα που η εφορία θεωρεί πως έχουν, με βάση τις αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσής τους. Το συγκεκριμένο μέτρο έχει σημαντικό δημοσιονομικό κόστος, ωστόσο θα μπορεί να εξορθολογήσει την καταβολή των φόρων στη χώρα μας.

*Μείωση του ΦΠΑ: Πρόκειται για ένα μέτρο που είχε εξεταστεί πολλάκις κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, κυρίως για τα τρόφιμα. Ωστόσο, παραμένει συνεχώς στο συρτάρι, λόγω του υψηλού δημοσιονομικού κόστους. Στο τραπέζι βρίσκεται πάντως, η μείωση του υψηλού συντελεστή από το 24% στο 22% και του χαμηλού από το 13% στο 11%.

*Φορολογία επιχειρήσεων: Στην προεκλογική ατζέντα εξετάζεται να περιληφθεί η μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων (εταιρειών) και λοιπών νομικών οντοτήτων από το 22% στο 20%.

*Φορολογία φυσικών προσώπων: Στο τραπέζι βρίσκεται και η μείωση των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα. Σήμερα οι συντελεστές ξεκινούν από 9% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ και φτάνουν έως και το 44% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ.

*Συντελεστές φόρου για ενοίκια: Εσχάτως το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει τη μείωση των φορολογικών βαρών σε όσους έχουν έσοδα από ενοίκια. Συγκεκριμένα, εξετάζουν τα σενάριο να μπει και ένας δεύτερος ενδιάμεσος φορολογικός συντελεστής. Σήμερα ο πρώτος συντελεστής είναι 15% για εισοδήματα από ενοίκια έως 12.000 ευρώ, υπάρχει ένα ενδιάμεσος συντελεστής 35% για εισοδήματα από 12.000 ευρώ έως 35.000 ευρώ και ο υψηλός συντελεστής 45% για εισοδήματα από ενοίκια άνω των 35.000 ευρώ.

*Προκαταβολή φόρου: Το οικονομικό επιτελείο επεξεργάζεται σχέδιο μηδενισμού της προκαταβολής φόρου. Σήμερα κυμαίνεται από 55% έως και 100%. Συγκεκριμένα, για φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα η προκαταβολή φόρου είναι 55%, για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες 80% και για τις τράπεζες 100%. Η προκαταβολή φόρου μειώνεται στο μισό,όταν υποβάλλεται δήλωση για πρώτη φορά από φυσικό πρόσωπο που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Διαβάστε επίσης: