ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Εάν οι πιστωτές της Ελλάδας δεν συμφωνήσουν να δώσουν στη χώρα μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους, οι ελπίδες για επιστροφή στην κανονικότητα θα πέσουν στο κενό, αναφέρει σε σημερινό του δημοσίευμα το πρακτορείο Bloomberg.
Το ποσοστό του χρέους της χώρας προς το ΑΕΠ βρίσκεται σήμερα στο 180% και σε κανένα από τα εξεταζόμενα σενάρια για τη μεταμνημονιακή εποχής το δυσθεώρητο αυτό χρέος δεν μειώνεται ουσιαστικά.
«Όσο ισχύει αυτό, το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας θα παραμένει άλυτο», αναφέρει το δημοσίευμα.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γνωρίζουν πολύ καλά πως πρέπει να κάνουν περισσότερα για την Ελλάδα. Έχουν καταρχήν συμφωνήσει να χαλαρώσουν τους όρους της βοήθειας μετά το 2022 – υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα πετυχαίνει πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3,5% την επόμενη τετραετία και 2% τα επόμενα χρόνια. Μια τέτοια δημοσιονομική λιτότητα για τόσο μεγάλο διάστημα είναι πρωτοφανής, σημειώνουν οι αρθρογράφοι του Bloomberg. Ακόμη και αν η Ελλάδα τα καταφέρει, οι αριθμοί δεν βγαίνουν, προειδοποιούν. Και εξηγούν ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από τους πιστωτές της χώρας δεν αρκούν για να επανέλθει το ελληνικό χρέος σε βιώσιμη τροχιά.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν εγείρει ενστάσεις περί συνταγματικότητας σε ό,τι αφορά την επιλογή μιας δραστικής μείωσης της ονομαστικής αξίας του χρέους (αυτό που ονομάζουμε «κούρεμα»), αλλά οι ενστάσεις αυτές θα μπορούσαν ίσως να ξεπεραστούν εάν η μείωση αυτή συνοδευόταν από νέες δεσμεύσεις από την πλευρά της Αθήνας.
Μια τέτοια διαπραγμάτευση θα μπορούσε να πείσει τους ψηφοφόρους των άλλων κρατών να τείνουν χείρα βοηθείας ακόμη μία φορά προς την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, αυτό θα λειτουργούσε ως κίνητρο για την Ελλάδα να συνεχίσει τις προσπάθειές της για δημοσιονομικό έλεγχο και ενίσχυση της παραγωγικότητας.
Ο οικονομολόγος Μπάρι Άιχενγκριν, καθώς και άλλοι, προτείνουν η δημοσιονομική πειθαρχία να συνδεθεί με ρητά μέτρα μείωσης του χρέους. Για κάθε αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος πάνω από το ελάχιστο απαιτούμενο όριο, να μειώνεται κατά συγκεκριμένο ποσοστό το χρέος, το οποίο θα έχει συμφωνηθεί από την αρχή. Με αυτόν τον τρόπο, θα έβγαιναν οι αριθμοί, υποστηρίζουν οι αρθρογράφοι του πρακτορείου. Το σωστό μείγμα ισορροπημένης δημοσιονομικής πειθαρχίας και ελάφρυνσης χρέους θα μπορούσε να αποφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή τη μείωση του ποσοστού του χρέους προς ΑΕΠ.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι θα έπειθε εύκολα τους επενδυτές –ίσως, μάλιστα, να μην ήταν και αρκετό. Η Ελλάδα χρειάζεται επιπλέον ένα δίχτυ ασφαλείας για την περίπτωση νέας κρίσης σε επίπεδο ρευστότητας. Ένας καλός τρόπος θα ήταν η κυβέρνηση να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμός Σταθερότητας. Η Αθήνα δεν βλέπει με καλό μάτι αυτή την ιδέα γιατί θέλει να κηρύξει «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια φέτος. Εδώ, όμως, έγκειται μια παραπλάνηση: Εάν δεν μειωθεί το ποσοστό το χρέους και δεν έχει η χώρα προβλέψει για ρευστότητα στην πιθανότητα μιας νέας κρίσης, η «καθαρή έξοδος» θα είναι ανώφελη.
Η κατάρτιση ενός αξιόπιστου σχεδίου για την Ελλάδα έχει ήδη αργήσει. Αυτό το καλοκαίρι, το πρόβλημα πρέπει να λυθεί μια για πάντα, καταλήγει το δημοσίευμα.