Ο Βλάντιμιρ Πούτιν πέρα από την εργαλειοποίηση του φυσικού αερίου έχει ακόμα ένα σχέδιο. Επιθυμεί να αντλήσει 70 δις σε γουάν προκειμένου να κάνει χρήση των χρημάτων για χρηματοδότηση της τεχνολογικής και οικονομικής μετάβασης προς την Ασία.

Το project, σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, έχει ήδη «κερδίσει» τη στήριξη κορυφαίων στελεχών της ρωσικής κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένης και της επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, Elvira Nabiullina.

1

Αλλάζει η οικονομική στρατηγική της Ρωσίας

Οι εν λόγω εξελίξεις έρχονται να υπογραμμίσουν το πώς οι δυτικές κυρώσεις έχουν αλλάξει την οικονομική στρατηγική της Ρωσίας, από τη στιγμή που το Κρεμλίνο έχει απολέσει την πρόσβαση σε αποθέματα ξένου συναλλάγματος αξίας 300 δισ. δολαρίων (σχεδόν το 50% από τα συνολικά αποθέματα των 640 δισ. δολαρίων).

Επίσης, όπως αναφέρεται εύστοχα, αντανακλά την προσπάθεια διαφοροποίησης του «χαρτοφυλακίου» της κεντρικής τράπεζας, με το Κρεμλίνο να στρέφεται σε εναλλακτικές πηγές χρήματος, πέραν του δολαρίου και του ευρώ.

Αυτή τη στιγμή, άλλωστε, περίπου το 50% των αποθεμάτων ξένου συναλλάγματος της Μόσχας είναι «παγωμένο» εξαιτίας των κυρώσεων. Γι’ αυτό τον λόγο, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει στραφεί στην απόκτηση συναλλάγματος από άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η «φιλική» Κίνα.

Ο στόχος

Με αυτό τον τρόπο, η Ρωσία σκοπεύει να δαπανήσει τρισεκατομμύρια ρούβλια, τα οποία έχουν συσσωρευτεί από τα έσοδα – ρεκόρ του ενεργειακού τομέα, ανακόπτοντας βραχυπρόθεσμα την ανοδική πορεία του εγχώριου νομίσματος και τονώνοντας την ανταγωνιστικότητα των ρωσικών εξαγώγιμων προϊόντων.

Ας σημειωθεί ότι αυτή τη στιγμή το ρούβλι καθορίζεται στην τιμή των 60,6 ανά δολάριο, έχοντας αποκομίσει κέρδη της τάξης του 20% μέσα στο 2022, χάρη στην υποχρεωτική πληρωμή των ενεργειακών συμβολαίων σε ρούβλι -και όχι σε ευρώ ή δολάριο. Σύμφωνα με έγγραφο της ρωσικής κυβέρνηση, η πρόταση του οικονομικού επιτελείου αφορά τη δαπάνη 4,4 τρισ. ρουβλίων, δηλαδή 70 δισ. δολαρίων, για την αγορά νομισμάτων από φιλικά προσκείμενες χώρες, κυρίως από την Κίνα.

Τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας σε γουάν, ως εκ τούτου, θα μπορούσαν να φθάσουν στα 180 δισ. δολάρια, λαμβάνοντας υπόψη και τις αγορές που έχουν ήδη γίνει. Στις αρχές του 2022, το εν λόγω ποσό ανερχόταν στα 100 δισ. δολάρια, αντιπροσωπεύοντας το 17,1% των συνολικών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Σε μακροπρόθεσμο επίπεδο (δηλαδή μέσα στα επόμενα 3 έως 5 χρόνια), την ίδια ώρα, τα συγκεκριμένα χρήματα αναμένεται να επενδυθούν και να χρηματοδοτήσουν το κόστος αντικατάστασης των δυτικών τεχνολογιών και τη σταδιακή μετάβαση προς την Ασία, σε μια προσπάθεια της Μόσχας να ενταχθεί στο «άρμα» της Ανατολής.

Διαβάστε επίσης

Handelsblatt: Το δολάριο είναι ισχυρότερο απ’ ότι εδώ και καιρό

«Γράψε – σβήσε» στον προϋπολογισμό λόγω φυσικού αερίου

Goldman Sachs: Πρόβλεψη για απογείωση των τιμών ενέργειας μετά το τέλος της ροής στον Nord Stream