Το ευρωπαϊκό στοιχείο, με ηγέτιδα δύναμη τη Μεγάλη Βρετανία, ήταν εκείνο που κυριάρχησε στην απορρόφηση του μεγαλύτερου τμήματος από την έκδοση των 2,5 δισ. ευρώ του νέου ελληνικού ομολόγου.

Στην έκδοση του 5ετούς τίτλου η παρουσία των κερδοσκοπικού χαρακτήρα hedge funds διαμορφώθηκε στο επίπεδο του 11%. Σε επίπεδο εξαιρετικά μειωμένο σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη ελληνική έκδοση του 7ετούς ομολόγου που έγινε πριν από έναν χρόνο και στο οποίο τα hedge funds απορρόφησαν το 32%.

Τα ίδια αυτά κερδοσκοπικά funds είχαν αγοράσει αντίστοιχα το 42% και το 48% των δύο αμέσως προηγούμενων ομολογιακών εκδόσεων 5ετών ομολόγων επί κυβερνήσεων Τσίπρα και Σαμαρά.

Τα στοιχεία αυτά πηγάζουν από διεθνή επενδυτικά στρατηγεία που έχουν λάβει γνώση των «μυστικών» της έκδοσης.

Εκείνο που προκύπτει είναι ότι διαμορφώνεται μια νέα και σαφώς πιο ποιοτική βάση σε ό,τι αφορά το «προφίλ» των αγοραστών των κρατικών μας ομολόγων.

Με… γεωγραφικούς όρους, στη Βρετανία κατέληξε το 42% της νέας έκδοσης.

Βέβαια, και όπως είναι γνωστό, στο City του Λονδίνου είναι η έδρα πολλών διεθνών funds, οπότε η μεγάλη αυτή συμμετοχή δεν μπορεί να αποδοθεί εξ ολοκλήρου στη Μεγάλη Βρετανία.

Δεύτερη δύναμη στους αγοραστές του 5ετούς ομολόγου είναι ο «πυλώνας» Γερμανίας και Αυστρίας που απορρόφησε το 13% της έκδοσης.

Ποσοστό 11% καλύφθηκε από Ιταλούς επενδυτές, γεγονός που επίσης συνιστά στοιχείο έκπληξης.

Στην επόμενη θέση είναι η Ελλάδα, από επενδυτικές δυνάμεις της οποίας καλύφθηκε το 10,5%.

Πιο πίσω βρίσκεται η Γαλλία, η οποία απορρόφησε το 6%, ενώ οι σκανδιναβικές χώρες αγόρασαν το 4,5% και από άλλες ευρωπαϊκές χώρες απορροφήθηκε το 4%.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αγόρασαν το 8,5% του ελληνικού ομολόγου και πιθανότατα η πραγματική τους παρουσία είναι διευρυμένη, αφού αρκετά αμερικανικά funds χρησιμοποιούν για έδρα το Λονδίνο.

Το υπόλοιπο 0,5% καλύφθηκε από άλλες χώρες, στις οποίες φαίνεται να ξεχωρίζουν οι ασιατικές.

Σε ό,τι αφορά την ταυτότητα των επενδυτών και πέραν των hedge funds, ο μεγαλύτερος όγκος των αγορών του νέου ομολόγου εκφράστηκε από fund managers μακράς επενδυτικής πνοής που πήραν περίπου το 68% της έκδοσης.

Άλλο ένα 3% κατανεμήθηκε σε ασφαλιστικές εταιρείες και συνταξιοδοτικά ταμεία, ενώ το υπόλοιπο 18% το πήραν οι τράπεζες σε ίδια χαρτοφυλάκια ή χαρτοφυλάκια πελατών τους.

Εκτιμάται ότι οι ελληνικές τράπεζες μπήκαν στην έκδοση με περίπου 200 εκατ. ευρώ.

Όπως είναι ευνόητο, και πέρα από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και το προφίλ των αγοραστών του νέου ομολόγου, τα συνεπαγόμενα επιτοκιακά κόστη και τα έξοδα είναι σημαντικά για το ελληνικό Δημόσιο. Και κατ’ επέκταση για τους Έλληνες φορολογούμενους.

Για τα 2,5 δισ. ευρώ που αντλήσαμε από τις αγορές, θα κληθούμε να πληρώσουμε συνολικά για την εξυπηρέτησή τους 466,1 εκατ. ευρώ σε χρονικό ορίζοντα 62 μηνών. Και τούτο γιατί το νέο ομόλογο είναι διάρκειας 5,2 ετών, με ετήσιο επιτοκιακό κουπόνι 3,45% και τη συνολική του απόδοση να διαμορφώνεται στο ετησιοποιημένο 3,60% στη λήξη του.

Τα συνολικά κόστη της έκδοσης αντιστοιχούν σε περίπου 7,5 εκατ. ευρώ τον μήνα και πιστοποιούν ότι δεν υπάρχουν «δωρεάν γεύματα» στις αγορές.

Μόνο για το κουπόνι του εξτρά διμήνου, το επιτοκιακό κόστος ανέρχεται συνολικά στα 14,375 εκατ. ευρώ.

Άλλα 431,25 εκατ. ευρώ είναι οι τόκοι που αντιστοιχούν σε ορίζοντα 5ετίας.

Καθώς το συγκεκριμένο ομόλογο έχει εκδοθεί κάτω από την ονομαστική αξία του (λίγο πάνω από το 99,3%), όταν αυτό λήξει θα χρειαστεί να πληρωθούν στους κατόχους του άλλα 17,1 εκατ. ευρώ «εξτρά». Διότι εκείνοι αγόρασαν το ομόλογο κάτω από την ονομαστική του αξία, αλλά θα το πληρωθούν στο 100% αυτής.

Στα παράπλευρα έξοδα θα πρέπει να προστεθούν και άλλα 3,4 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3,1 εκατ. ευρώ αφορούν τις αμοιβές των έξι επενδυτικών τραπεζών που ήταν ανάδοχοι της έκδοσης. Ενώ τα υπόλοιπα είναι αμοιβές των νομικών συμβούλων.

Σε αδρές γραμμές, για τόκους και αποπληρωμή των 2,482 δισ. ευρώ (γιατί τόσα ήταν τα κεφάλαια που αντλήθηκαν), το ελληνικό Δημόσιο θα χρειαστεί να πληρώσει 2,948 δισ. ευρώ συνολικά.

Το μεγάλο ενδιαφέρον για την έκδοση, που ξεπέρασε τα 10 δισ. σε επίπεδο προσφορών, ανάγεται στο γεγονός ότι προσφέρει μακράν την υψηλότερη απόδοση σε ευρώ.

Το αγγλικού Δικαίου νέο πενταετές έχει κόστος μικρότερο από τα δάνεια που έχει λάβει η χώρα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά είναι καταφανώς ακριβότερο από τα επιτόκια των δανειστών της χώρας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Πώς είδε η ίδια η αγορά την πρώτη έκδοση ομολόγου από την Ελλάδα μετά τα μνημόνια

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κλειστή η αγορά για τις τράπεζες παρά την έκδοση του ελληνικού Δημοσίου