Για τη σοβαρότερη ρύθμιση που έχει γίνει μέχρι σήμερα στον αγροτικό χώρο, σε ότι αφορά στη ρύθμιση για τα κόκκινα αγροτικά δάνεια, έκανε λόγο ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, βουλευτής Ευβοίας του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλης Αποστόλου, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για οφειλές που ταλανίζουν εδώ και χρόνια τον αγροτικό χώρο.

“Όταν έγινε η διάσπαση της αγροτικής τράπεζας σε καλή και κακή, στην κακή τράπεζα, στον εκκαθαριστή, πήγαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές και αυτές οι οφειλές όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα και αφορούν είτε μεμονωμένα φυσικά πρόσωπα είτε επιχειρήσεις, είτε συνεταιρισμούς είναι ένα μεγάλο ζήτημα για εμάς”, είπε ο κ. Αποστόλου, διευκρινίζοντας ότι “σε πρώτη φάση αυτό που αγγίζουμε με την τωρινή ρύθμιση είναι οι οφειλές των φυσικών προσώπων αγροτών, οι οποίες αρκεί στις 31/12/2017 να είχαν μία καθυστέρηση που ξεπερνά τις 30 μέρες”.

“Όλες αυτές οι οφειλές των ιδιωτών”, εξήγησε ο υπουργός, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό “Πρακτορείο 104,9 FM”, “μέσα από μία πλατφόρμα που εντός των ημερών θα ανοιχτεί για να υποβάλλονται τα αιτήματα, μπαίνουν πλέον σε μία διαδικασία εξαίρεσης”. Όπως διευκρίνισε, εφόσον η αίτηση ένταξης στην ρύθμιση εγκριθεί, περιλαμβάνει 100% διαγραφή των τόκων υπερημερίας δανείων, επιπλέον διαγραφή τόκων και κεφαλαίου δανείων, βάσει των ήδη αποπληρωμένων ποσών, αφού ληφθεί υπόψη ο Νόμος 3259/2004 για τα πανωτόκια, σύμφωνα με τον οποίο για τους αγρότες οι οφειλές τους δεν μπορούν να υπερβαίνουν το διπλάσιο του ληφθέντος κεφαλαίου, όπως διαμορφώθηκε στη τελευταία εκταμίευση του λογαριασμού, ενώ παρέχεται και η δυνατότητα πώλησης ακινήτων, με σκοπό την εξόφληση του εναπομείναντος χρέους.

“Ανάλογα με τον τρόπο πληρωμής -πέραν του 100% της διαγραφής των τόκων υπερημερίας- αν μέσα σε τρεις μήνες γίνει ολική εξόφληση του εναπομείναντος ποσού, η διαγραφή κεφαλαίου μπορεί να φτάσει ακόμα και το 60%. Σε περίπτωση ρύθμισης σε δόσεις του εναπομείναντος ποσού η αποπληρωμή μπορεί να διαρκέσει έως και 10 έτη και η διαγραφή κεφαλαίου να φτάσει το 40%. Αυτοί είναι οι δύο τρόποι προσέγγισης”, πρόσθεσε ο κ. Αποστόλου.

Οι δόσεις, όπως σημείωσε, “εκ των πραγμάτων θα λαμβάνουν υπόψη τι εισόδημα υπάρχει από πλευράς του αγρότη, τη βιωσιμότητα της δραστηριότητάς τους, καθώς θέλουμε να μην πνίξουμε τον αγρότη, του δίνουμε τη δυνατότητα να επαναδιατυπώσει κατά κάποιον τρόπο τον έλεγχο των οικονομικών του δεδομένων”.

Σε ό,τι αφορά τις οφειλές των επιχειρήσεων του αγροτικού χώρου και των συνεταιριστικών οργανώσεων, ο κ. Αποστόλου διευκρίνισε: “Εφόσον λειτουργούν οι επιχειρήσεις, είτε ιδιωτικές είτε συνεταιριστικές, μπορούν να μπουν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού, πρέπει να υποβάλουν αντίστοιχο αίτημα στις τράπεζες –και στις εμπορικές και στον εκκαθαριστή. Όσες δεν λειτουργούν και είναι αρμοδιότητας ιδιαίτερα των συνεταιριστικών οργανώσεων, επειδή θέλουμε να υπερασπιστούμε την αγροτική περιουσία εκεί έχουμε συστήσει μία ομάδα εργασίας , στην οποία συμμετέχουν και η Ενιαία Ειδική Εκκαθάριση ΑΕ- PQH και το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, για να δούμε πώς θα προσεγγίσουμε την υπεράσπιση της συγκεκριμένης περιουσίας μέσα από εάν λογαριασμό, τον ΟΔΙΑΓΕ, που εμείς έχουμε συστήσει”.

Ερωτηθείς εξάλλου σχετικά με την συζήτηση για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και την προτεινόμενη αναθεώρηση της αγροτικής πολιτικής με μείωση των ενισχύσεων, ο υπουργός σημείωσε: “Σε σχέση με αυτά λέγονταν στην αρχή, τόσο για την Κοινή Αγροτική Πολιτική μέσα από το Ταμείο Συνοχής, όσο και για τη σύγκλιση των ενισχύσεων, από τις απόψεις μείωσης 20-30% ή άμεσης σύγκλισης των ενισχύσεων, οι απόψεις οι οποίες κατατέθηκαν από τον επίτροπο προϋπολογισμού γύρω έχουν στο 4-5% μείωση της ΚΑΠ, τις συγκλίσεις να μην γίνουν και να εξακολουθεί να υπάρχει ένα όριο του διπλάσιου ποσοστού από τον μέσο όρο, από ό,τι φαίνεται στην Ελλάδα. Είναι ανοιχτά τα θέματα, θα επιμείνουμε”.