Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για το μεγάλο στοίχημα της 8ης Ιουλίου, ημέρα κατά την οποία αναμένεται αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από το διεθνή οίκο Fitch, με την Αθήνα να ελπίζει σε μια αναβάθμιση που θα δώσει ανάσα στην ελληνική αγορά.

Ο βαθμός δυσκολίας ωστόσο παραμένει σημαντικός  καθώς η αξιολόγηση γίνεται σε μια περίοδο ισχυρών προκλήσεων, με τις πιέσεις στα ομόλογα του Νότου να συνεχίζονται και εν αναμονή της πρώτης αύξησης επιτοκίων στις 21 Ιουλίου αλλά και των ανακοινώσεων για τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης από την ΕΚΤ την ίδια ημέρα.

Από την άλλη πλευρά, οι περισσότερο αισιόδοξοι ελπίζουν πως ο οίκος θα δει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά στην ελληνική οικονομία, αποφασίζοντας να δώσει την πολυπόθητη αναβάθμιση φέρνοντας και αυτός την Ελλάδα ένα σκαλί πριν την επενδυτική βαθμίδα. Παρά την αβεβαιότητα διεθνώς, η Ελλάδα βγαίνει από την ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία, με τους Ευρωπαίους που είναι οι βασικοί πιστωτές της χώρας να στέλνουν μήνυμα εμπιστοσύνης στις αγορές.

Ταυτόχρονα η χώρα οδεύει φέτος προς ανάπτυξη κατ’ ελάχιστον 3,1% – 3,2%, σύμφωνα με τις διαθέσιμες εκτιμήσεις, ενώ κυβερνητικές πηγές δεν αποκλείουν ακόμη καλύτερες επιδόσεις ακόμη και στο 4% ή και 5% όπως έχει αποκαλύψει το Mononews. Την ίδια στιγμή που η ευρωζώνη φλερτάρει με την ύφεση. Στα ισχυρά χαρτιά για τη χώρα συγκαταλέγεται η ύπαρξη ενός πολύ υψηλού αποθέματος ταμειακών διαθεσίμων, σχεδόν 39 δισ. ευρώ,  που είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, καθώς και το ότι η κυβέρνηση, παρά τις μεγάλες ανάγκες για παροχές, δηλώνει σε κάθε ευκαιρία τη δέσμευση της πως δεν θα υπερβεί το στόχο για πρωτογενές έλλειμμα 2% φέτος.

Το βέβαιο είναι πως ο διεθνής οίκος θα έχει πολλά να ζυγίσει προτού αποφασίσει εάν θα κινηθεί ή όχι σε αυτή τη φάση με αναβάθμιση ή εάν θα τηρήσει στάση αναμονής μέχρι την  επόμενη προγραμματισμένη του αξιολόγηση στις 7 Οκτωβρίου. Με δεδομένο πάντως πως μιλάμε για μια αξιολόγηση που δεν θα είναι η καθοριστική που θα φέρει τη χώρα στην επενδυτική βαθμίδα, όλα είναι ανοικτά για μια θετική έκπληξη την ερχόμενη Παρασκευή.

Στο κλείσιμο της προηγούμενης εβδομάδας το ελληνικό δεκαετές κινούνταν στην περιοχή του 3,7%, με το ιταλικό πλέον σε απόσταση αναπνοής στο 3,5%, καταδεικνύοντας το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ιταλία που είναι αφενός μια πολύ μεγαλύτερη χώρα από την Ελλάδα και κυρίως με επενδυτική βαθμίδα. Κοντά στο 2,5% κινούνται Ισπανία και Πορτογαλία ενώ το γαλλικό δεκαετές ήταν πλησίον του 2% και το γερμανικό του 1,5%.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters η ΕΚΤ εφεξής θα αγοράζει ομόλογα Ελλάδας, Ιταλίας, Ισπανίας και Πορτογαλίας χρησιμοποιώντας μέρος των κερδών που θα αποφέρουν με τη λήξη τους τα ομόλογα Γερμανίας, Γαλλίας και Ολλανδίας. Στόχος της είναι να προχωρήσει στο σχέδιο της για σταδιακές αυξήσεις των επιτοκίων έχοντας αναχώματα για τις πιο ευάλωτες χώρες.

Όπως επισημαίνει το Reuters τα κέρδη από τα ομόλογα που λήγουν Ιούλιο και Αύγουστο θα είναι σημαντικά αλλά η ΕΚΤ γνωρίζει ότι δεν επαρκούν αυτές  οι επανεπενδύσεις από μόνες τους για να καθησυχάσουν τους επενδυτές Στο πλαίσιο αυτό επιταχύνει τις προσπάθειες της για τη σύσταση νέου εργαλείου το οποίο θα της επιτρέψει να κάνει νέες αγορές ομολόγων από τις χώρες όπου υπάρχει ανάγκη με την προϋπόθεση ότι θα τηρούνται κάποια κριτήρια.

Οι σχετικές προτάσεις αναμένονται στη συνεδρίαση του δ.σ. της τράπεζας στις 21 Ιουλίου οπότε και η ΕΚΤ θα προχωρήσει στην πρώτη αύξηση επιτοκίων από το 2011 με τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη να κινείται στο 8,6% τον Ιούνιο, από 8,1% τον Μάιο, υπερβαίνοντας τις προσδοκίες της αγοράς και σημειώνοντας νέο ιστορικό υψηλό.

Διαβάστε επίσης

Στις 8 Ιουλίου ο χρησμός της Fitch – Ανάσα για τα ελληνικά ομόλογα;