Κωστής Χατζηδάκης, Υπουργός Εργασίας
Τη δυνατότητα να ζητήσουν από τον εργοδότη τους να εργάζονται για 4 ημέρες την εβδομάδα έχουν πλέον οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα μετά την έκδοση της απαιτούμενης εγκυκλίου από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της διευθέτησης του χρόνου εργασίας παρέχεται η δυνατότητα 4ημερης πλήρους απασχόλησης διάρκειας 40 ωρών εβδομαδιαίως και 10 ωρών ημερησίως, ύστερα από αίτηση του εργαζόμενου. Δεν είναι επιτρεπτή η απασχόληση πέραν των 10 ωρών ημερησίως και των 40 ωρών εβδομαδιαίως που κατανέμεται σε 4ήμερη βάση.
Εφόσον δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση ή δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία με συλλογική σύμβαση, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας που προβλέπεται στο νόμο 1892/1990, μπορεί να εφαρμοστεί κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου, με ατομική συμφωνία.
Στην περίπτωση αυτή, ο εργοδότης εξετάζει υποχρεωτικά τα αιτήματα εργαζομένων για σύναψη ατομικής συμφωνίας και προς διευκόλυνση των μερών, μπορεί να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους αφενός τη δυνατότητα να υποβάλλουν αίτηση και αφετέρου τα πεδία των κατά περίπτωση επιχειρησιακών του αναγκών για την εφαρμογή συστήματος διευθέτησης του χρόνου εργασίας.
Ο εργοδότης υποχρεώνεται να υποβάλει τη συμφωνία για διευθέτηση του χρόνου εργασίας στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ», προκειμένου να διευκολύνονται οι έλεγχοι που θα αποτρέπουν τυχόν καταστρατήγηση της νομοθεσίας. Από την έναρξη λειτουργίας του αναβαθμισμένου ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και μετά, το πρόγραμμα εργασίας που αποτυπώνει το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας μετά από αίτηση του εργαζόμενου, θα καταγράφεται και θα παρακολουθείται σε πραγματικό χρόνο στο ηλεκτρονικό σύστημα μέτρησης του χρόνου εργασίας.
Σημειώνεται επίσης ότι ενδεχόμενη καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη λόγω μη υποβολής αιτήματος του εργαζόμενου για διευθέτηση, θεωρείται άκυρη. Εξάλλου, σε περίπτωση απόλυσης ή παραίτησης του εργαζόμενου πριν την έναρξη της περιόδου μειωμένης απασχόλησης, ο εργαζόμενος θα αποζημιωθεί για τις επιπλέον ώρες που εργάστηκε με τα ωρομίσθια που ισχύουν για υπερεργασία και υπερωρία (δηλαδή προσαύξηση 20% για υπερεργασία, 40% για υπερωρία, 120% για παράνομη υπερωρία).
Να σημειωθεί ότι σε όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους εργασίας και σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, η πλήρης απασχόληση καθορίζεται σε 40 ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες δύνανται να κατανέμονται σε πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή τις διαιτητικές αποφάσεις. Όταν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας ανέρχεται ημερησίως σε 8 ώρες, ενώ όταν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες ωράριο εργασίας ανέρχεται σε 6 ώρες και 40 λεπτά ημερησίως. Με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις ή ατομικές συμβάσεις εργασίας είναι δυνατή η εφαρμογή μικρότερων ωραρίων πλήρους απασχόλησης ημερησίως και εβδομαδιαίως.
Επίσης πλέον το όριο των επιτρεπόμενων υπερωριών ανέρχεται στις 150 ώρες το χρόνο και μέχρι 3 ώρες ημερησίως σε όλους τους κλάδους της οικονομίας ενώ παράλληλα ισχύει η διάταξη (άρθρο 6 του Π.Δ. 88/1999) σύμφωνα με την οποία ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ 4 μηνών, τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών και της υπερεργασίας. Οι υπερωρίες αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 40 %.
Σημειώνεται ότι για το 2021, οι ώρες υπερωριακής απασχόλησης που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, θα αφαιρεθούν από το νέο όριο των 150 ωρών ετησίως.
Σε περιπτώσεις επείγουσας φύσης εργασίας μπορεί να χορηγείται, όπως προβλέπεται από το νόμο, άδεια από τον Γενικό Διευθυντή Εργασιακών Σχέσεων (αντί για τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων που ίσχυε ως τώρα) για υπέρβαση του ορίου των 150 ωρών ετησίως. Οι υπερωρίες αυτές αμείβονται με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 60 %.
Χαρακτηρίζεται ως παράνομη υπερωρία, αντί του όρου κατ΄εξαίρεση υπερωρία που ίσχυε ως τώρα, η υπερωριακή απασχόληση που πραγματοποιείται χωρίς την τήρηση των προβλεπόμενων διατυπώσεων. Η αμοιβή για τις παράνομες υπερωρίες αυξάνεται και ορίζεται στο καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 120% (από 80% που ήταν πριν).