ΜΕΓΑΛΟΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΕΣ:
REBUILDING GREECE:
Η ΕΛΛΑΔΑ 5 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
ΛΙΝΑ
ΜΕΝΔΩΝΗ
Υπουργός Πολιτισμού
Η αρχαιολόγος υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, με καταγωγή από την Χίο, είναι γεννημένη στην Αθήνα.
Αποφοιτώντας το 1977 από το Αρσάκειο Ψυχικού σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με πτυχία, το 1981 από το Κλασικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής και το 1984 από το Ιστορικό και Αρχαιολογικό Τμήμα, ενώ το 1988 αναγορεύθηκε διδάκτωρ του ίδιου Πανεπιστημίου με τον βαθμό «Άριστα».
Από νωρίς συμμετείχε σε πολλά αρχαιολογικά προγράμματα του Πανεπιστημίου Αθηνών και του υπουργείου Πολιτισμού, ήταν επιστημονική συνεργάτης του Προγράμματος Νοτίου Ελλάδος του Κέντρου Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας (1983 – 1988) και επικεφαλής της διεπιστημονικής ομάδας για την αρχαιολογική έρευνα της Κέας.
Από το 1989 κατείχε θέση ερευνητού στο ΚΕΡΑ, ενώ την περίοδο 1995-1998 ήταν επικεφαλής του διεπιστημονικού προγράμματος «Ιστορία του Τοπίου και Τοπικές Ιστορίες. Από το φυσικό περιβάλλον στο πολιτιστικό τοπίο».
Το διάστημα 1994-1999 διετέλεσε ειδική επιστημονική σύμβουλος στο υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και στο υπουργείο Αιγαίου. Η ανάμιξή της με την πολιτική αρχίζει τότε ακριβώς, το 1999, ως γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού επί υπουργίας Ελισάβετ Παπαζώη. Ακολούθως, η κυρία Μενδώνη, ως γενική γραμματέας, θήτευσε στο υπουργείο Πολιτισμού επί δέκα συνολικά χρόνια (1999-2004 και 2009 -2014).
Τον Ιούλιο του 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης της ανέθεσε το υπουργείο Πολιτισμού της κυβέρνησής του. Εργασιομανής, ορθολογίστρια και αποτελεσματική η υπουργός Πολιτισμού διακρίνεται για την βαθιά γνώση της επί των αρχαιολογικών ζητημάτων αλλά και της λειτουργίας του Δημοσίου, ειδικά του υπουργείου Πολιτισμού, που αποτελεί τον θεματοφύλακα της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας αφ' ενός και αφ' ετέρου είναι υπεύθυνο για την σωστή διαχείριση και την ανάδειξή του, παράλληλα με την ανάπτυξη του σύγχρονου πολιτισμού.
Η Λίνα Μενδώνη έχει τιμηθεί με το παράσημο Commendatore (II Clase), Ordine della Stella della Solidarieta’ Italiana της Ιταλικής Δημοκρατίας. Είναι παντρεμένη με τον Παναγιώτη Ν. Δουκέλλη, με τον οποίον έχουν ένα γιο.
Γράφει η υπουργός Πολιτισμού, κ. Λίνα Μενδώνη
Το όραμα μιας νέας Ελλάδας δεν αποτελεί μόνον ανάγκη στο πλαίσιο της εξόδου της χώρας από την κρίση των τελευταίων ετών και όσων άλλων δεινών έχουν μεσολαβήσει, είναι υποχρέωση όλων μας, προς εμάς τους ίδιους αλλά ακόμη περισσότερο προς τη νέα γενιά που ακολουθεί. Πρόκειται για ένα βήμα μπροστά –πολλά θα έλεγα καλύτερα- που καλούμαστε να κάνουμε για το καλό όλων μας. Η οικοδόμηση όμως μιας νέας κατάστασης δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, παρά μόνον κάτω από ένα πρίσμα συνεργασίας, αξιοκρατίας και παραγωγικότητας ώστε τα αποτελέσματα να είναι σοβαρά και ν' αλλάξουν πραγματικά τα κακώς κείμενα της χώρας σε βάθος χρόνου.
Όσον αφορά τον πολιτισμό το ΥΠΠΟΑ βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές προκλήσεις τις οποίες καλείται, όχι απλώς να διαχειριστεί αλλά να τις μετατρέψει σε δημιουργικά εργαλεία ανάπτυξης για το μέλλον. Πρόκειται για μεγάλα έργα, που θα ξαναβάλουν τη χώρα στον παγκόσμιο χάρτη πολιτισμού, όπως είχε συμβεί πριν από δέκα χρόνια με το Μουσείο Ακρόπολης. Και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η επέκταση και η αναβάθμισή του είναι ένα τέτοιο έργο, πόσω μάλλον, που συγκριτικά με το Μουσείο Ακρόπολης διαθέτει πολύ περισσότερες συλλογές, οι οποίες δεν μπορούν να αναδειχθούν, λόγω χώρου, όσο και όπως τους αξίζει.
Το έργο του Εθνικού σε συνδυασμό με την αξιοποίηση του Ακροπόλ ως χώρου σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας και σε συνέργεια με το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, καθώς δημιουργούν έναν υπερτοπικό πολιτιστικό πόλο αναμένεται άλλωστε, πέραν των άλλων, να αλλάξουν επί τα βελτίω την εικόνα όλης της περιοχής της Πατησίων, συμβάλλοντας στην επίλυση και άλλων προβλημάτων της. Η μελέτη σκοπιμότητας που συντάσσεται αυτή τη στιγμή είναι το πρώτο βήμα για ν΄ αρχίσει αυτό το μεγάλο έργο.
Ανάλογη μελέτη σκοπιμότητας και βιωσιμότητας προβλέπεται και για το κτήμα Τατοΐου ώστε να εξασφαλισθεί η λειτουργία του στο σύνολό του, μετά το πέρας των εργασιών αποκατάστασης των κτιρίων του και των νέων χρήσεων που θα λάβουν, όπως το ανάκτορο, που θα μετατραπεί σε μουσείο. Γιατί το Τατόι ως ιστορική και πολιτισμική ενότητα, δομημένη σε ένα φυσικό περιβάλλον εξαιρετικού κάλλους μπορεί να προσδώσει τεράστια προστιθέμενη αξία στην Αττική και σε όλη τη χώρα. Πρόκειται για δημόσιο πλούτο, που οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να αξιοποιήσουμε.
Ως χώρα με διάσπαρτους σε όλη της την έκταση αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία η Ελλάδα οφείλει εξάλλου να προνοήσει και για τις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή στην πολιτιστική κληρονομιά, υλική και άυλη, λαμβάνοντας μέτρα, που προσωπικά θα αισθανόμουν πιο ήσυχη για το μέλλον, αν αρχίσουν να λαμβάνονται από τώρα. Γι΄αυτό το λόγο άλλωστε συμμετείχαμε στη Σύνοδο Κορυφής για το κλίμα στον Ο.Η.Ε. στην Νέα Υόρκη, με την ελληνική πρωτοβουλία μάλιστα να γίνεται αποδεκτή από 40 κράτη ενώ όπως έχει ανακοινώσει ο πρωθυπουργός το 2020 θα οργανωθεί στην Αθήνα μία Σύνοδος Ηγετών για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά. Και από την μεριά του το υπουργείο Πολιτισμού έχει συγκροτήσει ήδη επιτροπή από στελέχη του και ειδικούς επιστήμονες της ακαδημαϊκής κοινότητας, προκειμένου να διαμορφώσουν τις κατευθυντήριες γραμμές στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, δίνοντας βάρος στην ενσωμάτωση της προστασίας και των ειδικών πολιτικών προσαρμογής και στα αναγκαία μέτρα πολιτικής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της πολιτιστικής κληρονομιάς απέναντι στις όποιες επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή και την αέρια ρύπανση.
Για να γίνουν ωστόσο όλα αυτά απαιτείται ο εκσυγχρονισμός του υπουργείου, τόσο δομικά όσο και με προσλήψεις νέων επιστημόνων, που θα μπορούν να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα, με τις νέες ειδικότητες και τις σύγχρονες τεχνολογίες, όπως έχουν εξελιχθεί διεθνώς. Κι αυτό είναι κάτι, που δεν μπορεί να περιμένει.
Ο πολιτισμός από άποψη οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική αποτελεί για τις σύγχρονες κοινωνίες ένα πολύτιμο κεφάλαιο, που εκτός από το γεγονός ότι είναι φορτισμένο από πλήθος συμβολικών αξιών, δημιουργεί και προστιθέμενες αξίες στην οικονομία λόγω της διασύνδεσής του με παραγωγικούς κλάδους. Ορισμένοι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: Το 2010 ο πολιτισμός είχε συμβάλει σε ποσοστό 4,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, υπερτερώντας της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας. Το 2011 τα έσοδα στη Γαλλία από την πολιτιστική κληρονομιά έφθασαν στα 8,1 δισ. ευρώ ενώ το 2013 τα έργα αποκατάστασης και συντήρησης σε κτίρια – μνημεία αντιπροσώπευσαν το 27,5% της αξίας της κατασκευαστικής βιομηχανίας της Ευρώπης. Δική μας μελέτη, το 2014 είχε καταδείξει εξάλλου, ότι επένδυση 1 ευρώ αποδίδει σε βάθος πενταετίας 3,44 ευρώ. Η οικονομική και αναπτυξιακή διάσταση του πολιτισμού είναι λοιπόν αναμφισβήτητη. Και σ΄ αυτήν οφείλουμε να στηριχθούμε, προκειμένου να προκύψουν χρήματα, που θα επενδυθούν και πάλι στον πολιτισμό. Γιατί πολιτισμός και ανάπτυξη πάνε μαζί, δεν αντιστρατεύεται το ένα το άλλο, όπως κακώς νοούν κάποιοι.
Σε πέντε χρόνια λοιπόν -και πολύ νωρίτερα- θα ήθελα, για παράδειγμα, υψηλές παρεχόμενες υπηρεσίες από αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία, που θα ανεβάζουν το επίπεδο της φιλοξενίας στη χώρα αλλά ταυτόχρονα θα αποφέρουν έσοδα για τον πολιτισμό. Μεγάλα έργα αλλά και μικρότερα να έχουν ολοκληρωθεί ή έστω να βρίσκονται σε καλό δρόμο. Τα μνημεία μας οχυρωμένα απέναντι στους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή. Την σύγχρονη δημιουργία σε ανάπτυξη αλλά και τη δυνατότητα πρόσβασης του κοινού στο πολιτιστικό έργο αυξημένη. Δεν είναι υπερβολικά. Είναι σχέδια πραγματοποιήσιμα. Συντονισμός και δουλειά απαιτείται μόνον.