Ψηλόλιγνη, καστανή, όμορφη… Με μια ομορφιά φυσική, ανεπιτήδευτη, αυθόρμητη… Ευφυής… Με μια ευφυΐα που αποκαλυπτόταν στο βλέμμα της και ήταν δύσκολο να μη διακρίνεις ευθύς αμέσως από τη στιγμή που η ματιά σου συναντούσε τη δική της… Με μια διάθεση για φλερτ, για πλησίασμα, ένα φλερτ αθώο, ωραίο, έξυπνο, από εκείνα που κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται ξεχωριστοί… Με μια πένα μοναδική, χειμαρρώδη, που σε έκανε να πονάς, να νοσταλγείς, να ονειρεύεσαι… Αυτά, και πολλά άλλα, ήταν η Ρίκα Βαγιάννη, για όσους τη γνώρισαν, τη συνάντησαν, εργάστηκαν μαζί της, τη διάβασαν… Πηγαία, διαφορετική και, ναι, ευφυής και όμορφη!
Έφυγε στα 56 της μετά από μάχη με τον καρκίνο. Μια μάχη που όσοι γνωρίζουν λένε ότι έδωσε με περισσή αξιοπρέπεια, έχοντας δίπλα της μόνο τους δικούς της ανθρώπους. Τις τελευταίες δέκα μέρες έδινε μάχη στην εντατική του Ερρίκος Ντυνάν όπου και άφησε την τελευταία της πνοή, ενώ νωρίτερα είχε νοσηλευτεί και στο νοσοκομείο Σωτηρία. Έτσι έφυγε, αθόρυβα, από κοντά μας, μακριά από τον κόσμο που την αγάπησε είτε μέσα από την εικόνα της είτε μέσα από τον λόγο της.
Η ίδια, στο βιογραφικό της σημείωμα, όταν ήταν υποψήφια βουλευτής με το «Ποτάμι» έγραφε για τον εαυτό της: «Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1962. Είμαι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Έχω απασχοληθεί ως ηθοποιός σε πρώτη φάση, στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Παράλληλα, από το 1979 ως το 2012 εργάστηκα χωρίς διακοπή στην έντυπη, ηλεκτρονική και ψηφιακή δημοσιογραφία. Έχω εκδώσει δύο βιβλία για παιδικές ηλικίες. Μιλάω αγγλικά και γαλλικά, είμαι παντρεμένη και έχω ένα γιο, τον Οδυσσέα Στεφανή».
Η Ρίκα Βαγιάννη γεννήθηκε το 1962 στο Έλενα, από δημοσιογραφικό σόι. Η Μαρίκα Ζούλα (ή Ρίκα Βαγιάννη, όπως την ήξεραν όλοι), ήταν κόρη του δημοσιογράφου Οδυσσέα Ζούλα και της Βαρβάρας Δράκου.
Μεγάλωσε στο Παγκράτι, αποφοίτησε από την Ελληνογαλλική Σχολή του Αγ. Ιωσήφ, σπούδασε στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου. Παράλληλα, εξειδικεύτηκε στη μετάφραση της αγγλικής και της γαλλικής γλώσσας, σπουδάζοντας στο Βρετανικό Συμβούλιο και το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος. Ξεκίνησε την επαγγελματική της σταδιοδρομία δοκιμάζοντας τις δυνάμεις της στο χώρο της υποκριτικής αλλά τελικά την κέρδισε η δημοσιογραφία, βαδίζοντας στα χνάρια του αείμνηστου πατέρα της Οδυσσέα Ζούλα αλλά και του πολυαγαπημένου θετού πατέρα της, βετεράνου αθλητικογράφου Γιάννη Διακογιάννη, στον οποίο έτρεφε λατρεία. Μια λατρεία που ήταν αμοιβαία.
Η Ρίκα Βαγιάννη εργάστηκε με απόλυτη επιτυχία στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τον έντυπο και τον ηλεκτρονικό Τύπο. Άφησε το στίγμα της στον περιοδικό Τύπο ξεκινώντας αμέσως μετά το πέρας των λυκειακών της σπουδών το 1979 στο περιοδικό «COSMOPOLITAN». Ακολούθησαν πολλά περιοδικά («ΕΝΑ», «ΚΛΙΚ», «NITRO», «DOWNTOWN»), ραδιοφωνικοί σταθμοί («TOP FM», «LADY FM», «ΑΘΗΝΑ 9,84», «ANTENNA FM») αλλά και τηλεοπτικοί σταθμοί («MEGA CHANNEL», «STAR CHANNEL», «ΚΑΝΑΛΙ 5», «SEVEN X», «ΕΡΤ», «NET»). Από το 1994 και επί σειρά ετών εργάστηκε στην εφημερίδα «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» ως καλλιτεχνική συντάκτρια και από το 2005 στο «ΕΘΝΟΣ».
Παράλληλα, για αρκετά χρόνια, έπαιζε σαν ηθοποιός σε παραστάσεις μαθητείας, στο Εθνικό Θέατρο, το Θεσσαλικό Θέατρο, σε ιδιωτικές θεατρικές επιχειρήσεις, παίζοντας από επιθεώρηση ως Broadway μιούζικαλ.
Στην τηλεόραση, δούλεψε την πρώτη περίοδο σαν ηθοποιός σε σήριαλ και τη δεύτερη σαν παρουσιάστρια-δημοσιογράφος. Έχει παρουσιάσει εκπομπές για το Μega, το Star, το Seven Χ, το Κανάλι 5. Από το 1997 συνεργάστηκε με την ΕΡΤ σε διάφορες εκπομπές και συγκεκριμένα projects.
Όπως είχε γράψει η ίδια:
«Εχει απολυθεί γύρω στις τέσσερις φορές, συνήθως επειδή καθυστερεί να παραδώσει υλικό, ή καθυστερεί να έρθει, ή επειδή χάνει την ψυχραιμία της και στριγγλίζει γαλλικά (εξαιρετικά), απειλεί στα αγγλικά (πλούσια) ενώ καταριέται στα ελληνικά (μαινάδα). Όλες οι κατάρες της πιάνουν”.
Ο στίχος «Δεύτερη Ζωή δεν έχει» αποτελούσε την κύρια ιδεολογική βάση για όλες της τις απόψεις και για τις περισσότερες πράξεις της.
Μέσα από όλη αυτήν την πορεία, η Ρίκα Βαγιάννη αγαπήθηκε όσο λίγα πρόσωπα της δημοσιογραφίας, αρθρογραφώντας, λέγοντας τη γνώμη της, καταγράφοντας με ιδιαίτερο τρόπο, απολαυστικό και πολλές φορές απίστευτα αστείο, προσωπικά βιώματα, παρατηρήσεις, γεγονότα.
Στις αρχές του 2011 έφυγε μαζί με την οικογένειά της για το Περθ της Αυστραλίας, απ’ όπου, όμως, επέστρεψε έναν χρόνο αργότερα μαζί με τον γιο της.
Η Ρίκα είχε μιλήσει στην εκπομπή της Ελεονώρας Μελέτη για την επιστροφή: «Τα σχέδια της οικογένειας ήταν να επιστρέψουμε. Φύγαμε για κάποια χρόνια, όχι για πάντα. Και αυτό κάναμε, επιστρέψαμε. Ο σύζυγος, βέβαια, έχει κάτι “χρωστούμενα” ακόμα στην Αυστραλία και είναι ακόμη εκεί. Επέστρεψα εγώ με το παιδί, επειδή αρχίζουν τα σχολεία. Πιο πολύ μάς έλειψαν οι γονείς μας και οι κολλητοί μας».
Όταν επέστρεψε, έγραψε, επίσης, με τον χιουμοριστικό τρόπο που τη χαρακτήριζε: «Και τι δεν θα έδινα να κέρδιζα στο λαχείο τρία…εισιτήρια για Πέρθ! Τώρα ξέρω ότι δεν θα ήθελα να μείνω για όλη μου τη ζωή, αλλά ένα ακόμα εξαμηνάκι (άντε τρίμηνο) ευχαρίστως το χτυπούσα. Για να ξαναδώ τους ανθρώπους που λάτρεψα, για να πιω μπέρμπον με κόκα κόλα στου Γιάννη, στο Peter’s by the Sea, να χαζέψω με τους «τέσσερις Γεωργούς», να κουτσομπολέψω με την Ελένη, να φύγει ο νους μου τη νύχτα της εθνικής γιορτής μέσα στα πυροτεχνήματα, να παίξω μπουνιές με κάνα καγκουρό, να καπνίσω στη ζούλα στο πίσω μέρος μιας ελληνικής ταβέρνας, να οδηγήσω στο οινοποιείο του Τομ στο Μάργκαρετ Ρίβερ Φθινόπωρο (τώρα, δηλαδή) να φωτογραφίσω τις μωβ τζακαράντες την Άνοιξη (Οκτώβριο μεριά) και το σούρουπο, να βάζω Τσαπανίδου στο Ιντερνετ (είναι η ώρα της εκεί) και να καταπίνω ένα σφηνάκι τεκίλα φαμιλιάλ καθώς βλέπω τον ήλιο να πέφτει κόκκινος κι ολοστρόγγυλος…πίσω από την απεραντοσύνη του Ινδικού- μια απεραντοσύνη τόσο ασύλληπτη για το νου του ανθρώπου, που κάνει τα πάντα να φαίνονται δυνατά-ή αδύνατα».
Να σε απολύουν γιατί είσαι… πολυτέλεια!
Τον Νοέμβριο του 2013 είχε παραχωρήσει συνέντευξη στην εκπομπή Joy για την Αυστραλία, αλλά και για το πώς έχασε όλες τις δημοσιογραφικές δουλειές που είχε: «Πριν ζήσω στην Αυστραλία, ήθελα πολύ να ζούσα σε μια άλλη χώρα. Όμως το παιδί ήταν σε ευαίσθητη ηλικία και δεν μπορούσαν ομολογουμένως και οι δύο γονείς να ξαμοληθούν σε δουλειές και ταξίδια. Ο άνδρας μου δούλευε αλλά η μαμά έπρεπε να μείνει στο σπίτι. Έπρεπε να μετακομίσουμε το νοικοκυριό και να φροντίσουμε για τις δραστηριότητες του παιδιού μας εκεί. Χρειαζόταν φυσική παρουσία για την ανατροφή του. Δεν είμαι άνθρωπος που ψήνεται. Θα ήταν ψέμα αν το έλεγα αυτό. Θα αδικούσα τον εαυτό μου. Το πρώτο χρόνο παραμονής μου εκεί, είχα την δουλειά μου στο Έθνος, απλά μετατέθηκε στο πιο διεθνές κομμάτι και είχα μια στήλη σε free press περιοδικό και κάποιες άλλες συνεργασίες που έτρεχαν. Το δεύτερο χρόνο με απέλυσαν όλοι γιατί ήμουν πολυτέλεια πια. Μου είπαν ότι “εδώ αφήνουμε να φύγουν άνθρωποι-κλειδιά που έχουν οικογένεια. Είναι προκλητικό.” Έτσι έχασα όλες τις δουλειές που είχα».
Ο Γιάννης Διακογιάννης, η Ρίκα Βαγιάννη και μία σχέση ζωής
Ήταν τον Ιούλιο του 2014, όταν ο μπαμπάς και μεγάλος αθλητικογράφος Γιάννης Διακογιάννης εμφανιζόταν στην εκπομπή της ΕΡΤ (τότε ΝΕΡΙΤ) μαζί με την θετή του και αγαπημένη του κόρη Ρίκα Βαγιάννη.
Ο Γ. Διακογιάννης αγαπούσε πάρα πολύ τη Ρίκα Βαγιάννη, όπως και εκείνη τον μπαμπά της, και τη μεγάλωσε σαν βιολογική του κόρη. Άλλωστε και το όνομά της, το όνομα με το οποίο πορεύθηκε δημοσιογραφικά, δεν αποτελεί παρά μια κατάθεση ψυχής, μια ομολογία πίστης στην ξεχωριστή αυτή σχέση: το Βαγιάννη βγήκε από τα αρχικά από το όνομα της μητέρας της Βαρβάρας και του Γιάννη Διακογιάννη.
Στις 12 Ιουλίου 2014 φιλοξενήθηκαν οι δυο τους στην εκπομπή «Πάντα ν’ ανταμώνουμε», σε μια από τις τελευταίες τους, αν όχι την τελευταία τους, κοινή τηλεοπτική εμφάνιση.
«Είμαι το μωσαϊκό. Μπορεί να μη με γνώριζες, αλλά τώρα θα γίνω ο καλύτερός σου φίλος σου…»
Τη Ρίκα Βαγιάννη διέκρινε ένα πηγαίο χιούμορ. Ένα εύθυμο χιούμορ, αυτοσαρκαστικό πολλές φορές, αλλά έξυπνο, εύστοχο και, στο τέλος, αισιόδοξο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Ταξίδι στο κέντρο της Καψούρας», που δημοσιεύθηκε στη Lifo το 2010 και κάνει σήμερα το γύρο των social media, όταν έγραφε:
«Είχα ήδη ερωτευτεί πολλές φορές, ως κοπέλα, έφηβη κι ονειροπόλα, αλλά αυτό το ζήτημα με την καψούρα ούτε καν με είχε απασχολήσει. Θα ήταν μάλλον κάτι που πάθαιναν οι άνθρωποι που είχαν σπίτι τους μωσαϊκά, υπέθετα αφελώς, κάποια παρενέργεια της μαρμαρίνης. Εμείς είχαμε παρκέ και μια Μπουχάρα στο σαλόνι. Προφανώς δεν κινδύνευα…».
Σημαντικό κομμάτι της αρθρογραφίας της, όμως, φιλοξένησε και το protagon.gr, του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος.
Η Ρίκα και η μητρότητα
Ακομπλεξάριστη, δεν δίστασε ποτέ να εκφράσει τη δική της αλήθεια για θέματα που για άλλες γυναίκες είναι ταμπού, όπως η μητρότητα σε μεγάλη ηλικία.
«Αγχώθηκα όταν είχα κάποιες εγκυμοσύνες που δεν ολοκληρώνονταν. Αλλά είναι είναι κάτι που θα τρομάξει και ένα κορίτσι που είναι 20 χρονών. Τελικά πήγαν όλα καλά, είχα μια εκπληκτική εγκυμοσύνη, οπότε ακόμα και αν αγχώθηκα κάποιες στιγμές το έχω ήδη ξεχάσει», είχε πει σχολιάζοντας το γεγονός ότι έγινε μητέρα μετά τα 40.
Όταν, όμως, το 2017 έγραψε στο προφίλ της στο Facebook για «Sites με μανούλες, αυτή η μάστιγα, αυτή η σιχαμερή χολέρα», ξέσπασε… πόλεμος!
Οι αντιδράσεις ήταν τόσο σφοδρές, που η Ρίκα Βαγιάννη υποχρεώθηκε τότε να διευκρινίσει: «Σχόλια από ευαίσθητες ψυχές εδώ πέρα μέσα=ύποπτα μαρσιποφόρα γκομενάκια που τους χάλασα την παράγκα των διαγωνισμών και των χορηγιών για παρκοκαλτσοκρέβατα που τα μοιράζονται μεταξύ τους διασπείροντας επιβλαβή ψεύδη και λογοκλοπώντας ασύστολα. Μωρ’ καμμια ξυπνητή…».
Η αντισυμβατική αρχόντισσα
«Μια αντισυμβατική αρχόντισσα ήταν η Ρίκα. Μορφωμένη, δημιουργική, ευαίσθητη, αιρετική, που ποτέ δεν επαναπαυόταν στις δάφνες της. Ρίκα σε ευχαριστούμε για όλα. Για τις ανησυχίες σου που ποτέ δεν έπαψαν να μας αφυπνίζουν. Σε ευχαριστούμε για όλα αυτά που έκανες, για όλα αυτά που προσπάθησες, για όλα αυτά που έλεγες. Για το γέλιο σου που γέμιζε τις ψυχές μας αισιοδοξία, για τα ανυπέρβλητα κείμενα σου», “Δεν μπορώ να γνωρίζω πώς θα εξελιχθεί η συνέχεια”, έγραφες, “σημασία έχει ότι συναντηθήκαμε και δεν διασταυρωνόμαστε βουβοί, σαν πλοία μέσα στη νύχτα”. Καλό ταξίδι κορίτσι μας, καλό ταξίδι. Αν και να ξέρεις ότι η απουσία σου άπλωσε και άλλα σύννεφα σε αυτό το δύσκολο καλοκαίρι».
Μ’ αυτό το σημείωμα αποχαιρετά το Ποτάμι την Πρέσβειρά του Απόδημου Ελληνισμού.
Όπως αναφέρεται στο ίδιο σημείωμα, η Ρίκα Βαγιάννη «τον Σεπτέμβριο του ’15 επέλεξε να είναι υποψήφια με το Ποτάμι στην Μαγνησία. Στην νησιωτική Μαγνησία ήταν ο νους της – “ένα διαμάντι της Ελλάδας που πρέπει να πάρει την αξία που του αντιστοιχεί”.
Μετά έφυγε για την Αυστραλία και όταν γύρισε ανέλαβε Πρέσβειρα Απόδημου Ελληνισμού του Ποταμιού. Γιατί όπως έλεγε: “κάθε ελληνική κοινότητα που ξεπηδάει στο χάρτη του κόσμου, είναι για μας, εδώ στην Αθήνα, πηγή δύναμης και ελπίδας”».
ΕΣΗΕΑ: Ρίκα Βαγιάννη, η εξαίρετη συνάδελφος, η εξαίρετη πένα
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ με ανείπωτη θλίψη ανακοινώνει το θάνατο της συναδέλφου Μαρίκας Ζούλα (Ρίκα Βαγιάννη), η οποία «έφυγε» σήμερα από κοντά μας σε ηλικία 56 ετών, μετά από άνιση μάχη με τον καρκίνο. Η Ρίκα Βαγιάννη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1962 και αφού αποφοίτησε από την Ελληνογαλλική Σχολή Αγ. Ιωσήφ, σπούδασε στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου. Παράλληλα, εξειδικεύτηκε στη μετάφραση της αγγλικής και της γαλλικής γλώσσας, σπουδάζοντας στο Βρετανικό Συμβούλιο και το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος. Ξεκίνησε την επαγγελματική της σταδιοδρομία δοκιμάζοντας τις δυνάμεις της στο χώρο της υποκριτικής αλλά τελικά την κέρδισε η δημοσιογραφία, βαδίζοντας στα χνάρια του αείμνηστου πατέρα της Οδυσσέα Ζούλα αλλά και του πολυαγαπημένου θετού πατέρα της, βετεράνου αθλητικογράφου Γιάννη Διακογιάννη. Η Ρίκα Βαγιάννη εργάστηκε με απόλυτη επιτυχία στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τον έντυπο και τον ηλεκτρονικό Τύπο. Άφησε το στίγμα της στον περιοδικό Τύπο ξεκινώντας αμέσως μετά το πέρας των λυκειακών της σπουδών το 1979 στο περιοδικό «COSMOPOLITAN». Ακολούθησαν πολλά περιοδικά («ΕΝΑ», «ΚΛΙΚ», «NITRO», «DOWNTOWN»), ραδιοφωνικοί σταθμοί («TOP FM», «LADY FM», «ΑΘΗΝΑ 9,84», «ANTENNA FM») αλλά και τηλεοπτικοί σταθμοί («MEGA CHANNEL», «STAR CHANNEL», «ΚΑΝΑΛΙ 5», «SEVEN X», «ΕΡΤ», «NET»). Από το 1994 και επί σειρά ετών εργάστηκε και στην εφημερίδα «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» ως καλλιτεχνική συντάκτρια και από το 2005 στο «ΕΘΝΟΣ».
Το πηγαίο χιούμορ της, η αυθεντικότητά της, η άνεσή της απέναντι στον τηλεοπτικό φακό, η εξαίρετη πένα της, η ετυμολογία και το εκρηκτικό ταμπεραμέντο της, ήταν στοιχεία που χαρακτήρισαν τη ζωή και τη σταδιοδρομία της. Όλοι όσοι τη γνώρισαν ή είχαν την τύχη να συνεργαστούν μαζί της, βεβαιώνουν την ακεραιότητα του χαρακτήρα της και την πρόσχαρη διάθεση με την οποία αντιμετώπιζε τα προσφιλή της πρόσωπα και τους συναδέλφους της.
Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ συλλυπείται τους οικείους της, το σύζυγο και τον ανήλικο γιο της Οδυσσέα και ιδιαίτερα τον συνάδελφο Γιάννη Διακογιάννη. Η Ρίκα Βαγιάννη υπήρξε μια εξαίρετη συνάδελφος που, παρά το σύντομο βίο της, κατάφερε να αφήσει γερό το αποτύπωμά της στην ελληνική δημοσιογραφία. Εργάστηκε με συνέπεια, ευγένεια και συναδελφικότητα, χωρίς ποτέ να δημιουργήσει αντιπαλότητες και προστριβές.
Τα στοιχεία της κηδείας της Ρίκας Βαγιάννη θα γίνουν γνωστά με νεότερη ανακοίνωση, καταλήγει η ανακοίνωση της Ένωσης Συντακτών.