«…For what is a man, what has he got? If not himself, then he has naught, to say the things he truly feels and not the words of one who kneels, the record shows I took the blows… And did it my way…»…  Ναι, ναι! «My Way»!

Το τραγούδι του Κλοντ Φρανσουά, ή Κλο Κλο, ειπωμένο απ τον Φρανκ Σινάτρα, υπήρξε, από τα νεανικά του  χρόνια, το πιο αγαπημένο τραγούδι του Πέτρου Κωστόπουλου. Κι αν πολλοί -ανάμεσα τους και ο ίδιος ο ερμηνευτής του- το βρίσκουν πολύ «αρχετυπικά ανδρικό», έναν θορυβώδη παιάνα της ατομικότητάς, που ο κάθε νάρκισσος μπορεί να θεωρήσει ως τον προσωπικό του «εθνικό ύμνο», ο Κωστόπουλος, ο Πετράν, ο «θείος», στεκόταν σε αυτό τον τελευταίο στίχο. Και δέχτηκε όλα τα χτυπήματα. Μα το έκανε με τον δικό του τρόπο…

1

Από σπίτι των λουσάτων περιοδικών εκδόσεων σε σπίτι των φαντεζί, χολιγουντιανών κομμώσεων

Ένα εξωπραγματικό σπίτι, κρεμασμένο στο γκρεμό, πάνω από το άγριο μπλε του Αιγαίου, σα να αιωρείται. Όπως τα μοναστήρια, που από θαύμα αποκαλύπτονταν οι άγιοι τους, να δείξουν τις χαμένες εικόνες τους σε ταπεινούς νησιώτες και ήθελα να χτιστούν σε δύσβατες περιοχές, πιο μακριά από τους ανθρώπους, διπλά στα σύννεφα, να τα χουνε μεσάζοντες για τους αγγέλους. Είναι χτισμένο σε τέσσερα οικόπεδα και μεγαλύτερο από 1.500 τετραγωνικά. Έχει θέα ανεκτίμητη, σαν από σκηνικό ταινίας, που ούτε ΑΙ δεν θα φτιάχνε καλύτερα, επιβλέποντας όλο το Αιγαίο, την είσοδο του λιμανιού της Μυκόνου και την «αγαπημένη των θεών», τη Δήλο. Φυσικά και πως αλλιώς, έχει και τεράστια, υπερχυλιζομενη πισίνα, σύμβολο καταξίωσης και πλούτου, με το νερό στάσιμο στο σκυρόδερμα, να αποκοτάει, ξετσίπωτα, να υπάρχει δίπλα στο απέραντο, ελεύθερο και ζωντανό μπλε του Αιγαίου.  Χουλάκια.

Η απόκρημνη παραλία που πήρε το όνομά της από τα στρογγυλά μεγάλα βότσαλα που οι ντόπιοι έλεγαν «χουλάκια». Κάποτε, όχι τόσο, μα αρκετά παλιά, για να μοιάζει, πια, θαμπά, αυτό το μέρος, το γνώριζαν μόνο οι Μυκονιάτες, αφού οι τουρίστες έφταναν μέχρι τον Τούρλο, με τον δύσβατο δρόμο να επιτρέπει μόνο στους αποφασισμένους την μύηση του τοπίου. Ερημιά, βράχια, αλμύρα, η βοή των κυμάτων, η κουβέντα της θάλασσας. Τώρα είναι χτισμένη και η παραμικρή σπιθαμής γης, πνίγοντας την ομορφιά, σε επιδειξιομανές μπετόν, με τελειώματα στρογγυλεμένα, τάχα, νησιώτικα. Μα, κοιτάμε πάλι, πιο ψηλά σε εκείνο το σπίτι, που πωλείται άλλη μια φορά. Λοιπόν, έχει 8 δωμάτια και 9 μπάνια.

Είναι όλο πέτρα, μάρμαρο, ξύλο, γυαλί και διάφανο λευκό. Σαλόνι σχεδόν χωρίς τοίχους για θέα χτισμένη στο μπλε, τεράστια τραπεζαρία, κουζίνα που κάποτε την σύγκριναν με τους Nammos και κέρδιζε, βιβλιοθήκη, spa με χαμάμ, τζακούζι και wet room, κάβα κρασιών, μπαρ, βεράντες, μπαλκόνια, άνετες αλλά πιο ιδιωτικές αρχιτεκτονικές κώχες για να βρίσκεις όποια θέση ποθεί η ψυχή σου στον ήλιο, ή κάτω απ τα άστρα. Εξαρτάται την επιθυμία. Κάποτε εδώ, ήταν το σπίτι των λουσάτων περιοδικών εκδόσεων. Μετά έγινε το σπίτι των φαντεζί, χολυγουντιανών κομμώσεων. Τώρα αναζητάτε ξανά αγοραστής. Πρώτα ήταν εκείνος ο γοητευτικός γκρεμός, που ο Κωστόπουλος, νέος, με μηχανή, δαχτυλίδια με νεκροκεφαλές και υπάλληλος ακόμα και όχι εκδότης, είδε σ αυτόν το μέρος που ήθελε να φτιάξει ένα σπίτι να αγαπήσει.

Το έκανε. Κι αυτό το φωτεινό σπίτι, αλλάζει ιδιοκτήτες. Ήταν το 2013, που οι πολυεκατομμυριούχοι κομμωτές Άλαν Πίτερς Ρέτζιναλντ και Τζον Τσαρλς Γουόρθινγκτον, Βρετανοί και κάτοικοι του αριστοκρατικού Τσέλσι στο Λονδίνο, με τρία μεγάλα σαλόνια κομμωτικής, 100 υπαλλήλους, 2.000 πελάτες την εβδομάδα, βραβεία, σειρά προϊόντων περιποίησής μαλλιών – δέρματος και δη των πλέον κερδοφόρων βρετανικών brands, με τίτλους και παράσημα από την ίδια την μακαρίτισσά την Ελισάβετ Β, αγόρασαν την βίλα – έρωτα του Κωστόπουλου, για 5.5 εκατομμύρια ευρώ.

Δώδεκα χρόνια αργότερα την πουλάνε έναντι 19 εκατομμυρίων ευρώ! Λέγεται πως το 2023 είχαν προσπαθήσει ξανά να πουλήσουν τη βίλα ζητώντας, όμως το ποσό των 50 εκατ. ευρώ και δε τα κατάφεραν. Η βίλα ονομάζεται Mirage. Οι Μυκονιάτες, τη λένε ακόμα, «το σπίτι του Κωστόπουλου».

Η βίλα Mirage για τους Μυκονιάτες είναι πάντα «το σπίτι του Κωστόπουλου»

Η ιστορία «του σπιτιού του Κωστόπουλου» είναι δεμένη με τον άνδρα και είναι πολύ μεγάλη, σα saga Νοτιοευρωπαϊκή και όχι από τραγούδι Βίκινγκ. Έχει περιπλάνηση, μάχες, συγκρούσεις, κατακτήσεις, γενεαλογίες, έχθρες, φιλίες, έρωτες, χωρισμούς, πτώσεις, κάποτε προσκρούσεις, συνέχεια. Έχει αυθαίρετο «μια φορά και έναν καιρό», αγχωτικό μεν, απελευθερωτικό γιατί μπορεί να κηρυχτεί ως έναρξη η κάθε λέξη και εμείς -αν δεν το καταλάβατε- πρόλογο κάνουμε ακόμα! Λοιπόν, ο Κωστόπουλος λάτρεψε τη Μύκονο, τα Χουλάκια, το σπίτι που ονειρεύτηκε και έφτιαξε, που θέλησε να φύγει απ την δουλειά του Τερζόπουλο, αφήνοντας πίσω το ΚΛΙΚ, που δημιούργησε και τον δημιούργησε. Εκεί, ονειρεύτηκε τα δικά του περιοδικά.

Εκεί η καλλονή Τζένη Μπαλατσινού έφτασε νύφη, το Ιούνιο του 1996, με ένα μίνι νυφικό, σε μια βάρκα με πανί, συνθέτοντας μια εικόνα που έμεινε εμβληματική για μια δεκαετία. Εκεί βαφτίσανε τα τρία τους παιδιά, την Αμαλία, την Αλεξάνδρα, τον Μάξιμο. Σήμερα λέει πως και τέσσερα παιδιά να χε κάνει, καλά θα ήταν και θα έπρεπε. Πέρασε καλά, για αρκετά χρόνια, λέει σήμερα. Εκεί τα πάρτι του, οι συσκέψεις της ΙΜΑΚΟ, κάθε τέλη καλοκαιριού, με τα πρωτοπαλίκαρά του, οι φίλοι του, τα ατέλειωτα μακριά καλοκαίρια. Και ας ερχόταν κάποτε το τέλος τους. Μα το τέλος, πάντα φτάνει για όλα τα πράγματα, πιστεύει. Μόνο, που δε το καταλαβαίνεις όταν σε πλησιάζει. Είχε μέσα του, καλά κρυμμένο βέβαια, τον φόβο της ύβρεως. Το να ξεπερνιέται το μέτρο -και το μέτριο- λογίζεται αφροσύνη, αυθάδεια, υπέρμετρη αλαζονεία και ίσως κάποτε να είναι κιόλας.

O γάμος Κωστόπουλου - Μπαλατσινού
Η ευτυχισμένη ημέρα του γάμου Κωστόπουλου – Μπαλατσινού

Η ανατροπή του συσχετισμού μεταξύ του ανθρώπινου και του θείου και η άπονη τιμωρία, μάλλον έχουν περάσει στο υποσυνείδητο τους σαν ενοχή, από την μητέρα του, «το Λενάκι». Πλούσιο πολύ παιδί, σε μια οικογένεια που τα χάσε όλα σε μια μέρα στη φωτιά, πέθανε ο πατέρας της, βρέθηκε στα επτά της να καθαρίζει σκάλες και να ζει τα άλλα τρία αδέλφια της. «Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά» του έλεγε.  Το βρίσκε δυσοίωνο. Του την έσπαγε. Αυτή η επικείμενη τιμωρία, η αιώνια απειλή κάθε χαμόγελου και  ανθρώπινου, μικρού θριάμβου για κάποιο -όποιο- επίτευγμα. «Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά».

Πράγματι, χαμογελάει σήμερα, δικαιώνοντας το «Λενάκι», που φυλάει μια φωτογραφία της, με εκείνη πολύ νέα, πολύ ωραία, φορώντας το δίκοχο του Ε.Λ.Α.Σ. να κοιτάζει μπροστά, όλο εμπιστοσύνη, να σου ραγίζει τη καρδιά σε ένα μέλλον, που ήρθε και έχει ήδη, προσπεράσει. «Μια μέρα είναι όλα, μια μέρα μόνο», πιστεύει ο ίδιος. Μια μέρα και «το σπίτι του Κωστόπουλου» στα  Χουλάκια και μετα, άλλη μια μέρα, μόνο, η βίλα Mirage του Άλαν Πίτερς Ρέτζιναλντ και του Τζον Τσαρλς Γουόρθινγκτον.

Διάρκεια και για πάντα; Το ωραιότερο δημιούργημα του, που δεν είναι τα σπίτια στη Μύκονο και στη Φιλοθέη, τα αυτοκίνητα, οι μηχανές, τα πολυτελή ταξίδια και τα ακριβά κοστούμια βέβαια. Τα παιδιά του, λέει. Τα παιδιά.  Το σπίτι των 1500 τετραγωνικών, με τους πολλούς ξενώνες, την τεράστια πισίνα, τα σπα, τα μπα και τα μπαλκόνια στο Αιγαίο, εδώ και καιρό, δεν σημαίνουν τίποτα!

Ήταν μια φορά, μια παλιά πολύ ιλουστρασιόν εποχή…

Λοιπόν; Τι μένει να μην έχει ειπωθεί για τον Πέτρο Κωστόπουλο, να μην έχει γραφεί, να μην έχει σχολιασθεί! Ίσως, που όταν εκεί γύρω στο 1995, κάνοντας στο Star την εκπομπή «Ο Πέτρος και ο Λύκος», τον πήραν είδηση οι Αθηναίες και πέφτανε στα πατώματα. Ο ίδιος, πάλι, δεν το ένιωθε και έβρισκε γοητευτική, την Ντίνα Κώνστα τότε και την Ελευθερία Αρβανιτάκη πάντα. Μα, καλά, είναι δυνατόν! Δεν ήξερε πως είναι γοητευτικός; «Ναι, ο Άλεν Ντελόν από τον Βόλο» γέλαγε. Βόλος, λοιπόν! Πατέρας; Βιοπαλαιστής που οδηγούσε ταξί. Οι γονείς του, τον αγαπούσαν παθολογικά και οι δύο. Σε αντίθεση με την εποχή που ήταν πιτσιρικάς, έφαγε μόνο ένα χαστούκι από τον πατέρα του στα 15 και ήταν το πιο δικαιολογημένο χαστούκι του κόσμου, λέει. Έμπλεκε σε καβγάδες, τσακώνονταν με τα παιδιά της γειτονιάς, γύριζε σπίτι με αίματα, σπασμένα πόδια και χέρια. Οι γονείς του δεν είχαν καθόλου, λεφτά, αλλά του κάναν όλα τα χατίρια. Αριστερή οικογένεια, προσπάθεια για επιβίωση και όνειρο τα παιδιά, ο ίδιος και ο δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερος αδελφός του, ο Γιάννης να σπουδάσουν.

Φτάνει στην Αθήνα, πριν τελειώσει το σχολείο για φροντιστήρια, υποτίθεται. Και επειδή από ιστορίες που τα έχουν όλα, τα πιο ωραία κεφάλαια είναι αυτά με τους έρωτες, ένας τέτοιος είναι, που στα αλήθεια, τον φέρνει στην πρωτεύουσα. Αθήνα και Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς. Με την ίδια γυναίκα θα βρεθεί και στο Παρίσι, όπου θα κάνει διδακτορικό στη Πολιτική Οικονομία. Θα δουλέψει στο Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες για πέντε χρόνια. 1995 και επιστροφή στην Ελλάδα.

Τα βράδια με τους φίλους τους κάνει βόλτες, πάντα με μηχανές, πάει σε κλαμπ, ξημερώνει σε καντίνες στις καντίνες με τα «βρώμικα». Ό,τι glamours, trend, celebrity, life style μέλει να ακολουθήσει, ακόμη δεν έχει γίνει υποψία. «Στην αρχή της ζωής μου ήθελα να γίνω πιλότος» έχει γράψει, «μετά αστροναύτης. Ακόμη θυμάμαι που πιτσιρικάς κοίταζα το φεγγάρι το βράδυ της προσσελήνωσης, τον Ιούλιο του ’69. Τα πάντα θυμάμαι από εκείνη τη βραδιά! Μικρό παιδί, χέρι-χέρι με την Αουρέλια, στο πάρκο του Βόλου. Είχε και φιλί το περπάτημα στο φεγγάρι. Μετά ήθελα να γίνω σέντερ φορ στον Ολυμπιακό. Μετά να γίνω… Ανδρέας, αλλά έφυγα τρέχοντας με τα χίλια από την πολιτική σε ηλικία 32 χρονών! Πάντα ήθελα να γίνω Τζέημς Μποντ! Όπως όλοι φαντάζομαι…». Τελικά έκανε την αγάπη του για τα περιοδικά και τα βινίλια, που συνέλλεγε μανιακά στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες, δουλειά και έγινε ο Πέτρος Κωστόπουλος. ΚΛΙΚ!

Ο Πέτρος Κωστόπουλος με την Τζένη Μπαλατσινού

Ο ίδιος θα παραδεχτεί πως «στα ντουζένια του θεωρούταν ένα προϊόν του ελληνικού περιθωρίου», που, όμως, πέρασε στην ιστορία του τύπου ως το περιοδικό με τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Διαφωνεί με τον εκδότη και στην ουσία μέντορα του, Άρη Τερζόπουλο και μαζί με τους Μαρινόπουλο και Ιωάννου να δημιουργούν την ΙΜΑΚΟ, με 33% ο καθένας τους. Τα πρώτα γραφεία, είναι στο περιβόητο κτήριο της Φραγκοκλησιάς και οι εργαζόμενοι δουλεύαν τόσο πολύ και παραφορά για να βγει το πρώτο τεύχος του NITRO -Never In The Right Order- που είχαν μαζί τους οδοντόβουρτσες και παντούφλες για τις νύχτες.

Το πρώτο αυτό τεύχος πάει και το δείχνει, γονατίζοντας μπροστά της, στη Μελίνα Μερκούρη, που εκείνος θαύμαζε και εκείνη είχε μεγάλη αδυναμία. Εκείνη είχε δεκαετίες ήδη, να μη μιλήσει ποτέ για τα παλιά και για τη ζωή της ως σταρ, ούτε να φωτογραφηθεί. Εκείνος την πείθει και τα κάνει και τα δυο για χάρη του.  Και μετα; «NITRO», «Active», «BIG», «lipstick», «Down Town», «OK!», «Esquire», «Nitro radio», «Instyle», yupii.gr, “MAXIM”, “PEOPLE”, 550 εργαζόμενοι, εκδόσεις βιβλίων, οδηγοί ξενοδοχείων και διακοπών, ρεστοράν – κλαμπ και πολλά άλλα, μιας για μια μεγάλη περίοδο ο Κωστόπουλος ήταν Μίδας των εκδόσεων με επιρροή και πωλήσεις θρυλικές.

Από τη Σάρα Κέι στην Άννα Γουίντουρ και από τη Μελίνα στον Σάκη

«Η ΙΜΑΚΟ ήταν το πρώτο μαγαζί που είχε τους πιο πολλούς γκέι» λέει και έτσι ήταν, «ήταν ένα μαγαζί πολύ ανοιχτό και στα γραπτά και στην αντίληψη και σε όλα. Έβγαιναν τότε κάποια αντίπαλοι να γράψουν πράγματα αλλά δε με ενδιέφερε καθόλου».  Πράγματι! Τα περιοδικά του μιλούσαν ατρόμητα για το AIDS, τα δικαιώματα των gay, των διεμφυλικών, των λεσβιών.

Έλεγε τα πράγματα με το όνομα τους, έβγαζε γλώσσα στον καθωσπρεπισμό, έγραφε για το σεξ χωρίς σεμνοτυφία και πάνω απ όλα, άφησε περιθώριο για να δημιουργηθεί μια νέα δημοσιογραφία. Ένα πολύχρωμο πλήθος νέων έπιανε θέση στα πληκτρολόγια και ήταν καυτά θέματα το τι γινότανε στα gay clubs στο Βερολίνο και τι αξία έχει να γράφεις αν δεν έχει δει τη Σάρα Κέι στη Νέα Υόρκη να κάνει Spoken Word Poetry. Και ήταν πάνω απ όλα, η ελευθερία της γραφής σε γλώσσα και θεματολογία! Απ τη ξύλινη έκφραση και την επιταγή του να είσαι πολιτικώς ορθός των εφημερίδων, τα περιοδικά σε άφηναν ασύδοτο να διαλέγεις λέξεις, να μπλέκεις και τα αγγλικά, να βωμολοχήσεις ακόμα, να γράψεις προσωπικά, να πειραματιστείς.

Είχες, πάνω απ όλα το χρονικό περιθώριο, την πολυτέλεια του καιρού, του να ψάξεις το κείμενό σου, όσο θες και να το φτιάξεις όσο πιο ωραίο μπορείς, να ψάξεις τις πτυχές του, να ολοκληρώσεις το ρεπορτάζ σου, να ξανασυναντηθείς με άτομο για τη συνέντευξη του ξανά. Μα η τότε νέα δημοσιογραφία, με σειρά της γινεται συντηρητική, ξεπερασμένη και ανούσια! Και ας είχαν γνωρίσει τα περιοδικά του Κωστόπουλου πλήθος κατασχέσεις, λόγω λογοκρισίας και προσβολές -τάχα- δημοσίας αιδούς. Και κλαμπιγκ, media, νυχτερινή ζωή, σινεμά, τάσεις και συνήθειες, φυσικά μπουζούκια και ότι άλλο ταίριαζε με την οπτική του πως «η ζωή είναι πολύ μικρή για να είναι βαρετή» και το δικό του δημοσιογραφικό στίγμα θα ήταν NITRO, που θα πει Never In The Right Order.

Αλήθεια; Μπορεί στη πρόθεση. Μα ο καιρός περνάει και πράγματι, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά, που λέγαμε, προχωρώντας απ το τέλος προς την αρχή. «Πρόσεχε μην γίνεις τέρας, καθώς πολεμάς το τέρας» έλεγε ο Νίτσε με σοφία, βέβαια και έτσι, εκεί που όλοι γύρω του κορόιδευαν καθετί κατεστημένο, μοιάζει, ανύποπτα, απαλά και ύπουλα, τα έντυπα του Πέτρου Κωστόπουλου, να γίνανε ο τρόπος ζωής που κορόιδευαν! Στα δικά του γραφεία,  τα ιδιόκτητα, πια, μετά απ τους πολλούς τίτλους, τη συνεργασία με τους αμερικανικούς κολοσσούς, στην Μαρίνου Αντύπα, στο Νέο Ηράκλειο,  ο Κωστόπουλος φρόντιζε με τακτικές φενγκ σούι να υπάρχει καλή ενέργεια.

Έχει ακριβές επιπλώσεις, παράθυρα παντού, θόλο γυάλινο στη σύνταξη για να μην αισθάνονται οι εργαζόμενοι φυλακισμένοι, αλλά να χαίρονται φυσικό φως και την επαφή με τις ώρες της μέρας, μουσική στο χώρο, πορτοκαλί ενεργειακά χρώματα, μοντέρνα, ταξίδια πολλά, μπόνους, καλοί μισθοί. Και θρυλικά ξεσπάσματα θυμού. Ανεξέλεγκτα νεύρα. Αιφνίδιες φωνές, που προκαλούσαν κρίσεις πανικού, φέρνανε κλάματα και λυγμούς, προκαλούσανε φοβίες. Και το πολύχρωμο πλήθος των νέων, στις ίδιες θέσεις, μεταμορφώνονταν με ρευστές, αδιόρατες αλλαγές. Τώρα πια είδωλο ήταν η Άννα Γουίντουρ και τι θέμα θα χε το MET Gala φέτος, αλλά και αν θα κάνουμε τον Σάκη γυμνό με δερμάτινο ή τον Σάκη γυμνό με τζιν;

Το τέλος πάντα το καταλαβαίνεις μετά

«Μην κοιτάς πίσω, μπορεί να έρχονται από κει» γράφει ο Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέις, στο  μυθιστόρημα του Όσο υπάρχει αύριο, αλλά εμείς, ακόμα, βρισκόμαστε ακόμα χθες. Με την νεότητα και τις ηλίθιες βεβαιότητες, να διαρκεί λίγο η εποχή αλλάζει και τα έντυπα του Κωστόπουλου να μπαίνουν σε διάθεσης προβολής απολαύσεων, σινιέ ντυσίματος, με φίρμες, πολυτέλειες, αφιερώματα στα πιο ακριβά πούρα του κόσμου, τα πιο εξαίσια και δια ολίγους ουίσκι. Ιλουστρασιόν σελίδες, χρώματα, το πιο λευκό – χιονάτο, ποιοτικό χαρτί της αγοράς να γεμίζει με crash test για τις καλύτερες σαμπάνιες, χαβιάρι, ρεστοράν σε όλο το κόσμο, ταξίδια, σπίτια και φυσικά αυτοκίνητα.

Ο ίδιος ο Κωστόπουλος έχει πια την μεγάλου κυβισμού χάρλεϊ του, τη σπορ Τζάγκουαρ που άστραφτε όπου περνούσε, κάποιο σκούρο τζιπ με φιμέ τζάμια. Σκάφη! Όταν δεν ήταν στο αγαπημένο του Μαϊάμι και στα παραδείσια ξενοδοχεία της Φλόριντα, ή δεν πετούσε με ελικόπτερο πάνω απ την πόλη της καρδιάς του, τη Νέα Υόρκη, για να δει τη φαντασμαγορία της, ανάμεσα απ τις σκεπές των ουρανοξυστών της, με το σκάφος του, το οποίο άλλαξε το καλοκαίρι πριν τη καταστροφή της εταιρείας του, με ένα μεγαλύτερο, περιπλανιόταν σε εκείνες τις απάτητες παραλίες, τις κρυφές, τις γεμάτες γοητεία, του Αιγαίου.

Το σπίτι στη Μύκονο, που λέγαμε, μεγαλώνει ώσπου να φαντάζει σαν το φωτεινό ανάκτορο του Νηρέα, που αντί στα βάθη των ωκεανών, κατόπτευε απ τα ύψη. Το θηριώδες σπίτι του, μετα, στη Φιλοθέη, απέναντι από την Παλιά Αγορά. Χιλιάδες τετραγωνικά, ντιζάιν, πισίνες, κήποι, αμέτρητοι χώροι!

Οργανώνει φημισμένα πάρτι που καλείται η αφρόκρεμα της χώρας. Και γύρω, παντού η κυριαρχία της μεζονέτας και του τζιπ με δόσεις και όλα μορφώνεται σε ένα γλιστερό εκτόπλασμα νεοπλουτισμού, μπουζουκωτής επιδειξιμανίας, ελαφρόμυαλων καλλονών, ξέφρενων ξενυχτιών. Ω! Σε μια κοχλάζουσα Αθήνα, να ζαλίζεται από ηλίαση στη Μύκονο και στα ιδιωτικά σκάφη, να ένας αλκοολικά μεγεθυμένος πίδακας ομορφιάς, λάμψης, στρας, γρήγορων αυτοκινήτων, υπέροχων σπιτιών, ασυγκράτητου πλούτου, ψευδαισθήσεων!

Ο ίδιος πάλι, έχει γράψει πως «κουβαλούσα μέχρι πρόσφατα και βαριά ενοχικά μια αριστερόστροφη ιδεολογία που δεν μου επέτρεπε ούτε να χαρώ πολύ, ούτε να προμοτάρω χλιδοειδείς υπερβολές στην ύλη των περιοδικών μου», απαντώντας, στις πρώτες ανουσιότητες περί της επιβολής του life style και της αρνητικής επίδρασης του στα χρηστά ήθη της νεολαίας. Κάποτε η δουλειά του ήταν σχεδόν περιθωριακή! Μετά έγινε σαν τα περιοδικά να ήταν κλαδικά έντυπα για Κροίσους. Και πέρασε και αυτό.

Και ξαφνικά κοιτάς πίσω και έχει ομορφιά και τραγικότητα η εφήμερη φύση των πραγμάτων. Η εποχή αλλάζει, ξανά. Ο κόσμος, σαν ξαφνικά, δείχνει άλλος και το τέλος του life style έχει συμβεί χωρίς ο Κωστόπουλος, τα περιοδικά του, οι άνθρωποι που δούλευαν εκεί, να έχουν αντιληφθεί πότε συνέβηκε όλο αυτό. Μπορεί να ήταν απασχολημένοι κλείνοντας τεύχος! Μπορεί, πάλι, να ισχύει αυτό που λέει ο Κωστόπουλος, πως το τέλος το καταλαβαίνεις, εκ των υστέρων.

Πώς σκόρπισε έτσι γρήγορα τόσο γκλίτερ!

Η κατάρρευση! Η Ιmako αδυνατεί για κάποιους μήνες να εξυπηρετήσει κανονικά τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της, ύστερα από τρεις μειώσεις των μισθών τους. «Έδωσα όλα μου τα χρήματα για να κρατήσω αυτό το μαγαζί, τα χρήματα αυτά πήγαιναν σε μισθούς. Δεδουλευμένα δεν υπήρχαν στην ΙΜΑΚΟ, ήταν οι αποζημιώσεις. Σιγά, να δώσω και το συκώτι μου; Τα είχα δώσει όλα κι ήταν γνωστά, σπίτια, αυτοκίνητα.

Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα ότι, αφού δεν το κατάλαβα νωρίτερα να το τελειώνω, ότι έκανα κακό στα δικά μου τα παιδιά και στον εαυτό μου. Εάν χάσω μία δουλειά τώρα, it’s ok. Αν φαλιρίσω όλο το μαγαζί είναι πολύ πιο σκληρό» θα πει πριν λίγες μέρες ο Πέτρος Κωστόπουλος. Τότε όμως, το 2011, που «η τοξικότητα διέλυε τη χώρα», όπως πιστεύει ο ίδιος, το χαρτί των περιοδικών του χάνει τη φωτεινότητα και την λευκότητα του. Η ύλη μειώνεται και η θεματολογία δείχνει να μετεωρίζεται, αμήχανα. Το Φεβρουάριο του 2012 η εταιρία Α&G paper, ζητά την συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της λόγω μεγάλων ληξιπρόθεσμων οφειλών της τάξεως των 1.700.000 ευρώ.

Στις 21 Φεβρουαρίου 2012, οι ολοένα και λιγότεροι εργαζόμενοι βλέπουν στον δεύτερο όροφο των ιδιοκτήτων γραφείων της ΙΜΑΚΟ, έναν κύριο, μαζί με δύο αστυνομικούς. «Εν ονόματι του ελληνικού λαού, πάρτε τα προσωπικά σας αντικείμενα, απομακρυνθείτε από τα κομπιούτερ και εγκαταλείψατε τον χώρο». Τέλος! Οι τράπεζες δεσμεύουν τα πάντα. Η εταιρεία πάει! Οι τίτλοι δημεύονται! Το σπίτι στην Φιλοθέη περνά στα χέρια του επιχειρηματία Ευάγγελου Παπαευαγγέλου, μετόχου και κορυφαίου στελέχους της Jumbo  έναντι του ποσού των 4,7 εκατομμυρίων ευρώ, πολύ χαμηλότερου από την αρχική τιμή εκκίνησης που είχε οριστεί στα 8 εκατομμύρια ευρώ για τη βίλα που βρίσκεται μέσα σε ένα οικόπεδο 1,2 στρεμμάτων και έχει συνολική επιφάνεια 1.242,23 τμ! Η Μύκονος, τα είπαμε, έφυγε σε πλειστηριασμό από τη Eurobank, λόγω των υπέρογκων δανείων του, η οποία ξεπερνά τα 1.500 τ.μ. και πέρασε σε ένα ζευγάρι Άγγλων κομμωτών.

Η βίλα Κωστόπουλου στη Φιλοθέη

Τα πολυτελή αυτοκίνητα παροπλίζονται! Συνεχή δικαστήρια! Σύμφωνα με τον Κωστόπουλο, τα χρέη της εταιρείας ήταν 6,5 εκ. ευρώ και φέρεται να έχουν εξοφληθεί, εκτός από το ποσό των 350.000 ευρώ με τα χρήματα από την πώληση των δύο σπιτιών και του ραδιοφωνικού σταθμού «Σφαίρα». Κάνει τηλεόραση και οι αμοιβές του δεσμεύονται αμέσως. Σημειώνει πως: «… Εγώ φαλίρισα προσωπικά. Δεν μου ανήκει τίποτα από αυτά που έχτισα έπειτα από 32 χρόνια δουλειάς. Ούτε σπίτια, ούτε χρήματα. Δεν ψάχνω για κατανόηση γιατί ο Τύπος στην Ελλάδα έχει καταλήξει να είναι ανθρωποφαγικός. Αυτοί που χρωστάνε έξι μήνες στους εργαζομένους καταγγέλλουν αυτούς που χρωστάνε τρεις. Δεν έχω να απολογηθώ για τίποτα άλλο πέρα από το ότι λυπάμαι για το ότι δεν έχω καταφέρει μαζί με τα άλλα να ξεπληρώσω τους ανθρώπους που δούλευαν για μένα και πιστεύω ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας περισσεύουν για να γίνει αυτό. Δεν το χρωστάω μόνο σε αυτούς, αλλά και σε εμένα.

Γιατί έμαθα ένα πράγμα από τον μακαρίτη τον πατέρα μου. Να είμαι αξιοπρεπής ακόμα και όταν όλοι θέλουν να με φάνε ζωντανό. Στη μνήμη του θα το παλέψω μέχρι τέλους. Λένε συνήθως ότι δεν έχει σημασία αν πέσεις, σημασία έχει να μπορείς να ξανασηκωθείς.

Ξέρω ότι αυτή είναι μια ωραία φράση, αλλά κομματάκι δύσκολη στην εφαρμογή της, ιδιαίτερα όταν ζεις σε καθεστώς κλινικής κατάθλιψης επί 12 μήνες…»… Και αλλού λέει πως «θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι προκειμένου να επιβιώσει η ΙΜΑΚΟ προσέφερα τα τελευταία τέσσερα χρόνια όλη την ακίνητη και κινητή περιουσία μου ακόμα και αυτή που αποκτήθηκε πριν καν ιδρύσω την ΙΜΑΚΟ. Μιλάω για 32 χρόνια δουλειάς, τα οποία εκποιήθηκαν είτε με χρέη σε τράπεζες με αντίτιμο την ακίνητη περιουσία, είτε με απ’ ευθείας καταθέσεις όχι μόνο δικές μου αλλά και συγγενικών μου προσώπων».

Βγαίνουν σε πλειστηριασμό τα υπολείμματα της περιουσίας του, δυο οικόπεδα στη Μύκονο! Μα είναι η εποχή, που όλοι κάπως έτσι ζουν. Βυθισμένοι σε υλικές απώλειες και με υπερπροσπάθειες για να επιβιώσουν.

Δυο, τρεις φίλοι για το λεωφορείο

Ο Κωστόπουλος είναι διαβασμένος άνθρωπος και τον ξέρει τον Σάμουελ Μπέκετ. «Προσπάθησε ξανά. Απότυχε ξανά. Απότυχε καλύτερα»! Επιμένει στην προσπάθεια, ακόμα και όταν είναι στη κόψη της απελπισίας. «Έπρεπε να καταλάβω νωρίτερα ότι τελειώνει όλο αυτό γιατί έκανα κακό στα ίδια μου τα παιδιά. Για έναν άνθρωπο που χάνει τα πάντα και έχει δώσει τα πάντα είναι πολύ σκληρό» λέει σήμερα, κοιτώντας εκείνες τις άγριες μέρες και συνεχίζει «μετά από λίγο συνέπεσε και το διαζύγιό μου.

Ήταν πολύ δύσκολο… Σε τέτοιες δύσκολες στιγμές το μόνο που σε κρατάει είναι τα παιδιά. Μπορεί να σκεφτείς μέχρι και να πυροβοληθείς, να δώσεις μία με ένα πιστόλι και να φύγεις. Αν εσύ δεις το παιδί σου και σκεφτείς τι μπορεί να πάθει αν εσύ κάνεις καμιά χαζομάρα, αυτό αρκεί και είναι ένα υπέροχο σωσίβιο».

Ο Κωστόπουλος παραδέχτηκε την κατάθλιψή του δημόσια και την ισχυρή αντικαταθλιπτική αγωγή του με χάπια. Και απέδειξε την δύναμη του, σα να ναι ο κόσμος γύρω μας, επιτραπέζια Μονόπολη, λίγο πριν πάρει την παρτίδα, να γυρνά πίσω στην αφετηρία και να αρχίζει τετραγωνάκι – τετραγωνάκι, πάλι απ την αρχή. Και ναι, ναι, «ό,τι δε με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό» -αμάν μ αυτή τη φιλοσοφία του Νίτσε!- και ναι, ναι, «η ζωή δεν μετριέται από το πόσες φορές πέφτουμε, αλλά από το πόσες φορές σηκωνόμαστε» -απ όταν ο Γκάντι μίλαγε σα να συμμετείχε στο Dancing with the stars! Και ο Κωστόπουλος επιβίωσε.

Περιπλανήθηκε σε λογιών παρουσιάσεις και κριτικές επιτροπές στη τηλεόραση, που ουδέποτε συμπάθησε, έφτιαξε σάιτ και ένα διαδικτυακό περιοδικό, που όμως δεν πήγαν και πάλι ένα περιοδικό, δούλεψε ως DJ, σε κλαμπ και στο θέατρο, δούλεψε ένα deli σαντουιτσάδικο στην οδό Καψάλη, ξανά – επέστρεψε στην τηλεόραση και ξανά – έφυγε. «Λυπάμαι που με τις σημερινές συνθήκες και με όλα αυτά που μου έχουν συμβεί δεν μπορώ να προσφέρω στα παιδιά μου ό,τι θα ήθελα», λέει!

Η Αμαλία, τελείωσε τις σπουδές της, ζει και δουλεύει στην Αμερική, αρρεβωνιάστηκε. Η Αλεξάνδρα σπούδασε με υποτροφία, επίσης. «Η μεγαλύτερη αγωνία μου ήταν να τελειώσουν τα πανεπιστήμιά τους, ήθελα τα παιδιά μου να δουλέψουν. Έφυγαν, τα ετοίμαζα να φύγουν τα παιδιά από τριών χρονών. Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι τα παιδιά στα 18 πρέπει να φεύγουν» λέει, αλλά, για τον Μάξιμο, κομπιάζει «Το μικρό ακόμα και οι αδερφές του τον έχουν σαν παιδί τους. Είναι και αγοράκι, με τη έννοια ότι πιο πολλά μπορώ να πω, με τις κούκλες δεν το είχα και πολύ. Θα στεναχωρηθώ όταν φύγει ο Μάξιμος, θα μου λείψει πολύ». Μένανε κάποιο καιρό μαζί, , τώρα, στα 17 του εκείνος, ζει κοντά του, τρεις μέρες την εβδομάδα.

Με την κόρη του, Αμαλία στη Μύκονο
Με την κόρη του Αμαλία στη Μύκονο

Κάνει ένα podcast με θέματα και πρόσωπα που τον αφορούν. Κάνει και ραδιόφωνο. Έχει αποδείξει αυτό που πάντα έλεγε, πως είναι άνδρας του ενός γάμου και τέλος. Πριν λίγα είχε ζήσει έναν ακόμη, αλλά, τώρα πια, έχει αποσυρθεί από την πιάτσα. Δεν φλερτάρεις, άλλωστε και που και πως; Απορεί. Το φλερτ γίνεται, πάντα, μεταξύ αγνώστων. Το διαδίκτυο γι’ αυτά, του φαίνεται επικίνδυνο. Του αρέσει περισσότερο να κάθεται μόνος του σπίτι, να χαζεύει καμία ταινία, να χαζεύει τα site, να βλέπει μπάλα. Κάποτε δε μπορούσε τη μοναξιά.

Την φοβότανε. Τώρα δεν τον νοιάζει! Μόνο διακοπές δε μπορεί να πάει, μόνος! Δεν το αντέχει. Έχει στο κινητό, κάποια τηλέφωνα των πιο στενών φίλων, σε περίπτωση, που χρειαστεί! Ένας απ αυτούς είναι ο Γιάννης Λάτσιος. Αναφέρει την τη φράση της Όπρα Γουίνφρεϊ «πως πολλοί θέλουν να κάνουν βόλτα με τη λιμουζίνα, μαζί σου, αλλά αυτό που θες είναι κάποιον που θα πάρει το λεωφορείο μαζί σου, όταν η λιμουζίνα χαλάσει…» για να σχολιάσει, πως πάλι καλά, που από δεκάδες έμειναν και 2-3 φίλοι του για το λεωφορείο. Τώρα πια, του λείπουν πολύ.

Τα ταξίδια γι’ αυτό μαγειρεύει συνέχεια, όλες τις κουζίνες του κόσμου. Για να νομίζει πως είναι κάπου αλλού… πως βρίσκεται, μακριά! Τον συμπαθείς; Τον αντιπαθείς; Είσαι από εκείνους που σαρκάζουν για τα περιοδικά του και το life style πετώντας τα «Π. Κωστόπουλος: Η ζωή είναι μεγάλη για να φοράς just Cavalli»;

Η μήπως ανήκεις στην Gen Z και δεν τον έχεις καν ακουστά; Εκτός από τους τελευταίους, όλοι άλλοι ας παραδεχτούμε, πως ναι, του πάει το “.. Ι’ve lived a life that’s full, I traveled each and every highway and more, much more than this I did it my way…”…

Διαβάστε επίσης

Μύκονος: Πωλείται η εκπληκτική βίλα του Πέτρου Κωστόπουλου για 19 εκατ. ευρώ

Πέτρος Κωστόπουλος: Πώς αντέδρασε όταν ο Αμερικανός επιχειρηματίας ζήτησε το χέρι της Αμαλίας

Αμαλία Κωστοπούλου: Γιατί φεύγει από Λος Άντζελες, η πρώτη δουλειά στη Μύκονο και οι διάσημοι γονείς