Αριστοτέλης Ωνάσης
O Αριστοτέλης Ωνάσης ήταν από εκείνα τα λίγα πρόσωπα στην πορεία της ιστορίας, που κατάφεραν να ζήσουν μια ζωή, που μοιάζει περισσότερο με εκείνη των ονείρων, παρά της πραγματικότητας, αλλά και να χαράξουν το όνομά τους ανεξίτηλα για πάντα στην ιστορία.
Ο Έλληνας που, με τις ικανότητες και την ιδιοφυΐα του, κατάφερε να αποκτήσει αμύθητα πλούτη και να ζήσει μέσα σε θησαυρούς, απασχόλησε την παγκόσμια κοινή γνώμη και τον Τύπο, τόσο κατά τη διάρκεια της ζωής του, όσο και μετά το θάνατό του, ενώ το ενδιαφέρον που μας προκαλούν όσα κατάφερε και έζησε μοιάζει αστείρευτο, ακόμη και σήμερα.
Οι τόσο μεγάλες διαστάσεις που πήρε η λαμπερή ζωή του, αλλά και η επιχειρηματική του πορεία δεν θα μπορούσαν να περάσουν, φυσικά, απαρατήρητα και από τις Αρχές. Όπως αποκαλύφθηκε, μάλιστα, πολλά χρόνια μετά το θάνατό του, το αμερικανικό FBI έχει στη διάθεσή του ολόκληρο αρχείο καταγραφής, με αναλυτικά στοιχεία για την πορεία του. Η αμερικανική υπηρεσία ερευνών φαίνεται να παρακολουθούσε στενά την πορεία του Αριστοτέλη Ωνάση και οι πληροφορίες που κατάφερε να συγκεντρώσει παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Τα στοιχεία του FBI για τον Έλληνα κροίσο, που κατάφερε, μεταξύ άλλων, να ξεγελάσει πολλές φορές το αμερικανικό δημόσιο, ενώ υπήρξε και ύποπτος για συναλλαγές με τη ναζιστική Γερμανία, ξεκινούν από την πολύ πρώιμη φάση της δραστηριότητάς του, στο ξεκίνημά του, στο Μπουένος Άιρες και φτάνει έως το τέλος της δράσης του στη δυναστεία που δημιούργησε.
Το όνομα του Έλληνα μεγιστάνα εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1942 στα αρχεία της Αμερικανικής Υπηρεσίας Ερευνών. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης καταγράφεται, τότε, ως κάτοικος του Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, εργαζόμενος στην εσωτερική επικοινωνία των ειδικών πρακτόρων της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Το FBI ενημερώνει, τότε, τους αρμοδίους πως θα παρακολουθεί έναν «Έλληνα, που μοιάζει να μην έχει φιλικά αισθήματα απέναντι στις πολεμικές προσπάθειες της Αμερικής».
Κατά το επόμενο διάστημα, η αλληλογραφία που θα αφορά στο όνομα του Αριστοτέλη Ωνάση θα ενταθεί, επικεντρώνοντας την έρευνα κυρίως γύρω από τη δραστηριότητά του και, συγκεκριμένα, τις κινήσεις του αναφορικά με δύο τάνκερ, την Καλλιρόη και την Αντιόπη, των οποίων εμφανίζεται συνιδιοκτήτης με τους αδερφούς Κονιαλίδη.
Όπως καταγράφεται στα αρχεία του FBI, ο Έλληνας επιχειρηματίας προσπαθεί μάταια να πουλήσει τα τάνκερ στην κυβέρνηση της Αργεντινής, πριν αυτά επιταχθούν από το πολεμικό ναυτικό. Για τη συγκεκριμένη ενέργεια, ο Αριστοτέλης Ωνάσης ζητά άδεια από την επιτροπή των ΗΠΑ, η οποία ωστόσο του το αρνείται. Σε αυτό το σημείο, οι αμερικανικές υπηρεσίες συλλέγουν πληροφορίες για το ποιόν του.
Σε κάποια από τα έγγραφα αποτυπώνεται η επικοινωνία της αμερικανικής υπηρεσίας ερευνών, τόσο με το Μπουένος Άιρες, όσο και με το αρμόδιο υπουργείο στην Ελλάδα.
Ο στόχος της επικοινωνίας αυτής είναι ένας και είναι ξεκάθαρος: Να διαπιστωθεί «τι μέρος του λόγου» είναι ο Αριστοτέλης Ωνάσης.
Οι πληροφορίες που προκύπτουν, αρχικά, είναι συγκεχυμένες. Στις πρώτες επιστολές για τον Ωνάση, το FBI δυσκολεύεται να πάρει σαφείς πληροφορίες για το παρελθόν του. Ο μετέπειτα μεγιστάνας εμφανίζεται, για παράδειγμα, γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, στις 21 Σεπτεμβρίου του 1900. Η ημερομηνία αυτή, μάλιστα, παρουσιάζεται σε πλήθος μεταγενέστερων εγγράφων. Χρόνια αργότερα, ωστόσο, θα γίνει αντιληπτή μία αντίφαση, με αφορμή κάποιες δηλώσεις της κόρης του, Χριστίνας, η οποία και σημείωσε την πραγματική ημερομηνία των γενεθλίων, 15 Ιανουαρίου 1906 και, φυσικά, τον τόπο γεννήσεως, τη Σμύρνη της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στο Μπουένος Άιρες, ο Αριστοτέλης θα φτάσει το 1920, όπου θα εργαστεί αρχικά ως τηλεφωνητής. Όπως σημειώνεται στα αρχεία, μια ένταση στην οικογένεια είναι η αιτία που θα οδηγήσει το Ωνάση στη λύση της μετανάστευσης. Στο πλευρό του Αριστοτέλη Ωνάση, τότε, ήταν ο γαμπρός του, Νικόλαος Κονιαλίδης, τον οποίο και συνάντησε στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, λίγο αργότερα, ο Κωνσταντίνος Κονιαλίδης.
Οι διαφορές του Αριστοτέλη με την οικογένειά του θα λυθούν λίγο αργότερα, όταν στην Αργεντινή θα βρεθεί ένας φίλος του πατέρα του μεγιστάνα, Σωκράτη Ωνάση, ο οποίος φέρνει μαζί του ένα σημαντικό φορτίο καπνού. Σημειώνεται ότι ο Σωκράτης Ωνάσης ήταν και ο ίδιος καπνέμπορος στην Σμύρνη.
Θα ακολουθήσουν και άλλα φορτία, με αποτέλεσμα ο Ωνάσης να ξεκινήσει τελικά στην Αργεντινή δική του επιχείρηση, εμπορευόμενος καπνό από την Τουρκία. Τα καπνά έπλεαν για τη Γένοβα, όπου το φορτίο μεταφορτωνόταν και σάλπαρε υπερατλαντικά για τη Νότιο Αμερική.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία της μεταφόρτωσης, ο δαιμόνιος Ωνάσης θα σκαρφιστεί μια ιδέα, προκειμένου να εξασφαλίσει σημαντικά κέρδη.
Διατάζει, λοιπόν, τους ανθρώπους του να ψεκάζουν τα δέματα του καπνού με θαλασσινό νερό, κατά την παραμονή τους στο λιμάνι της Γένοβα, με στόχο ο ίδιος να απαιτεί, στη συνέχεια αποζημιώσεις, οι οποίες πράγματι του αποφέρουν σημαντικό κέδρος, πέρα από τα κέρδη που αποκομίζει από το εμπόριο του καπνού.
Το σχετικό έγγραφο του FBI, μάλιστα, υποστηρίζει πως κάποιος υπάλληλος πρόδωσε την απάτη και, μάλιστα, σε μια περίοδο όπου ο Νικόλας Κονιαλίδης βρισκόταν στην ιταλική πόλη, με αποτέλεσμα να εμπλακούν πράκτορες των ασφαλιστικών εταιριών, να διαπιστωθεί η πράξη και εκείνος να καταλήξει, για ένα διάστημα, στη φυλακή.
Την υστεροφημία, αλλά και την αξιοπιστία του Ωνάση ως επιχειρηματία διέσωσε ένας Έλληνας υπουργός, ονόματι Μιχαλόπουλος, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία των αρχείων, ο οποίος και φρόντισε η αναφορά της απάτης που εστάλη από τη Γένοβα στην Ελλάδα να χαθεί μυστηριωδώς. Βάσει του ονόματος αυτού, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ο εν λόγω υπουργός που αναφέρεται θα μπορούσε να είναι ο υπουργός Τύπου και Πληροφοριών, Ανδρέας Μιχαλόπουλος, ο οποίος είχε λάβει χαρτοφυλάκιο στην κυβέρνηση Τσουδερού.
Στην πορεία της έρευνας της Αμερικανικής Υπηρεσίας Ερευνών, θα αναφερθεί η δραστηριότητα του Ωνάση σχετικά με τα τάνκερ και την απόπειρα πώλησής τους.
Σε ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές, αναφέρεται το συμπέρασμα ότι ο Έλληνας διακατέχεται από τη φασιστική ιδεολογία, γεγονός που στηρίζεται, εν μέρει, στην απροθυμία του να συνεργαστεί με το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ.
Φυσικά, το μόνο που εξηγούσε στην πραγματικότητα την απροθυμία αυτή ήταν η επιθυμία του Ωνάση να αποκομίσει το υψηλότερο δυνατό κέρδος, κάτι που μπορεί να μην κατάφερε, πουλώντας τα δύο τάνκερ, τα οποία τελικά ταξίδεψαν έως την Αμερική, για να τεθούν στην υπηρεσία της Πολεμικής Ναυτικής Διοίκησης, βρήκε, ωστόσο, άλλο τρόπο να το εξασφαλίσει. Οι αναφορές για την υπόθεση των δύο τάνκερ θα συνεχιστούν μέχρι και τον Απρίλιο του 1944, οπότε και η υπόθεση κλείνει οριστικά για την υπηρεσία, με τη σημείωση πως «η έρευνα δεν απέφερε καμιά δραστηριότητα αντιδραστικής συμπεριφοράς και, έτσι, […] η υπόθεση αρχειοθετείται».
Πολλά χρόνια αργότερα, στα ίδια αρχεία, θα σχολιαστεί πόσο επικερδής μοιάζει να είναι η περίοδος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για τον Έλληνα πλοιοκτήτη, με τους ερευνητές να ασχολούνται, κυρίως, με το πώς ο μεγιστάνας κατάφερε να διατηρήσει τα πλοία του ασφαλή, έως ότου περάσει ο πόλεμος.
Οι μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής φαίνεται πως αφήνουν τον Αριστοτέλη Ωνάση ήσυχο, έως τις αρχές της δεκαετίας του ’50. Εκεί, θα εμφανιστεί και πάλι ένα έγγραφο με το όνομα του Αριστοτέλη Ωνάση, το οποίο αναφέρεται εκτενώς στην έντονη δραστηριότητά του. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης έχει γίνει, πλέον, εφοπλιστής και οι αρχές δείχνουν να έχουν θορυβηθεί από τη ραγδαία εξάπλωση των δραστηριοτήτων του.
Τον Οκτώβριο του 1954, ένα υπόμνημα του τμήματος δικαιοσύνης των ΗΠΑ αναφέρεται για πρώτη φορά στον μεγάλο αντίπαλό του, τον επίσης Έλληνα, Σταύρο Νιάρχο. Το υπόμνημα κάνει αναφορά σε ένα πρόσωπο, του οποίου τα στοιχεία παραμένουν απόρρητα και από το οποίο οι αρχές ενημερώνονται για τη σχέση των δύο ανδρών.
«Ο Σταύρος Νιάρχος είναι εφοπλιστής και ανταγωνιστής του Αριστοτέλη Ωνάση. Νιάρχος και Αριστοτέλης έχουν παντρευτεί δύο αδερφές (τις αδερφές Λιβανού)». Η αμερικανική διοίκηση συνέλεγε πληροφορίες αναφορικά με μια υπόθεση απάτης προς το αμερικανικό δημόσιο, στην οποία ήταν ανακατεμένος ο Αριστοτέλης Ωνάσης. «Να σου θυμίσω πως κατά του Ωνάση εκκρεμεί κατηγορητήριο από τον Οκτώβρη του 1953, πως συνωμότησε με άλλους σε ψευδή δήλωση στην επιτροπή ναυτιλίας των ΗΠΑ για την αγορά επιπλέον τάνκερ» αναφέρει το υπόμνημα.
Η υπόθεση, μάλιστα, είχε οδηγήσει τότε επικεφαλής του FBI, Edgar Hoover να διατάξει τη σύλληψη του Έλληνα εφοπλιστή.
Αναφορικά με τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Έλληνας κροίσος, το ένα ζήτημα αφορά στη δραστηριότητά του με πολεμικά πλοία, ενώ παράλληλα αναφέρεται η επινόηση ενός τρόπου που βρήκε, ώστε να παρακάμπτει την αμερικανική νομοθεσία, η οποία προέβλεπε πως, για να είναι κανείς ιδιοκτήτης πλοίων με αμερικανική σημαία, θα πρέπει να είναι Αμερικανός υπήκοος.
Ο Ωνάσης είχε δηλώσει ψευδώς πως κάποια από τα πλοία του ήταν αμερικανικών συμφερόντων, αποδίδοντάς τα σε διάφορες εταιρίες, που θα μπορούσε να τις αποκαλέσει κανείς εταιρίες-φάντασμα. Το Δεκέμβριο του 1955, ο εφοπλιστής παραδέχτηκε την ενοχή του για έξι από τις εταιρίες και συμφώνησε να πληρώσει στην αμερικανική κυβέρνηση το ποσό των 7 εκατ. δολαρίων ως αποζημίωση.
Σε μια εκτενή αναφορά για τον Αριστοτέλη Ωνάση, με παραλήπτη τον Carta Deloach, διοικητή του FBI και δεξί χέρι του ισχυρού άνδρα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, Edgar Hoover, με ημερομηνία 16 Οκτωβρίου 1963, επισημαίνεται το μέγεθος της δημοσιότητας που έλκει το όνομα Ωνάσης από το ’55 και μετά.
«Έχει στην ιδιοκτησία του ένα υπερπολυτελές γιοτ, ονόματι Κριστίνα IV, το οποίο διατηρεί, κατά κύριο λόγο, στο Μόντε Κάρλο και στο οποίο έχει διασκεδάσει πολλές από τις επιφανέστερες προσωπικότητες στον κόσμο» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην αναφορά. Έπειτα, καταγράφεται το εξής: «Το 1959, ο Ωνάσης ενεπλάκη σε ένα σκάνδαλο που τράβηξε ιδιαίτερη δημοσιότητα. Φαίνεται πως ανέπτυξε σχέσεις με την τραγουδίστρια της όπερας, Μαρία Κάλλας, κατά τη διάρκεια μιας κρουαζιέρας στο γιοτ του, που κατέληξε σε χωρισμό της από το σύζυγό της».
Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος που έδειχναν οι αμερικανικές υπηρεσίες ερευνών προς το πρόσωπο του Ωνάση είναι ότι, στα αρχεία τους, από ένα χρονικό σημείο και έπειτα, υπάρχει συνημμένο πλήθος αποκομμάτων από εφημερίδες και δημοσιεύματα που αναφέρονταν στον εφοπλιστή, ακόμη και κείμενα που πρόκειται να εκφωνηθούν από το ραδιόφωνο. Σε ένα από αυτά, το Σεπτέμβριο του 1959, το οποίο υπογράφει ο Paul Harvey, εμβληματική προσωπικότητα των ερτζιανών στην Αμερική, καταγράφεται η σχέση της σοπράνο, Μαρία Κάλλας με τον Αριστοτέλη Ωνάση και πως αυτή μπορεί να επηρεάσει την καριέρα της παγκοσμίου φήμης καλλιτέχνη.
Υπάρχει, όμως, κάτι άλλο, που επισκιάζει την ενασχόληση των ερευνών για την Μαρία Κάλλας και αυτό δεν είναι άλλο, φυσικά, από την σύνδεση του Έλληνα εφοπλιστή με την Τζάκι Κένεντι. Η σχέση μεταξύ των δύο αποτελεί το πιο σημαντικό γεγονός των κοσμοπολίτικων ειδήσεων, που καταγράφεται και αρχειοθετείται με κάθε λεπτομέρεια στα αρχεία του FBI.
Το υπόμνημα στον Deloach κλείνει με την πληροφορία της φιλοξενίας της Τζάκι, αλλά και του Franklin D. Roosvelt Jr. και άλλων διασημοτήτων στη θαλαμηγό του Ωνάση.
«Σε άρθρο της εφημερίδας Washington Post τίθεται το ερώτημα, κατά πόσο είναι σωστό η κα. Κένεντι, αλλά και ο Rousveelt να δέχονται να φιλοξενηθούν από τον Ωνάση, ειδικά ο τελευταίος, δεδομένης της θέσης του στην γνωμοδότηση επί των ναυτιλιακών ζητημάτων». Ο επικεφαλής του γραφείου εγκλημάτων των μυστικών υπηρεσιών, M. A. Jones που συνέταξε το υπόμνημα αυτό, θα επανέλθει αρκετές φορές ακόμη, με υπομνήματα που παραθέτουν περιληπτικά όλα τα στοιχεία που διαθέτει το FBI για τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Στις 29 Ιουνίου 1964, υπάρχει νέα αναφορά για τον Έλληνα εφοπλιστή στα αρχεία του FBI. Πρόκειται για μια επιστολή από το Βανκούβερ του Καναδά, η οποία ενημέρωνε τις αμερικανικές υπηρεσίες ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης επενέβη, ώστε να διαφύγει ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος από το νησί της Κύπρου.
Ο αποστολέας αναφέρεται στις αναταραχές στο νησί, που κατέληξαν στην επικήρυξη του Μακάριου, ακόμη και από τους ίδιους τους Άγγλους. Ο ηγέτης των Κυπρίων διέφυγε της σύλληψης, με τη συνδρομή ενός από τα τάνκερ του Αριστοτέλη Ωνάση. Το Olympic Flame παρέκκλινε της πορείας του και πλησίασε τις ακτές της Κύπρου, ώστε να επιβιβαστεί ο Αρχιεπίσκοπος. Το πλοίο πέρασε από τον περσικό κόλπο και κατέληξε στις Σεϋχέλλες όπου και αποβιβάστηκε ο Κύπριος κληρικός.
Ένα ακόμη στοιχείο που είναι γνωστό είναι η στενή σχέση που είχε αναπτύξει ο Έλληνας κροίσος με τον Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Ο Τσόρτσιλ είχε φιλοξενηθεί, μάλιστα και στη θαλαμηγό του Αριστοτέλη Ωνάση, στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Επιπλέον, ο Ωνάσης ήταν θερμός υποστηρικτής όσων πρέσβευε ο Μακάριος για την Κύπρο, γνώμη που δεν δίστασε να εκφράσει και στον ίδιο το Βρετανό πολιτικό.
Το «κόλπο» με την Σαουδική Αραβία που ενόχλησε τους Αμερικανούς
Ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα, με το οποίο δεν θα μπορούσε φυσικά να μην έχει ασχοληθεί το FBI είναι οι συναλλαγές του Ωνάση με την Σαουδική Αραβία. Στα αρχεία που αναφέρονται στις δραστηριότητες αυτές, η αμερικανική διοίκηση μοιάζει ιδιαίτερα ενοχλημένη με τις σχέσεις που έχει αναπτύξει ο επιχειρηματίας στη Μέση Ανατολή.
Αργότερα, μάλιστα, εμφανίζονται και υπομνήματα που εκφράζουν ανησυχίες πως ο Ωνάσης έσπαγε και το σιδηρούν παραπέτασμα που χώριζε τη Δύση, από την ανατολική Ευρώπη, για χάρη των επιχειρήσεών του. Τα αρχεία εμπλουτίζονται ως επί το πλείστον με δημοσιεύματα εφημερίδων, με τους πράκτορες να παραθέτουν υπομνήματα για το κατά πόσο οι πληροφορίες αυτών είναι αληθείς ή όχι.
Για τις αμερικανικές υπηρεσίες ερευνών, το κεφάλαιο Ωνάσης ήταν ένα ζήτημα που απασχόλησε έντονα, γεγονός που αποτυπώνεται και στις εκατοντάδες των σελίδων των αναφορών που γίνονται στο όνομα του Έλληνα κροίσου. Όπως και να έχει, πάντως, ο τρόπος με τον οποίο τα αρχεία αυτά αφηγούνται τη ζωή, την πορεία και τη δράση του Αριστοτέλη Ωνάση είναι ξεχωριστός από όλα τα άλλα αφηγήματα που τον αφορούν και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.