Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ, αρθρογραφία και άμεση ενημέρωση, με όλα τα τελευταία νέα και ειδήσεις για την Οικονομία, τις Επιχειρήσεις, το Χρηματιστήριο, το Bitcoin, τις πολιτικές εξελίξεις και τον πολιτισμό
First Top Stories

Γιατί η Έλενα Ακρίτα τα βάζει τώρα με τον Μαρινόπουλο και έχει γίνει χαμός στα social media. Τόσα χρόνια που ήταν; 

Ιδιαίτερα σκληρή κριτική στη διοίκηση της αλυσίδας σούπερ μάρκετ «Μαρινόπουλος» ασκεί μέσω Facebook η γνωστή δημοσιογράφος Έλενα Ακρίτα, στηλιτεύοντας το αίτημά της για υπαγωγή στο άρθρο 99 και αφήνοντας υπόνοιες για κρυφά περιουσιακά στοιχεία των ιδιοκτητών της εταιρείας εκτός Ελλάδος.

Σε ανάρτησή της, η Έλενα Ακρίτα σχολιάζει δηκτικά μεταξύ άλλων: «Φάγατε, φάγατε, φάγατε. Φάγατε από παντού. Φάγατε απ’ τα τσιμέντα, τα υδραυλικά, τα πόμολα, τους σωλήνες, τα κεραμίδια, τα κουφώματα, τα πατώματα, φάγατε απ’ τους προμηθευτές, τους εμποράκους, τα μαγαζάκια, τους εργαζόμενους με τα ‘ελαστικά ωράρια’ και τα μεροκάματα του τρόμου, φάγατε, φάγατε, φάγατε. Και δεν σας σταμάτησε κάνεις τόσες δεκαετίες. Δεν σας είπε καμιά κυβέρνηση ‘όπα λεβέντη παρ’ το αλλιώς γιατί βρίσκεις’. Τίποτα. Μούγγα. Κιχ».

Απευθυνόμενη προσωπικά στον κ. Μαρινόπουλο, αναφέρει ότι «για την δική σας περιουσία – εικάζω – δεν έχετε ‘ενοχληθεί’ ακόμα από τις αρμόδιες αρχές; Δεν έχετε λογοδοτήσει ακόμα σε ελεγκτές και εφοριακούς; Δεν έχετε παραθέσει ακόμα τα οικονομικά σας πεπραγμένα να δούμε αν έχετε τίποτα εξωχώριες, εξωλέμβιες, εξωντέρτιακαικαημοί; Στο σπίτι στο Μαϊάμι όλα καλά, θερμούς αγωνιστικούς χαιρετισμούς να δώσετε».

Και καταλήγει με τη φράση: «Οι μικρές μύγες πιάνονται. Οι μεγάλες σκίζουν το δίχτυ και βγαίνουν».

Ενώ δεν μπορεί κανείς να διαφωνήσει ότι πράγματι η υπόθεση Μαρινόπουλου «βρωμάει», δεν μπορεί επίσης και να μην παρατηρήσει κανείς ότι αυτή η «δυσοσμία» δεν αναδύθηκε την τελευταία εβδομάδα, αλλά εδώ και αρκετά χρόνια. Τώρα ανακάλυψε άραγε η κ. Ακρίτα (και όχι μόνο η κ. Ακρίτα, βέβαια, αλλά είναι ίσως το πιο προβεβλημένο πρόσωπο που έχει εκφραστεί ανοιχτά για το θέμα αυτό) όλα αυτά που αναφέρει; Ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που, όπως αναφέρει, έκανε κάθε εβδομάδα τα ψώνια της σε κατάστημα της εταιρείας…

Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το ότι η Έλενα Ακρίτα έχει γίνει στόχος σφοδρών επικρίσεων στα social media για τα σχόλιά της όσον αφορά στον Μαρινόπουλο, από ανθρώπους που λένε ακριβώς αυτό: πού ήταν η κ. Ακρίτα όταν όλος ο κόσμος (δεν ψιθύριζε απλά, αλλά φώναζε) ότι κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά στη συγκεκριμένη αλυσίδα σούπερ μάρκετ;

Δείτε τις επίμαχες αναρτήσεις της Έλενας Ακρίτα:

«Δηλαδή. Ανοίγω μαγαζί. Πάει καλά. Παίρνω δευτερο. Πάει καλά. Με τα κέρδη αγοράζω σπίτι. Κι εξοχικό. Και κοκορέτσι. Και βάζω και το κατιτίς μου στην εξωχώρια της διπλανής πόρτας. Κατόπιν χρεοκοπώ. Απολύω. Ζητάω πτώχευση. Ο νόμος προστατεύει την προσωπική μου περιουσία. Την οποία δημιούργησα από το μαγαζί και τους εργαζόμενους. Δεν ανοίγει ρουθούνι. Είμαι άρχοντας. Είμαι θεός ήλιος καλοκαιρινός. Η ζωή ( και κότα) συνεχίζεται. Το ‘χω».


«Κύριε Μαρινόπουλε, ειλικρινά δεν κατανοώ το γεγονός ότι νοιάζονται όλοι τους 12.000 εργαζόμενους κι όχι εσάς που, όσο να πεις, ένα δράμα θα το ζείτε εκεί στα ξένα. Τα ξένα χέρια είναι μαχαίρια – εκεί στο Μαϊάμι το ‘χετε σεις το ρητό; Ή έστω στο Κατάρ όπου εναποτίθενται τρυφερά κολοσσιαίες περιουσίες; 

Για την δική σας περιουσία – εικάζω – δεν έχετε ‘ενοχληθεί’ ακόμα από τις αρμόδιες αρχές; Δεν έχετε λογοδοτήσει ακόμα σε ελεγκτές και εφοριακούς; Δεν έχετε παραθέσει ακόμα τα οικονομικά σας πεπραγμένα να δούμε αν έχετε τίποτα εξωχώριες, εξωλέμβιες, εξωντέρτιακαικαημοί; Στο σπίτι στο Μαϊάμι όλα καλά, θερμούς αγωνιστικούς χαιρετισμούς να δώσετε. 

Απ’ ό,τι διαβάζουμε, η σύζυγός είναι διακοσμήτρια σκαφών (όχι η ‘σκάφη’, το ‘σκάφος’). Εξ ου και θεωρώ λανθασμένη την κίνηση σας να πετάξετε τόσους νοματαίους στο δρόμο. Αν – τώρα οι άνεργοι υπάλληλοι, ταμίες, φορτοεκφορτωτές, φορτηγατζήδες – πουλήσουν τα κότερά τους; Αν η καθαρίστρια με το σφουγγαρόπανο δώσει σκάφη και σκάφος κοψοχρονιά; Αν ο κυρ Μπάμπης στα ψαρικά ξεφορτωθεί τα γιοτ του; Τι θα διακοσμεί τότε μια τεθλιμμένη ντεκορατρίς; Αν μείνουν 12.000 χωρίς κότερο, μην μου πεινάσετε εσείς κι η κυρία σας, εγώ για το καλό σας. 

Εμένα που λέτε, κύριε Μαρινόπουλε, η γιαγιά μου πήγαινε στο Κολέγιο μαζί με τη γιαγιά σας. Κι εγώ στο Αρσάκειο ήμουνα συμμαθήτρια με μια από τις κόρες της οικογένειας. Κάπου εδώ τελειώνει μια μεγάλη ιστορία αγάπης που δεν άρχισε ποτέ. 

Και συγχωρέστε μου την ένταση – όσο να πεις, δεν είναι της τάξεως μας – αλλά όσο κάποιος μελετάει το έργο και την πολιτεία σας, τόσο του γυρίζει το μάτι. Γιατί εδώ οι συνολικές όφειλες σας αντιστοιχούν στο 1% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (1,3 δισεκατομμύρια ευρώ). Χρωστάτε σε ό,τι κινείται κι ό,τι δεν κινείται. Σε ανθρώπους, ζώα, φυτά, χλωρίδες, πανίδες, στο σύμπαν. Μόνο έναν ξάδελφό μου στην Αργεντινή δεν έχετε ‘φεσώσει’ – επιτρέψτε μου une expression déclassée.

Κύριε Μαρινόπουλε, αυτή την υγιή επιχειρηματικότητα να την κοιτάξετε μη σας βγάλει κάνα πολύποδα. Και τι δεν ανοίξατε αγαπημένε, τόσες δεκαετίες. Starbucks ανοίξατε. Beauty Shop ανοίξατε. Sephora, Marks and Spencer, Grand Optical, της Παναγιάς τα μάτια ανοίξατε. Και μετά τους γυρίσατε την ηλιοκαμένη σας πλατούλα, τα κλείσατε και βρέθηκαν οι φουκαράδες οι μικρέμποροι με το franchise στο χέρι. Όποια αλυσίδα του εξωτερικού βρίσκατε μπροστά σας, πρώτα την φέρνατε και μετά την ξωπετάγατε.

Φάγατε, φάγατε, φάγατε. Φάγατε από παντού. Φάγατε απ’ τα τσιμέντα, τα υδραυλικά, τα πόμολα, τους σωλήνες, τα κεραμίδια, τα κουφώματα, τα πατώματα, φάγατε απ’ τους προμηθευτές, τους εμποράκους, τα μαγαζάκια, τους εργαζόμενους με τα ‘ελαστικά ωράρια’ και τα μεροκάματα του τρόμου, φάγατε, φάγατε, φάγατε. Και δεν σας σταμάτησε κάνεις τόσες δεκαετίες. Δεν σας είπε καμιά κυβέρνηση ‘όπα λεβέντη παρ’ το αλλιώς γιατί βρίσκεις’. Τίποτα. Μούγγα. Κιχ. 

Ξέρετε, κύριε Μαρινόπουλε, ως πελάτισσα, έκανα κάθε Πέμπτη τα ψώνια της εβδομάδας στο Καρφούρ της Κηφισίας. Συνήθως πήγαινα να μου τα ‘χτυπήσει’ η ίδια ταμίας. Ένα υπέροχο γλυκό κορίτσι που ξεροστάλιαζε από το πρωί μέχρι το βράδυ για ένα μισθό-πουρμπουάρ. Δεν λέω το όνομά της, μην την στοχοποιήσουμε κι από πάνω. 

Την σκέφτομαι έντονα αυτές τις μέρες. Δεν ξέρω που είναι, δεν ξέρω τι απέγινε, δεν ξέρω τι θ’ απογίνει. Ελπίζω, τουλάχιστον, να μην πουλήσει τον στόλο των ιστιοφόρων της. Όχι τίποτα άλλο, μη σας μείνει κι η ντεκορατρίς στους πέντε δρόμους. 

“Οι μικρές μύγες πιάνονται. Οι μεγάλες σκίζουν το δίχτυ και βγαίνουν.” 
Κύριε Μαρινόπουλε, φιλάκια στο πανέμορφο Μαϊάμι».