ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στις εμπορικές διαφορές, η υπερβολικά αργή απονομή δικαιοσύνης που επικρατεί στη χώρα έχει ευρύτατες συνέπειες. Από τον δισταγμό στην πραγματοποίηση επενδύσεων μέχρι βαριές οικονομικές ζημίες, οι επιχειρήσεις προσπαθούν να βρουν τρόπους να αποφύγουν να βαλτώσει κάποια υπόθεσή τους στα ελληνικά δικαστήρια. Η εμπορική διαιτησία είναι ένας από αυτούς και ο ν. 5016/2023 που ψηφίστηκε έπειτα από πολλά χρόνια αναμονής έχει ήδη φέρει αποτελέσματα.
Η εναλλακτική επίλυση διαφορών και ειδικότερα η διαιτησία είναι σε παγκόσμιο επίπεδο ένας από τους βασικούς μηχανισμούς, για να λύνονται οι διαφορές μεταξύ των επιχειρήσεων γρήγορα, ευέλικτα και εμπιστευτικά. Όταν μιλάμε για συμβαλλόμενους από διαφορετικές χώρες, με διαφορές σε πολύ εξειδικευμένα ζητήματα, είναι αναπόφευκτο να επιζητούν ειδικούς σε κάθε τομέα, οι οποίοι με καινοτόμες πρακτικές και σε σφιχτό χρονοδιάγραμμα θα επιλύσουν τη διαφορά.
Στην Ελλάδα, η ανάγκη αυτή είναι ακόμα μεγαλύτερη. Όμως, για χρόνια έμενε ανικανοποίητη, καθώς ίσχυε ένας παλιός νόμος του 1999, ο οποίος δεν μπορούσε να καλύψει τις απαιτήσεις των σύγχρονων επιχειρήσεων. Το αποτέλεσμα; Ακόμα και ελληνικές επιχειρήσεις να στρέφονται σε διαιτητικά δικαστήρια του εξωτερικού, αφού δεν είχαν άλλη επιλογή.
Ο ν. 5016/2023 άλλαξε το τοπίο της διεθνούς εμπορικής διαιτησίας στην Ελλάδα και ήδη φαίνεται οι επιχειρήσεις να στρέφονται στις εγχώριες επιλογές, ενώ παράλληλα δημιουργείται ένα ευνοϊκό κλίμα για την προσέλκυση επενδύσεων. Άλλωστε, το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης αποτελεί αυτή τη στιγμή έναν από τους κυριότερους ανασταλτικούς παράγοντες για να επενδύσει κάποιος στη χώρα.
Οι καινοτομίες του νόμου για τη διεθνή εμπορική διαιτησία
Όταν, πριν λίγο καιρό, ψηφίστηκε ο εν λόγω νόμος, το στοίχημα που έπρεπε να πετύχει ήταν ξεκάθαρο. Να πείσει τις εγχώριες επιχειρήσεις και τις πολυεθνικές ότι μπορούσαν να παραμείνουν στη χώρα, για να λύσουν τις διαφορές τους διαιτητικά, και ότι δεν χρειαζόταν να απευθυνθούν σε διεθνείς οργανισμούς, όπως το Δικαστήριο Διεθνούς Διαιτησίας του Λονδίνου.
Γι’ αυτό το λόγο, προχώρησε στην εισαγωγή διαφόρων καινοτόμων ρυθμίσεων, πέρα από την ενσωμάτωση του Πρότυπου Νόμου της Επιτροπής του ΟΗΕ για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο (UNCITRAL). Το κείμενο αυτό, το οποίο θεσπίζει την ελευθερία των μερών να προσφύγουν σε διαιτησία και να επιλέξουν τα βασικά της στοιχεία, είχε ψηφιστεί από το 2006 στον ΟΗΕ και ανέμενε την επικύρωσή του τόσα χρόνια στην Ελλάδα. Τελικά, ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο 17 χρόνια αργότερα, εισάγοντας ρυθμίσεις όπως: Τη δυνατότητα να αποφασίζουν τα μέρη την υπαγωγή της διαφοράς τους σε διαιτησία είτε εκ των προτέρων με διαιτητική ρήτρα στη σύμβαση είτε αφού δημιουργηθεί η διαφορά. Την ελευθερία να αποφασίζουν για ζητήματα της διαδικασίας της διαιτησίας, όπως η γλώσσα και ο τόπος διεξαγωγής, αλλά ακόμα και το εφαρμοστέο δίκαιο.
Ο ν. 5016/2023 προχώρησε, πάντως, ένα βήμα παραπάνω με πρωτοποριακές διατάξεις που στόχο είχαν να κάνουν τη διαιτησία στην Ελλάδα αποτελεσματική και ισχυρή, ώστε να αλλάξουν το κλίμα υπέρ της. Τέτοιες διατάξεις ήταν, για παράδειγμα, η δυνατότητα πολυμερών διαιτησιών, ώστε η απόφαση να καταλαμβάνει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, αλλά και η εξουσία του δικαστηρίου να διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα, ώστε να διευθετεί επείγουσες καταστάσεις.
Επιπλέον, οριοθέτησε το πλαίσιο των οργανισμών θεσμικής διαιτησίας, έτσι ώστε η διεθνής διαιτησία να μπορεί να λειτουργήσει με μια οργανωμένη δομή, ακριβώς όπως συμβαίνει στα διαιτητικά δικαστήρια του εξωτερικού. Η διαφάνεια και η εποπτεία των οργανισμών αυτών αποσκοπούν στη στροφή του ενδιαφέροντος στην εγχώρια αγορά, έτσι ώστε η Ελλάδα να αποτελέσει ελκυστικό προορισμό για τις ελληνόφωνες και μη διαιτησίες.
Αλλάζουν οι πρακτικές των επιχειρήσεων;
Το ερώτημα, βεβαίως, παραμένει. Παρά τις προθέσεις του νομοθέτη, πώς συμπεριφέρονται οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα; Διότι το ζητούμενο δεν είναι να στραφούν αυτές από την τακτική δικαιοσύνη στη διαιτησία. Αυτό είναι δεδομένο, γιατί πολύ απλά η ελληνική τακτική δικαιοσύνη δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους. Το θέμα είναι πώς θα κρατηθούν εδώ.
Η Ελλάδα έχει αξιόλογους επιστήμονες και ειδικούς στον νομικό κλάδο αλλά και γενικότερα που μπορούν να λειτουργήσουν ως διαιτητές για την επίλυση των εξαιρετικά πολύπλοκων διαφορών σε κλάδους, όπως η ενέργεια, οι κατασκευές και η τεχνολογία. Πολλοί από αυτούς εργάζονται ήδη σε διαιτητικά δικαστήρια του εξωτερικού, προσελκύοντας εκεί τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Το καλό νέο, πάντως, είναι ότι ο ν. 5016/2023 έχει δώσει τη δυνατότητα σε διεθνείς οργανισμούς να ιδρύουν έδρα και στην Ελλάδα, οπότε πλέον έχει γενικευτεί η πρακτική της προσφυγής στο ICC με έδρα την Αθήνα. Έτσι, εξασφαλίζεται η ευκολία της διαδικασίας, αλλά και η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και η ορθή αντιμετώπιση των ζητημάτων από καταρτισμένους εμπειρογνώμονες στο θέμα. Είναι πλέον ρουτίνα αυτή η επιλογή στους καίριους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Για παράδειγμα, στον χώρο της ενέργειας και των κατασκευών οποιαδήποτε διαφορά προκύψει στο στάδιο της εξαγοράς ή στις συμβάσεις ανάπτυξης και κατασκευής (π.χ. σε αιολικά πάρκα) καταλήγει στα διαιτητικά δικαστήρια του Λονδίνου και πολλές φορές δεν επιλέγεται καν το ελληνικό δίκαιο, αλλά κάποιο ουδέτερο δίκαιο, όπως το αγγλικό.
Το σίγουρο είναι ότι σε συμβάσεις που εμπλέκονται ξένες εταιρείες (κατασκευαστές, υπεργολάβοι κλπ) απαιτούν να μπει διαιτητική ρήτρα, ώστε να είναι εκ των προτέρων καλυμμένοι ότι η διαφορά τους δεν θα καταλήξει στα ελληνικά δικαστήρια. Το ίδιο ισχύει και στις συμβάσεις τεχνολογίας, όπου το ένα μέρος είναι κάποιος παγκόσμιος τεχνολογικός κολοσσός. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μάλιστα, είναι μονόδρομος να επιλεγεί το αγγλικό δίκαιο, αφού τα ξένα μέρη δεν εμπιστεύονται όχι μόνο τα ελληνικά δικαστήρια αλλά ούτε και το ελληνικό δίκαιο που είναι άγνωστο σε αυτούς.
Μέχρι ένα σημείο, συνεπώς, είναι λογικό η Ελλάδα να μη μπορεί να αποτελέσει το κέντρο των διεθνών εμπορικών διαιτησιών, αν και τίποτα δεν εμποδίζει τα μέρη να επιλέξουν την εφαρμογή αλλοδαπού δικαίου σε ελληνικό διαιτητικό δικαστήριο, αφού ο νόμος δίνει πλέον σημαντική ελευθερία στους διάδικους. Όπως, όμως, αναφέρουν στελέχη της αγοράς, υπάρχει ένας γενικευμένος φόβος απέναντι στο ελληνικό σύστημα δικαιοσύνης. Ο ν. 5016/2023 προβλέπει διευρυμένους λόγους ακύρωσης της διαιτητικής απόφασης και αυτό είναι πρόβλημα, καθώς τα μέρη γενικά θέλουν η διαιτητική απόφαση να είναι τελική και αμετάκλητη, ώστε να αποφύγουν δικαστικές περιπέτειες.
Και, βέβαια, υπάρχει το ζήτημα ότι οι επιχειρήσεις έχουν βολευτεί με τα υφιστάμενα συστήματα διεθνών διαιτησιών στα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα, οπότε χρειάζεται ακόμα αρκετή προσπάθεια, ώστε να αλλάξουν τις συνήθειές τους.
Διαβάστε επίσης: