Αν κάτι δίδαξε η 11η Σεπτεμβρίου -και όσα επακολούθησαν- τον πλανήτη είναι ότι σε έναν φαύλο κύκλο συζητήσεις περί αιτίου και αποτελέσματος (ή αλλιώς ποιος έκανε το αυγό και ποιος την κότα) είναι άνευ νοήματος. Όπως άνευ νοήματος είναι και η επίκληση του πολέμου κατά της τρομοκρατίας ως κυνικής δικαιολογίας για κάθε είδους παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Ακόμα και αυτός ο sui generis πόλεμος οφείλει να τηρεί τις απαιτήσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. Όχι (μόνο) από άποψη ηθικής, αλλά και επειδή είναι η μόνη δίοδος προς κάποια αποκλιμάκωση.

Όσο όλος ο κόσμος περιμένει με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, γίνεται ολοένα και σαφέστερο ότι καμία πλευρά δεν έχει το παραμικρό ενδιαφέρον όχι να αποδεχθεί, αλλά ούτε καν να ακούσει τα διδάγματα της ιστορίας. Μετά τις θηριωδίες της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, ακολουθεί μια ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα, όπου ο ΟΗΕ κάνει λόγο για 38.000 νεκρούς, 88.000 τραυματισμούς, 2 εκατομμύρια εκτοπισμούς και σημαντικές ζημιές στις υποδομές των παλαιστινιακών εδαφών.

1

Σε όλο αυτό το πλαίσιο, κυρίαρχη ρητορική και μοχλός πίεσης είναι ο λεγόμενος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», ένα ιδιαίτερο μόρφωμα ένοπλης σύγκρουσης που ως βάση ύπαρξης έχει την παράκαμψη του διεθνούς δικαίου. Αυτός είναι και ο λόγος που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξετάζει πιθανές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εγκλήματα πολέμου στις Παλαιστινιακές περιοχές, με την ατομική ποινική ευθύνη του Νετανιάχου να βρίσκεται στο επίκεντρο.

Ταυτόχρονα, η Νότια Αφρική προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ κατά του Ισραήλ για την ερμηνεία και εφαρμογή της Σύμβασης για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας σχετικά με τις ενέργειες του Ισραήλ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Σε αυτή, μάλιστα, την εκκρεμή δίκη ανακοίνωσε προ ολίγων ημερών ότι θα συμμετάσχει ως παρεμβαίνων και η Τουρκία.

Το Ισραήλ, βέβαια, δεν έχει δείξει ουδέποτε να αποθαρρύνεται από αντιδράσεις κρατών και διεθνών οργανισμών και ειδικά μετά την 7η Οκτωβρίου χρησιμοποιεί ακριβώς την ίδια συλλογιστική που κυριάρχησε μετά την 11η Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ. Ότι τα μέτρα κατά της τρομοκρατίας δεν εμπίπτουν στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο που διέπει τους πολέμους.

Ο πόλεμος «κατά της τρομοκρατίας» ως μέσο ασυδοσίας

Ο ΟΗΕ έχει αναφέρει σοβαρά εγκλήματα πολέμου στον πόλεμο του Ισραήλ κατά της Χαμάς, μεταξύ των οποίων οι παράνομες εκτελέσεις, οι συλλογικές τιμωρίες, η στέρηση βασικών υπηρεσιών, η καταστροφή υποδομών, τα βασανιστήρια και η θανάτωση άμαχου πληθυσμού. Επιπλέον, αντίστοιχα με το Γκουαντάναμο, έχει επισημανθεί η ύπαρξη μυστικών φυλακών και εξωεδαφικών εκτελέσεων στο Λίβανο.

Αν και είναι σε μεγάλο βαθμό αμφισβητήσιμο ότι το Ισραήλ ενδιαφέρεται για τη συμμόρφωσή του με το διεθνές δίκαιο, είναι επίσης ξεκάθαρο ότι προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ένα κενό που υπάρχει αυτή τη στιγμή σε αυτό. Ελλείψει διεθνούς ορισμού για την έννοια της τρομοκρατίας αλλά και της αντιτρομοκρατίας, εδώ και πάνω από 20 χρόνια πολλά κράτη επικαλούνται την αντιτρομοκρατία ως πρόσχημα για να χρησιμοποιούν υπερβολική βία. Άλλωστε, ήδη πολλά χρόνια πριν τις πρόσφατες επιθέσεις της Χαμάς, το Ισραήλ είχε ψηφίσει τον Αντιτρομοκρατικό Νόμο 5776/2016 που έδινε ευρείες αρμοδιότητες στις δυνάμεις καταστολής να προλαμβάνουν και να τιμωρούν την τρομοκρατία.

Αν και ο ΟΗΕ δεν έχει χαρακτηρίσει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση – εν μέρει λόγω των απόψεων πολλών κρατών μελών του για τις πολιτικές δραστηριότητές της– πολλές χώρες, όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία, την έχουν χαρακτηρίσει ως τρομοκρατική οργάνωση εν μέρει ή στο σύνολό της.

Συνεπώς, στην καρδιά του προβληματισμού βρίσκεται η σχέση μεταξύ των μέτρων αντιτρομοκρατίας και του διεθνούς δικαίου. Και όσο και αν το Ισραήλ επιχειρεί να διαφύγει του πλαισίου του νόμου, είναι ξεκάθαρο ότι ακόμα και σε αυτόν τον ευρύ και συγκεχυμένο πόλεμο «κατά της τρομοκρατίας» πρέπει να τηρούνται αυστηροί κανόνες. Διαφορετικά, δεν μιλάμε πλέον για μέτρα που καταστέλλουν, αλλά για μέτρα που ευνοούν την τρομοκρατία και τον εξτρεμισμό.

Οι απαιτήσεις του διεθνούς δικαίου σε κάθε πόλεμο

Παρόλο που δεν υπάρχει ξεκάθαρο και αυτόνομο κανονιστικό πλαίσιο που να ορίζει τους κανόνες διεθνούς δικαίου για τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, αρκεί μια λίγο πιο προσεκτική και ολιστική ματιά στο υπάρχον πλαίσιο, για να ξεκαθαρίσει ότι η αντιτρομοκρατία δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως ηθικό και νομικό έρεισμα για την εκτροπή του διεθνούς δικαίου.

Ήδη με την Απόφαση 1456 του 2003, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υποχρέωσε όλα τα κράτη-μέλη του να «εξασφαλίζουν ότι οποιοδήποτε μέτρο ληφθεί για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας συμμορφώνεται με όλες τις υποχρεώσεις τους βάσει διεθνούς δικαίου, και … να υιοθετήσουν τέτοια μέτρα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ειδικότερα το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το προσφυγικό δίκαιο και το ανθρωπιστικό δίκαιο».

Πιο συγκεκριμένα, το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο είναι αυτό που εφαρμόζεται σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης και ορίζει συγκεκριμένες αρχές που πρέπει να ακολουθούνται από τις δύο πλευρές, όπως:

  • Αρχή της διάκρισης: Τα εμπλεκόμενα μέρη πρέπει να διακρίνουν ανάμεσα στους μαχητές και τους αμάχους, και ανάμεσα στους στρατιωτικούς στόχους και τις πολιτικές υποδομές. Οι επιθέσεις επιτρέπεται να γίνονται μόνο εναντίον στρατιωτικών στόχων.
  • Αρχή της αναλογικότητας: Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πρέπει να είναι αναλογικές, δηλαδή η ζημιά που προκαλείται δεν πρέπει να είναι δυσανάλογη σε σχέση με το άμεσο στρατιωτικό πλεονέκτημα που επιδιώκεται.
  • Αρχή της αναγκαιότητας: Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πρέπει να περιορίζονται σε εκείνες που είναι αναγκαίες για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου στόχου και πρέπει να διεξάγονται με τρόπο που να ελαχιστοποιεί την καταστροφή και τις απώλειες.
  • Αρχή της ανθρωπιστικής μεταχείρισης: Απαγορεύονται οι πράξεις που προκαλούν άσκοπο πόνο ή υπερβολική καταστροφή. Αυτό περιλαμβάνει απαγορεύσεις για βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση και χρήση όπλων που προκαλούν αδικαιολόγητη ζημιά.
  • Αρχή της προστασίας των αμάχων: Οι άμαχοι και όσοι δεν συμμετέχουν ενεργά σε εχθροπραξίες, όπως οι τραυματίες, οι αιχμάλωτοι πολέμου και το ιατρικό προσωπικό, πρέπει να προστατεύονται και να μην γίνονται στόχοι.

Παράλληλα, εφαρμόζεται και το διεθνές δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, το οποίο ισχύει τόσο σε περιόδους ειρήνης όσο και πολέμου, και επιβάλλει συγκεκριμένες αρχές, όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και η απαγόρευση της απάνθρωπης μεταχείρισης.

Δεν είναι, λοιπόν, υποστηρικτές της τρομοκρατίας όσοι επισημαίνουν την απάνθρωπη στάση του Ισραήλ σε αυτόν τον πόλεμο. Η αντιτρομοκρατία δεν (θα έπρεπε να) είναι απλά μια μετατόπιση της τρομοκρατίας στην άλλη πλευρά. Το τι θα έπρεπε να είναι, υπό όρους νομιμότητας αλλά και αποτελεσματικότητας, είναι ένα τεράστιο αίνιγμα που πάντως δεν λύνεται έτσι.