Ο Κανονισμός ελέγχου των άμεσων ξένων επενδύσεων (Foreign Direct Investments – FDI) τίθεται σε εφαρμογή, αλλάζοντας εντελώς το πλαίσιο των παρεμβάσεων τρίτων χωρών σε κρίσιμες υποδομές, σε μια ευρύτερη προσπάθεια της ΕΕ να μειώσει στο έδαφός της την επιρροή χωρών, όπως η Κίνα και η Ρωσία.

Υπό διαβούλευση τέθηκε προ ολίγων ημερών το νομοσχέδιο για τη λήψη μέτρων εφαρμογής του Κανονισμού (EE) 2019/452, που αποσκοπεί στη θέσπιση πλαισίου ελέγχου άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας τάξης.

1

Πρόκειται για έναν Κανονισμό, ο οποίος θεσπίστηκε προ Covid και πλέον αποτελεί ένα σύγχρονο εργαλείο της ΕΕ για τον έλεγχο των παρεμβάσεων τρίτων χωρών στην ενιαία αγορά που αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία υπό το φως των εξελίξεων των τελευταίων ετών (και μηνών).

Μάλιστα, εντάσσεται σε μια ευρύτερη τάση ελεγκτικών ρυθμίσεων στην Ένωση, με στόχο την προστασία κρίσιμων υποδομών και ευαίσθητων τομέων της ευρωπαϊκής αγοράς που αλλάζει εντελώς το πώς αντιμετωπίζεται πλέον η εισροή ξένων κεφαλαίων από τρίτες χώρες.

Οι βασικές ρυθμίσεις του Κανονισμού FDI

Ο Κανονισμός FDI αποσκοπεί στη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού πλαισίου για τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ένωση. Βασικός στόχος του είναι η προστασία της δημόσιας τάξης και της εθνικής ασφάλειας των κρατών μελών, ισορροπώντας ανάμεσα στην ανοιχτή οικονομία και την ανάγκη προάσπισης των ευρωπαϊκών συμφερόντων.

Η ανάγκη για έναν τέτοιο μηχανισμό προέκυψε από το γεγονός ότι επενδυτές προερχόμενοι από τρίτες χώρες, συχνά ελεγχόμενοι άμεσα ή έμμεσα από κρατικούς φορείς, αποκτούσαν στρατηγικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη χωρίς επαρκή εποπτεία. Το φαινόμενο αυτό κρίθηκε επικίνδυνο για υποδομές ζωτικής σημασίας, τεχνολογίες αιχμής και βασικά περιουσιακά στοιχεία. Ο Κανονισμός επιδιώκει να αντιμετωπίσει τέτοιες επενδυτικές πρακτικές, χωρίς να παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων.

Η διαδικασία ελέγχου που θεσπίζεται από τον Κανονισμό προβλέπει ότι κάθε κράτος μέλος θεσπίζει εθνικό μηχανισμό ελέγχου των ξένων επενδύσεων. Ο έλεγχος αφορά επενδύσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη και καλύπτει ιδιαιτέρως ευαίσθητους τομείς, όπως:

  • ενέργεια
  • μεταφορές
  • ψηφιακές υποδομές
  • τηλεπικοινωνίες
  • υγεία
  • άμυνα
  • τεχνητή νοημοσύνη
  • κυβερνοασφάλεια

 

Τα κράτη μέλη διατηρούν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τις επενδύσεις στην επικράτειά τους, αλλά ο Κανονισμός προβλέπει έναν μηχανισμό συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Για παράδειγμα, μια κινεζική εταιρεία που επιδιώκει να αποκτήσει ποσοστό σε μια ευρωπαϊκή επιχείρηση υποδομών ενέργειας πλέον θα πρέπει να υπαχθεί σε έλεγχο. Αν διαπιστωθεί ότι η επένδυση ενδέχεται να απειλήσει την ενεργειακή ασφάλεια, το κράτος μέλος μπορεί να την απαγορεύσει ή να επιβάλει όρους.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εξαγορά του ΟΛΠ από την Cosco. Αν ο Κανονισμός και τα αντίστοιχα εθνικά μέτρα ελέγχου υπήρχαν τότε, η μεταβίβαση μιας τόσο κρίσιμης υποδομής δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί τόσο εύκολα, χωρίς προηγούμενο αυστηρό έλεγχο για τις επιπτώσεις στη δημόσια τάξη και ασφάλεια.

Πώς θα εφαρμοστεί στην Ελλάδα

Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εξωτερικών που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση προβλέπει τη δημιουργία ενός εθνικού μηχανισμού ελέγχου άμεσων ξένων επενδύσεων. Ο μηχανισμός αυτός θα λειτουργεί μέσω της Διυπουργικής Επιτροπής Ελέγχου Άμεσων Ξένων Επενδύσεων για λόγους ασφάλειας ή δημόσιας τάξης (Δ.Ε.Ε.Α.Ξ.Ε.) και της Β1 Διεύθυνσης του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η διαδικασία προβλέπει ότι ο επενδυτής οφείλει να υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε έλεγχο πριν από την ολοκλήρωση της επένδυσης. Η Β1 Διεύθυνση εξετάζει την αίτηση και προωθεί την υπόθεση στη Διυπουργική Επιτροπή, η οποία μπορεί να προχωρήσει σε μία εκ των εξής τριών αποφάσεων:

  • να εγκρίνει την επένδυση
  • να επιβάλει μέτρα μετριασμού
  • ή να την απαγορεύσει.

 

Αν δεν ληφθεί απόφαση εντός εξήντα ημερών από την υποβολή της εισήγησης, θεωρείται ότι η επένδυση εγκρίθηκε.

Το πεδίο εφαρμογής καλύπτει επενδύσεις που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, όπως η συμμετοχή σε στρατηγικούς τομείς και η προέλευση από τρίτη χώρα. Ειδικότερα, επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς με συμμετοχή άνω του 25% υπόκεινται σε έλεγχο, ενώ για ιδιαιτέρως ευαίσθητους τομείς όπως η άμυνα ή η κυβερνοασφάλεια, το όριο συμμετοχής μειώνεται στο 10%.

Σε περίπτωση παράβασης, το νομοσχέδιο προβλέπει διοικητικές κυρώσεις, που κυμαίνονται από πρόστιμα ύψους 5.000 έως 50.000 ευρώ, ενώ σε σοβαρές παραβάσεις μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο που φθάνει έως το διπλάσιο της αξίας της επένδυσης.

Ο Κανονισμός για τις ξένες επιδοτήσεις και το ευρύτερο πλαίσιο ελέγχου

O Κανονισμός FDI, πάντως, δεν εφαρμόζεται εν κενώ, αλλά αποτελεί μέρος μιας ολόκληρης στρατηγικής ελέγχου των παρεμβάσεων τρίτων χωρών εκτός ΕΕ.

Η ΕΕ έχει προχωρήσει, ήδη από το 2022, στην υιοθέτηση του Κανονισμού για τις Ξένες Επιδοτήσεις (Foreign Subsidies Regulation – FSR 2022/2560). Ο νέος αυτός Κανονισμός αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, λόγω των οικονομικών ενισχύσεων που παρέχουν τρίτες χώρες σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται εντός της Ένωσης.

Η λογική του FSR είναι διαφορετική αλλά συμπληρωματική προς τον Κανονισμό για τις ξένες επενδύσεις. Ενώ ο Κανονισμός FDI εστιάζει στην προστασία της εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης μέσω του ελέγχου στρατηγικών επενδύσεων, ο FSR επικεντρώνεται στον έλεγχο των αθέμιτων ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που δημιουργούνται από ξένες επιδοτήσεις.

Σύμφωνα με τον FSR, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει την εξουσία να ερευνά και να λαμβάνει μέτρα εναντίον επιχειρήσεων που έχουν επωφεληθεί από επιδοτήσεις τρίτων χωρών και χρησιμοποιούν αυτά τα πλεονεκτήματα για να αποκτήσουν ευρωπαϊκές εταιρείες ή να κερδίσουν δημόσιες συμβάσεις. Εφόσον αποδειχθεί ότι μια επιδότηση προκαλεί στρέβλωση, η Επιτροπή μπορεί να απαγορεύσει τη συναλλαγή ή τη συμμετοχή σε δημόσια σύμβαση.

Το νέο αυτό εργαλείο εντάσσεται σε ένα γενικότερο στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ, το οποίο στοχεύει στην προστασία της ενιαίας αγοράς από αθέμιτες εξωτερικές παρεμβάσεις και ενισχύει την αυτονομία της Ένωσης έναντι παγκόσμιων δυνάμεων όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ.

Ειδικότερα, σε περιπτώσεις όπως η απόκτηση κρίσιμων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από εταιρείες που έχουν επωφεληθεί από κρατική στήριξη τρίτων χωρών, πλέον ενεργοποιείται διπλός μηχανισμός: αφενός ο έλεγχος ασφάλειας μέσω του Κανονισμού FDI, αφετέρου ο έλεγχος ανταγωνισμού μέσω του FSR.

Η θέσπιση ενός συνεκτικού πλαισίου ελέγχου άμεσων ξένων επενδύσεων και ξένων επιδοτήσεων σηματοδοτεί μια κρίσιμη μεταστροφή στην πολιτική της ΕΕ έναντι των παρεμβάσεων τρίτων χωρών. Η στρατηγική αυτή επιδιώκει όχι την απομόνωση, αλλά τη διασφάλιση της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, της οικονομικής ανθεκτικότητας και της σταθερότητας των υποδομών της Ένωσης. Το ζητούμενο πλέον δεν είναι η ανεξέλεγκτη πρόσβαση στην αγορά, αλλά η στοχευμένη και ασφαλής διαχείριση των ξένων επιρροών προς όφελος της ευρωπαϊκής οικονομίας.