Περιεχόμενα
Η απόφαση 879/2024 του ΣτΕ δίνει τη δυνατότητα σε ιδιοκτήτες ακινήτων που έχουν κηρυχθεί ως δασικά, με αυστηρές προϋποθέσεις να προσπαθήσουν να τα αποδεσμεύσουν με αίτηση ακύρωσης, ακόμα και αν έχει παρέλθει η προθεσμία από τη δημοσίευση του κυρωμένου δασικού χάρτη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η κήρυξη ενός οικοπέδου ή μέρους του ως δασικού είναι κάτι που έχει φέρει προ εκπλήξεως εκατοντάδες χιλιάδες ιδιοκτήτες που διαπιστώνουν, κυρίως κατά τη φάση ανάρτησης και προανάρτησης στο Κτηματολόγιο, ότι η περιουσία τους δεν είναι πλέον αξιοποιήσιμη. Ιδιαίτερα συχνό είναι το φαινόμενο στα εκτός σχεδίου ακίνητα, αλλά ορισμένες φορές και σε οικόπεδα στις παρυφές των οικισμών.
Μια νέα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δίνει ελπίδα σε κάποιους από αυτούς τους ιδιοκτήτες που είχαν χάσει την προθεσμία να προσφύγουν στο διοικητικό δικαστήριο κατά του δασικού χάρτη. Παρόλο που ισχύει υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, υπάρχει η δυνατότητα να ασκηθεί αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ κατά της πράξης που κυρώνει τον δασικό χάρτη, με την προθεσμία να εκκινεί από τη γνώση του ενδιαφερόμενου και όχι από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Τι ισχύει για την προθεσμία αίτησης ακύρωσης κατά δασικού χάρτη
Αυτό που ισχύει γενικά σύμφωνα με το Π.Δ. 18/1989 είναι ότι μια διοικητική πράξη μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης μέσα σε 60 ημέρες από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ή από την κοινοποίησή της, αν υπάρχει τέτοια υποχρέωση.
Στην περίπτωση της κήρυξης μιας έκτασης ως δασικής, η πράξη που προσβάλλεται είναι η κύρωση του δασικού χάρτη και όχι η ανάρτησή του. Παρόλο που η κύρωση του χάρτη είναι ατομική διοικητική πράξη και επομένως κανονικά απαιτείται κοινοποίηση σε αυτούς των οποίων τα δικαιώματα θίγονται, το ΣτΕ με πάγια νομολογία του έχει δεχθεί ότι εν προκειμένω αρκεί η δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Μάλιστα, αυτή τη θέση του επαναλαμβάνει και στην καινούρια του απόφαση, επισημαίνοντας ότι η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης «κινείται από τη δημοσίευση της κυρωτικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεδομένου, μάλιστα, ότι ο χάρτης αναφέρεται σε σημαντικού εμβαδού και ευρεία έκταση, ως προς την οποία, από τη φύση του πράγματος και ελλείψει δασολογίου και κτηματολογίου, δεν είναι εφικτή η ατομική κοινοποίηση».
Επομένως, είναι λανθασμένη η ερμηνεία της απόφασης (και δίνει φρούδες ελπίδες σε χιλιάδες ιδιοκτήτες) ότι το ΣτΕ αποφάσισε πως η προθεσμία δεν ξεκινάει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της άποψης ότι αρκεί αυτή η δημοσίευση, με δεδομένο άλλωστε ότι λόγω της ανάρτησης των δασικών χαρτών αυτοί είναι γνωστοί στους ιδιοκτήτες.
Όμως, η πρόσφατη αυτή απόφαση ανοίγει ένα παραθυράκι τριών εξαιρέσεων σε αυτό τον γενικό κανόνα.
Σε ποιες περιπτώσεις επιμηκύνεται η προθεσμία
Σε τρεις περιπτώσεις, σύμφωνα με την απόφαση, η προθεσμία αίτησης ακύρωσης δεν ξεκινάει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από τη γνώση του ενδιαφερόμενου (η οποία προφανώς γίνεται πολύ αργότερα).
Οι περιπτώσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
- Όταν οι διατυπώσεις δημοσιότητας της ανάρτησης των δασικών χαρτών δεν έχουν τηρηθεί ή υπήρξαν ελλιπείς ή μη προσήκουσες, οπότε δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί τεκμήριο πλήρους γνώσης του περιεχομένου των χαρτών και να κινηθεί η προθεσμία άσκησης αντιρρήσεων.
- Όταν η έκταση που κηρύχθηκε ως δασική βρίσκεται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή σε πολεοδομικές μελέτες ως δομήσιμη. Συνεπώς, θεωρείται λογικό ο ενδιαφερόμενος να μην έχει λάβει γνώση του δασικού χάρτη, καθώς δεν είχε ενδιαφέρον προς τούτο, ούτε να παρακολουθεί το ΦΕΚ.
- Όταν η έκταση είχε κηρυχθεί αναδασωτέα, στη συνέχεια ακυρώθηκε με δικαστική απόφαση αυτή η κήρυξη, όμως η διοίκηση δεν έλαβε υπόψη αυτή τη δικαστική απόφαση. Και εδώ ισχύει ότι ο ενδιαφερόμενος ευλόγως δεν επέδειξε ενδιαφέρον για την ανάρτηση του δασικού χάρτη, αφού είχε την πεποίθηση ότι η ιδιοκτησία του δεν καταλαμβάνεται από τη δασική νομοθεσία λόγω της δικαστικής απόφασης που έκρινε ότι η έκταση δεν είναι αναδασωτέα.
Το ιστορικό της απόφασης
Η απόφαση 879/2024 αφορά έκταση, η οποία είχε κηρυχθεί ως αναδασωτέα, όμως με την απόφαση 6/1993 είχε ακυρωθεί η νομαρχιακή απόφαση που την κήρυττε λόγω πλημμελούς αιτιολόγησης. Στη συνέχεια, δεν εκδόθηκε κάποια διοικητική πράξη που να την αποχαρακτηρίζει, οπότε αναρτήθηκε δασικός χάρτης που την περιελάμβανε. Ωστόσο, ο ιδιοκτήτης της δεν έδειξε ενδιαφέρον για την ανάρτηση των δασικών χαρτών, επειδή είχε βασιστεί στη δικαστική απόφαση.
Όταν διαπίστωσε κατά το στάδιο της καταχώρισης του οικοπέδου του στο Κτηματολόγιο ότι αυτό έχει κηρυχθεί δασικό, προσέφυγε κατά της απόφασης του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής. Το ΣτΕ έκρινε ότι η αίτησή του δεν ήταν απαράδεκτη λόγω παρέλευσης της προθεσμίας των 60 ημερών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά ότι η προθεσμία ξεκίνησε από όταν ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση της πράξης.
Στη συλλογιστική του το ΣτΕ, εκκινώντας από τη συγκεκριμένη περίπτωση, διατύπωσε όλες τις εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα, ανοίγοντας τον δρόμο και σε άλλους ιδιοκτήτες που επιθυμούν να αμφισβητήσουν την κήρυξη της έκτασής τους ως δασικής.
Διαβάστε επίσης: