ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Με πλέγμα διατάξεων για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης έχει προκαλέσει συζητήσεις για την -σε αρκετές περιπτώσεις αναποτελεσματική- αυστηρότητα πολλών διατάξεών του.
Με τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας να πληθαίνουν και να γίνονται ολοένα σκληρότερα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης είχε εξαγγείλει εδώ και καιρό ότι επίκεινται αλλαγές στον νόμο για την ενδοοικογενειακή βία (ν. 3500/2006), σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστούν συνήθη -δυστυχώς- φαινόμενα, όπως η κατ’ εξακολούθηση τέλεση εγκλημάτων από τον δράστη ή η δολοφονία του θύματος στο διάστημα που ο δράστης ανέμενε να δικαστεί.
Η βούληση του Υπουργείου κινείται αδιαμφισβήτητα προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως, τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας έχουν έναν ιδιάζοντα χαρακτήρα. Από τη μία, την εξαιρετικά ευάλωτη θέση του θύματος και από την άλλη, την ανάγκη για διαλεύκανση της αλήθειας, ειδικά όταν ο μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας είναι το θύμα.
Το περί δικαίου αίσθημα απαιτούσε εδώ και καιρό να ληφθούν μέτρα για την επιτάχυνση της διαδικασίας και την προστασία των θυμάτων, ωστόσο σε ένα ευνομούμενο κράτος μείζονος σημασίας είναι η ανεύρεση της κατάλληλης ισορροπίας με τον συνυπολογισμό και του δικαιώματος του δράστη σε δίκαιη δίκη.
Έγκριτοι ποινικολόγοι από την Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων υποστηρίζουν ότι το νέο νομοσχέδιο βρίθει προβληματικών σημείων που αποτυπώνουν μια αποσπασματική προσπάθεια να αντιμετωπιστούν με πρόχειρο τρόπο ιδιαίτερα περίπλοκα ζητήματα.
Υποτροπή
Στη λογική της αυστηροποίησης του πλαισίου και της αύξησης των ποινών, επαναφέρεται η έννοια της υποτροπής, κατά την οποία ο δράστης τιμωρείται βαρύτερα, αν έχει τελέσει στο παρελθόν νέο έγκλημα.
Έτσι, αν ο δράστης έχει καταδικαστεί τα τελευταία πέντε χρόνια για πλημμέλημα ή τα τελευταία δέκα χρόνια για κακούργημα, θα τιμωρηθεί αυστηρότερα (επιπλέον 6 μήνες έως 2 έτη), εφόσον τελέσει νέο έγκλημα.
Η υποτροπή, άλλωστε, είναι πολύ συνηθισμένη στα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, είναι όμως αμφίβολο αν αυτή η επίταση της ποινής μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά στον δράστη.
Αναστολή ποινής
Μία από τις κυριότερες νέες διατάξεις είναι η απαγόρευση εξαγοράς ή αναστολής της ποινής, αλλά και ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση. Με λίγα λόγια, δεν δίνεται η διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο, ως ισχύει σε όλα τα άλλα αδικήματα εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις, να αφήσει ελεύθερο τον κατηγορούμενο με αναστολή της ποινής του ή να αναστείλει την ποινή του μέχρι να εκδικαστεί η έφεση.
Το θεμέλιο αυτής της απαγόρευσης είναι προφανές, ξυπνώντας μνήμες από ειδεχθή εγκλήματα που τελέστηκαν όσο ο κατηγορούμενος ήταν ελεύθερος περιμένοντας την εκδίκαση της έφεσης. Όμως, ένα τέτοιο οριζόντιο μέτρο πηγάζει όντως από αυτόν τον κίνδυνο ή αντικατοπτρίζει τις παθογένειες της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα;
Πράγματι, σε ουκ ολίγες περιπτώσεις σοβαρών εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας, ο δράστης είναι επιτακτικό να παραμείνει έγκλειστος, καθώς υπάρχει σοβαρός κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων. Αυτό, όμως, είναι κάτι που πρέπει να το κρίνει το δικαστήριο, εκτιμώντας κάθε φορά τις συγκεκριμένες περιστάσεις.
Σε τέτοιου είδους εγκλήματα υπάρχει σημαντική αποδεικτική δυσχέρεια και συνεπώς περιθώριο λάθους, οπότε είναι απαραίτητο να δίνεται περιθώριο στη δικαιοδοτική κρίση να αποφασίζει σε κάθε περίπτωση ειδικότερα. Μια τέτοια γενική, λοιπόν, απαγόρευση είναι μια εκκωφαντική δήλωση ότι η νομοθετική εξουσία δεν εμπιστεύεται τη δικαστική και για αυτό αποφασίζει η ίδια εκ των προτέρων και με αφηρημένα κριτήρια.
Επιτάχυνση της διαδικασίας και απευθείας κλήση στο ακροατήριο
Το πάγιο αίτημα για επιτάχυνση της εκδίκασης των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας εκπληρώνεται με την επιταγή του νομοσχεδίου να ολοκληρώνεται η προδικασία στον απολύτως αναγκαίο χρόνο και η δίκη να προσδιορίζεται κατά προτεραιότητα.
Αυτό, όμως, που προκαλεί προβληματισμό, κυρίως ως προς την αποτελεσματικότητά του, είναι η πρόβλεψη ότι όλα τα κακουργήματα ενδοοικογενειακής βίας θα παραπέμπονται απευθείας σε δίκη, χωρίς δηλαδή να μεσολαβήσει το στάδιο της επιπλέον κρίσης του δικαστικού συμβουλίου.
Ο στόχος είναι και εδώ πασίδηλος. Να περιοριστούν τα βήματα της διαδικασίας, έτσι ώστε αυτή να ολοκληρωθεί ταχύτερα και συνεπώς ασφαλέστερα.
Το πρόβλημα είναι ότι η κρίση του δικαστικού συμβουλίου για το αν πρέπει να παραπεμφθεί μια υπόθεση σε δίκη δεν είναι πάντα απλώς ένας επιβραδυντικός παράγοντας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι το φίλτρο που ξεχωρίζει τις βάσιμες από τις αβάσιμες υποθέσεις.
Αυτή η παράκαμψη, λοιπόν, των συμβουλίων δεν ενέχει μόνο σοβαρό περιορισμό των δικαιωμάτων των φερόμενων δραστών, αλλά αμφισβητείται και ως προς την αποδοτικότητά της. Καθώς όλες οι υποθέσεις θα παραπέμπονται στο ακροατήριο, η δικαιοσύνη θα επιβαρυνθεί υπέρμετρα και τελικά αντί να επιταχυνθεί, θα επιβραδυνθεί περαιτέρω.
Προσωρινή κράτηση
Οι διατάξεις για την προσωρινή κράτηση αποτυπώνουν ξεκάθαρα τη διάχυτη ανησυχία για το πώς ενδέχεται να συμπεριφερθεί ο δράστης απέναντι στο θύμα μετά την καταγγελία και τη σύλληψή του στο διάστημα μέχρι να δικαστεί.
Πλέον, η προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί όχι μόνο στα κακουργήματα, όπως ισχύει γενικώς, αλλά ακόμη και σε πλημμελήματα με ποινή φυλάκισης ενός έτους (π.χ. ελαφρά σωματική βλάβη).
Μάλιστα, διευρύνονται και οι λόγοι για τους οποίους η προσωρινή κράτηση κρίνεται επιβεβλημένη. Ενώ δηλαδή με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αυτή επιβάλλεται αν ο κατηγορούμενος είναι ύποπτος φυγής ή τέλεσης νεών εγκλημάτων, τώρα εισάγεται ειδικά για τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας και η σκληρότητα της πράξης ως λόγος επιβολής προσωρινής κράτησης.
Πρόκειται, ασφαλώς, για ένα θέμα εξόχως πολύπλοκο. Σε ένα θεωρητικό επίπεδο και με βάση τις επιταγές των διεθνών συμβάσεων για τα δικαιώματα του κατηγορούμενου, τέτοιες ρυθμίσεις υποβαθμίζουν το τεκμήριο αθωότητας, ειδικά σε πλημμελήματα ελαφράς σωματικής βλάβης, τα οποία δύσκολα αποδεικνύονται.
Από την άλλη, όμως, δεν μπορεί κανείς να μην συνυπολογίσει και την ανάγκη να προστατευθεί το θύμα, αφού άλλωστε είναι τεκμηριωμένο τόσο θεωρητικά όσο και εμπειρικά ότι σε τέτοια εγκλήματα η κλιμάκωση μπορεί να είναι άμεση και να οδηγήσει σε τραγωδίες.
Μετάθεση θύματος
Μια ενδιαφέρουσα πρόβλεψη του νομοσχεδίου, η οποία κατατείνει σε έναν πιο αποτελεσματικό στόχο από την τιμωρία του δράστη, ήτοι την απομάκρυνση του θύματος από αυτόν, είναι η δυνατότητα μετάθεσης/ απόσπασης του θύματος και μάλιστα με ταχύτατες διαδικασίες.
Εφόσον το θύμα καταθέσει αίτηση, ο εισαγγελέας μπορεί, ακόμα και πριν την εκδίκαση της υπόθεσης παρά μόνο με την άσκηση ποινικής δίωξης, να ζητήσει από την υπηρεσία να μεταθέσει το θύμα σε άλλο τόπο.
Μάλιστα, η υπηρεσία υποχρεούται να απαντήσει εντός 48 ωρών στην εισήγηση του εισαγγελέα, καθώς διαφορετικά τεκμαίρεται η συμφωνία της.
Υποχρέωση αναφοράς εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας
Από πολύκροτες υποθέσεις του παρελθόντος είναι σαφής η συνδρομή των επαγγελματιών υγείας και εκπαίδευσης στην αναφορά περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.
Πλέον, στον μακρύ κατάλογο των επαγγελματιών που οφείλουν να αναφέρουν τέτοια εγκλήματα προστίθενται και οι φυσιοθεραπευτές και φαρμακοποιοί, καθιστώντας αρκετά δυσχερή την απόκρυψη τέτοιων καταστάσεων.
Απόλυση υπό όρους
Μια αρκετά αμφιλεγόμενη διάταξη του νομοσχεδίου είναι η παροχή δυνατότητας στο θύμα, εφόσον είχε δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας, να καταθέτει γραπτό υπόμνημα για την αποφυλάκιση ή μη του δράστη.
Αν και πρέπει να σημειωθεί ότι το θύμα δεν έχει αποφασιστική συνδρομή στην τελική έκβαση του αιτήματος του δράστη να απολυθεί υπό όρους, καθώς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών θα λάβει τη σχετική απόφαση, μια τέτοια προσέγγιση είναι ασυνεπής με το συνολικό οικοδόμημα του ποινικού δικαίου.
Το θύμα δεν είναι διάδικος στη δίκη και επομένως η γνώμη του δεν λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό της ποινής του δράστη, καθώς αρμόδιο για αυτό είναι το συγκροτημένο εκ των προτέρων ποινικό δικαστήριο.
Το να καθίσταται στην πορεία, στο στάδιο δηλαδή έκτισης της ποινής, διάδικος το θύμα, ούτε συνεπές είναι, αλλά ούτε και δικαιοπολιτικά ορθό, εφόσον οι δικαστές – και όχι ένα οιονεί λαϊκό δικαστήριο- είναι υπεύθυνοι για αυτό.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Ελένη Μπεζέ: Έλληνες Εβραίοι μετά το Ολοκαύτωμα
- Φάις, Μπενρουμπή, Αττικά Πολυκαταστήματα, Κωτσόβολος: Το come back του λιανεμπορίου στο χρηματιστηριακό ταμπλό
- Αλλάζουν όλα στα Airbnb – Καμπανάκι για τους… στάβλους στη Σαντορίνη
- Σοφία Ζαχαράκη στο mononews: Θα δώσουμε πάνω από 20 δις για να βάλουμε φρένο στη δημογραφική κατάρρευση