O καρκίνος του μαστού σχετίζεται με την ώρα που συνηθίζουμε να κοιμόμαστε και να ξυπνάμε, καταδεικνύει νέα έρευνα. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, οι πρωινοί τύποι (ή αλλιώς “κορυδαλλοί”) διατρέχουν χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, σε σχέση τους βραδινούς τύπους (ή αλλιώς “κουκουβάγιες”), ενώ επιπλέον, ο ύπνος για περισσότερες από τις συνιστώμενες 7-8 ώρες τη νύχτα μπορεί, επίσης, να αυξήσει τον κίνδυνο.

Μια στις επτά γυναίκες θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού σε κάποιο στάδιο της ζωής της. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει μια σχέση μεταξύ της εργασίας σε νυχτερινή βάρδια και του κινδύνου καρκίνου του μαστού, που θεωρείται ότι οφείλεται στα διαταραγμένα πρότυπα ύπνου, την έκθεση σε φως κατά τη νύχτα και άλλους παράγοντες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής.

Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις των συνηθειών ύπνου στον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου, ώθησε μια διεθνή ερευνητική ομάδα να εξετάσει κατά πόσον ορισμένα χαρακτηριστικά του ύπνου θα μπορούσαν να έχουν άμεση (αιτιακή) επίδραση στον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.

Οι επιστήμονες ανέλυσαν τις γενετικές παραλλαγές που συνδέονται με τρία συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ύπνου – προτίμηση στον πρωινό ή βραδινό ύπνο (χρονότυπος), διάρκεια ύπνου και αϋπνία – σε 180.216 γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη Biobank στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε 228.951 γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη του Breast Cancer Association Consortium  (BCAC).

Στην παρατήρηση των δεδομένων της πρώτης μελέτης, οι πρωινοί τύποι διέτρεχαν ελαφρώς χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού (μία γυναίκα λιγότερη ανά 100) από τους βραδινούς, ενώ προέκυψαν ελάχιστα στοιχεία για τη σχέση με τη διάρκεια του ύπνου και τα συμπτώματα της αϋπνίας.

Η ανάλυση της δεύτερης υποστήριξε, επίσης, ένα προστατευτικό αποτέλεσμα της πρωινής αφύπνισης και έδειξε μια πιθανή βλαβερή επίδραση της μεγαλύτερης διάρκειας του ύπνου (περισσότερο από τις συνιστώμενες 7-8 ώρες) στον καρκίνο του μαστού, ενώ οι ενδείξεις όσον αφορά στα συμπτώματα αϋπνίας ήταν ασαφείς.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα ευρήματά τους «παρέχουν ισχυρά στοιχεία για την αιτιώδη επίδραση του χρονότυπου στον κίνδυνο καρκίνου του μαστού» και σημειώνουν ότι απαιτούνται περαιτέρω εργασίες για να αποκαλυφθεί ο μηχανισμός πίσω από αυτή τη σχέση.

 «Τα ευρήματα εντοπίζουν την ανάγκη για μελλοντική διερεύνηση του πώς μπορούν να μειωθούν οι πιέσεις στο βιολογικό μας ρολόι. Κάτι τέτοιο θα προσφέρει μια τεράστια ευκαιρία για τη διατήρηση της καλής υγείας, την επίτευξη υγιούς γήρανσης και, ειδικότερα, για την ανάπτυξη νέων εξατομικευμένων στρατηγικών για τη μείωση του κινδύνου χρόνιων ασθενειών που σχετίζονται με το κιρκαδικό σύστημα», ανέφερε η καθηγήτρια Eva Schernhammer από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης.

«Θα μπορούσε, επίσης, να συμβάλει στην ευθυγράμμιση των ωρών εργασίας με το χρονότυπο – για να ταιριάζει καλύτερα το εξωτερικά επιβαλλόμενο χρονοδιάγραμμα με την ατομική προτίμηση, ειδικά στον εργαζόμενο πληθυσμό», καταλήγει.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο The British Medical Journal (BMJ).