Τζαμάλ Κασόγκι
Με διαταγές μέσω Skype κορυφαίος σύμβουλος του πρίγκιπα διαδόχου φέρεται να διηύθυνε τη δολοφονία του Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη.
Πρόκειται για τον Σαούντ αλ Καχτάνι, υπεύθυνο για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν. που ενορχήστρωσε τις συλλήψεις εκατοντάδων μελών της ελίτ της χώρα καθώς και του Λιβανέζου πρωθυπουργού, ενώ συνδέθηκε -όπως αποκαλύπτει υψηλόβαθμη αραβική πηγή που έχει πρόσβαση στις μυστικές υπηρεσίες, μέσω Skype με το δωμάτιο του προξενείου όπου κρατείτο ο αρθρογράφος της Washington Post αμέσως μετά τη σύλληψή κι άρχισε να του εκστομίζει προσβολές.
Αραβικές και τουρκικές πηγές λένε ότι ο Κασόγκι απάντησε στις προσβολές, με τον Καχτάνι να ζητά από την ομάδα των εκτελεστών να ξεφορτωθούν τον Κασόγκι. «Φέρτε μου το κεφάλι του σκύλου», τους είπε, σύμφωνα με πηγή από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες.
Δεν είναι ακόμη καθόλου σαφές εάν παρακολούθησε όλη την επιχείρηση, η οποία, σύμφωνα με αραβικές πηγές, «έγινε «τσάτρα πάτρα».
Αραβικές και τουρκικές πηγές υποστηρίζουν ότι το υλικό από το Skype βρίσκεται επίσης στα χέρια του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αν και ο ίδιος δεν έχει παραδώσει ακόμη κανένα στοιχείο. Περισσότερα σκοπεύει να αποκαλύψει ο Τούρκος πρόεδρος κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας ομιλίας του.
Τουλάχιστον τρεις φίλοι του Κασόγκι είπαν στο Reuters ότι τρεις μήνες μετά τη μετακόμισή του στις ΗΠΑ ο αλ Καχτάνι είχε μιλήσει πολλές φορές μαζί του στο τηλέφωνο για να τον πείσει να γυρίσει στη Σαουδική Αραβία, αλλά ο δημοσιογράφος δεν τον εμπιστευόταν: «Νομίζει πως θα γυρίσω για να με βάλουν στη φυλακή», είχε πει σε έναν φίλο του.
Ο 40χρονος αλ Καχτάνι έχει στην πατρίδα του φήμη ακραίου εθνικιστή. Σε μπλογκ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φιλελεύθεροι Σαουδάραβες ακτιβιστές τον αποκαλούν «Σαουδάραβα Στιβ Μπάνον» για τις τακτικές επιθετικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης και τις παρασκηνιακές στρατηγικές κινήσεις του.
Ο αλ Καχτάνι έπλεκε το εγκώμιο της βασιλικής οικογένειας στο Twitter υπογράφοντας ως Ντάρι («θηρευτής» στα αραβικά»). Σύμφωνα με το βιογραφικό σημείωμα στο λογαριασμό του στο Twitter σπούδασε Νομική, έφθασε μέχρι το βαθμό του σμηναγού στην πολεμική αεροπορία της χώρας του μέχρι τη στιγμή που προσελήφθη στις αρχές του 2000 από τον πρώην αυλάρχη Χαλέντ αλ Τουαίτζρι για να ηγηθεί μιας ομάδας που θα προστάτευε την δημόσια εικόνα της χώρας στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Ανέλαβε να αντιμετωπίσει την επιρροή του Κατάρ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εξαπέλυε επιθέσεις σ’ όσους αμφισβητούσαν τη χώρα και τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν μέσω Twitter ενώ υπαγόρευε σε τοπικά ΜΜΕ και επιφανείς δημοσιογράφους τη γραμμή του βασιλικού οίκου.
Όταν η Σαουδική Αραβία ηγήθηκε του μποϊκοτάζ κατά του Κατάρ τον Ιούνιο του 2017 ο αλ Καχτάνι ενέτεινε τις επιθέσεις του κατά του εμιράτου, ενώ σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο που έχει διασυνδέσεις με την αυλή του βασιλιά, ο αλ Καχτάνι έπαιξε το ρόλο του «κακού μπάτσου» στα τέλη του περασμένου χρόνου, όταν συνελήφθησαν εκατοντάδες πρίγκιπες, υπουργοί και μεγαλοεπιχειρηματίες και επέβλεψε τις ανακρίσεις ορισμένων εξ’ αυτών, ενώ διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στη σύλληψη του πρωθυπουργού του Λιβάνου, Σαάντ αλ Χαρίρι, που έχει και σαουδαραβική υπηκοότητα και ο οποίος είχε εξοργίσει τον πρίγκιπα διάδοχο επειδή δεν είχε καταφέρει να αποτρέψει την ανέλιξη της υποστηριζόμενης από το Ιράν Χεζμπολάχ.
Σαουδαραβικές, αραβικές και δυτικές διπλωματικές πηγές λένε ότι και ο Χαρίρι δέχθηκε προσβολές κι ότι τον έδειραν, ενώ επικεφαλής της ανάκρισης ήταν ο Σαούντ αλ Καχτάνι. Ο Χαρίρι αφέθηκε τελικά ελεύθερος με γαλλική μεσολάβηση.
Ο αλ Καχτάνι αποπέμφθηκε μαζί με άλλους τέσσερις αξιωματούχους το περασμένο Σάββατο καθώς το Ριάντ βρέθηκε αντιμέτωπο με την διεθνή κατακραυγή για τη δολοφονία του Κασόγκι. Έγινε κι αυτός αποδιοπομπαίος τράγος, αλλά η επιρροή του στο περιβάλλον του Μπιν Σαλμάν ήταν τόσο μεγάλη την τελευταία τριετία, ώστε θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να τον εμφανίσουν ως εγκέφαλο της δολοφονίας χωρίς να εγερθούν ερωτηματικά για την εμπλοκή του πρίγκιπα διαδόχου. Άλλωστε ο ίδιος ο Αλ Καχτάνι είχε πει κάποτε ότι δεν θα έκανε τίποτε χωρίς την έγκριση του αφεντικού του.