Τα εμβόλια δεν αφορούν μόνο τα παιδιά αλλά και τους ενήλικες, για τους  οποίους υπάρχει επίσης ανάγκη προστασίας του οργανισμού τους από διάφορα λοιμώδη νοσήματα, ανάλογα με την ηλικία τους, τον τρόπο ζωής, το επάγγελμα και τα υποκείμενα νοσήματά τους.

Όπως και για τα παιδιά, στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών υπάρχουν συγκεκριμένες συστάσεις για τα απαραίτητα εμβόλια των ενηλίκων. Ωστόσο, το κενό που υπάρχει στην εμβολιαστική κάλυψη εκτιμάται ότι είναι εξαιρετικά μεγάλο, αφήνοντας τους ενήλικες ακάλυπτους έναντι σοβαρών λοιμωδών νοσημάτων που μπορεί να έχουν σοβαρές επιπλοκές ή να οδηγήσουν ακόμα και στο θάνατο.

«Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μητρώα, οπότε δεν έχουμε στοιχεία. Όμως , αν κρίνουμε από την εμβολιαστική κάλυψη των επαγγελματιών υγείας έναντι της γρίπης, όπου λαμβάνουμε δεδομένα από τα νοσοκομεία, ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι πέρυσι ήταν κάτω του 20%, ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό», τονίζει ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Λοιμώξεων, κ. Παναγιώτης Γαργαλιάνος – Κακολύρης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη των ενηλίκων αποδίδεται αφενός στο γεγονός ότι υπήρξε μια καθυστέρηση, παγκοσμίως, στην κατανόηση της σημασίας του εμβολιασμού στους ενήλικες, αφετέρου στο λεγόμενο αντιεμβολιαστικό κίνημα και τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και τέλος στην ελλιπή εκπαίδευση των υγειονομικών.

Τα βασικά εμβόλια που συστήνονται στους ενήλικες μέσω του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών  (2017) είναι τα εξής:

Έναντι του πνευμονιόκοκκου

Ο πνευμονιόκοκκος είναι ένα βακτήριο που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές και επικίνδυνες για την υγεία ασθένειες, μερικές από τις οποίες είναι θανατηφόρες, ενώ αποτελεί μία από τις πιο κοινές αιτίες πρόκλησης της πνευμονίας.  Οι πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις εκδηλώνονται πιο συχνά κατά το χειμώνα και την αρχή της άνοιξης, χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα αναπνευστικά νοσήματα είναι σε έξαρση.

Οι λοιμώξεις που μπορεί να προκληθούν από τον πνευμονιόκοκκο περιλαμβάνουν τόσο διεισδυτικές λοιμώξεις, όπως η μηνιγγίτιδα, η βακτηριαιμία και η βακτηριαιμική πνευμονία  όσο και μη διεισδυτικές όπως η μέση ωτίτιδα (λοίμωξη του μέσου ωτός) και η πνευμονία.

Σύμφωνα με μία παλιότερη εκτίμηση του ΠΟΥ υπολογίζεται ότι μέχρι και 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι (μικρά παιδιά και ενήλικες) πεθαίνουν εξαιτίας του πνευμονιόκοκκου.

Υπάρχουν δύο είδη εμβολίων έναντι του πνευμονιόκοκκου: τα συζευγμένα και τα πολυσακχαριδικά. Για να είναι κανείς απόλυτα καλυμμένος θα πρέπει να κάνει και τα δύο, καθώς καθένα από αυτά καλύπτει διαφορετικούς ορότυπους.

Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών συστήνεται 1 δόση συζευγμένου 13-δύναμου και 1 δόση πολυσακχαριδικού 23-δύναμου εμβολίου στην ηλικία των 65 ετών και άνω.

Ωστόσο, δόσεις των παραπάνω εμβολίων συστήνονται και σε άτομα ηλικίας 19-64 ετών που ανήκουν σε ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρές πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις, όπως:

  • Με χρόνιες παθήσεις ( σακχαρώδης διαβήτης, άσθμα, χρόνια νεφρική νόσος, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια/ΧΑΠ, χρόνια  ηπατική νόσος, χρόνια καρδιακή νόσος, αλκοολισμός)
  • Με παθήσεις που προκαλούν διαταραχές στη λειτουργία του ανοσολογικού συστήματος (HIV/AIDS, καρκίνος, λειτουργική/ανατομική ασπληνία)
  • Με κοχλιακά εμφυτεύματα ή διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού
  • Συστηματικοί καπνιστές

Ο εμβολιασμός πρέπει να γίνεται πρώτα με το συζευγμένο 13-δύναμο και μετά από 8 μήνες με το 23-δύναμο.  Το συζευγμένο γίνεται άπαξ, ενώ  το 23-δύναμο πρέπει να επαναληφθεί μετά από 5 χρόνια.

εμβόλιο-γρίπη

Έναντι της γρίπης

Όπως δείχνουν στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ, κατά την περσινή περίοδο (από εβδομάδα 40/2016 έως εβδομάδα 20/2017) καταγράφηκαν στην Ελλάδα 108 θάνατοι από εργαστηριακά επιβεβαιωμένη γρίπη, εκ των οποίων οι 94 αφορούσαν σε κρούσματα που χρειάστηκαν νοσηλεία στη Μ.Ε.Θ. Η μεγάλη πλειονότητα των ασθενών που νοσηλεύτηκαν σε Μ.Ε.Θ. ή πέθαναν από εργαστηριακά επιβεβαιωμένη γρίπη, δεν είχαν κάνει το αντιγριπικό εμβόλιο παρ’ ότι άνηκαν σε ομάδα προτεραιότητας για την οποία συστήνεται ο εμβολιασμός.

Ο αντιγριπικός εμβολιασμός συστήνεται σε όλα τα άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών και σε άτομα ηλικίας 19-59 ετών που ανήκουν σε ομάδες αυξημένου κινδύνου*, ενώ περιλαμβάνει 1 δόση ετησίως.

Σύμφωνα με συστάσεις του Υπουργείου Υγείας, το αντιγριπικό εμβόλιο πρέπει να χορηγείται έγκαιρα και πριν την έναρξη της συνήθους περιόδου εμφάνισης της έξαρσης των κρουσμάτων γρίπης, δεδομένου ότι απαιτούνται περίπου 2 εβδομάδες για την επίτευξη ανοσολογικής απάντησης.

Τα εμβόλια της γρίπης και του πνευμονιόκοκκου μπορούν να γίνουν την ίδια μέρα.

*Ομάδες αυξημένου κινδύνου

  • Ενήλικες που πάσχουν από διάφορα νοσήματα ή παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα σοβαρής νόσησης από τη γρίπη και εμφάνισης επιπλοκών (άσθμα, χρόνιες πνευμονοπάθειες, καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης και άλλα μεταβολικά νοσήματα, κληρονομική ή επίκτητη ανοσοκαταστολή, χρόνια νεφροπάθεια, δρεπανοκυτταρική νόσο και άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες, μεταμόσχευση οργάνων, νευρομυϊκά νοσήματα, παιδιά που λαμβάνουν μακροχρόνια ασπιρίνη, κλπ)
  • Έγκυες γυναίκες (ανεξαρτήτως ηλικίας κύησης), λεχωϊδες και θηλάζουσες
  • Παχύσαρκα άτομα (με Δείκτη Μάζας Σώματος >40 kg/m2 )
  • Άτομα που βρίσκονται σε στενή επαφή με παιδιά μικρότερα των 6 μηνών· επίσης όσοι φροντίζουν άτομα (παιδιά ή ενήλικες) με υποκείμενο νόσημα τα οποία διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών από τη γρίπη
  • Κλειστοί πληθυσμοί (τρόφιμοι και προσωπικό ιδρυμάτων, στρατιώτες, εσωτερικοί σπουδαστές σχολών – π.χ. αστυνομικών, στρατιωτικών και άλλων σχολών – κλπ)
  • Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας (ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και άλλοι εργαζόμενοι)

Έναντι του έρπητα ζωστήρα

Ο υπεύθυνος ιός εντοπίζεται στο 95% των ενηλίκων (σε όλους όσοι έχουν περάσει ανεμευλογιά), ενώ εκτιμάται ότι 1 στα 4 άτομα θα αναπτύξουν έρπητα ζωστήρα στη ζωή τους.  Είναι γνωστό ότι στις ηλικίες άνω των 60 ετών η επίπτωση υπολογίζεται σε 13-15 περιστατικά ανά 1.000 ενηλίκους κάθε χρόνο.

Κάποιοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν σοβαρές επιπλοκές στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, την όραση και την ακοή, αλλά η συχνότερη επιπλοκή είναι η μεθερπητική νευραλγία (πόνος μετά την το επεισόδιο έρπητα ζωστήρα),  που μπορεί να διαρκέσει από 3 μήνες έως και 10 χρόνια. Η πρόληψη της εμφάνισης του νοσήματος επιτυγχάνεται με  ειδικό εμβόλιο το οποίο προστατεύει από τις περισσότερες περιπτώσεις έρπητα ζωστήρα αλλά και μεθερπητικής νευραλγίας.  Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών, συστήνεται 1 δόση σε άτομα 60 ετών και άνω.

Εκτός από τα παραπάνω εμβόλια, οι ενήλικες δεν θα πρέπει να αμελούν να κάνουν τις αναμνηστικές δόσεις καθώς και να εμβολιάζονται έναντι νοσημάτων για τα οποία δεν απέκτησαν ανοσία (μέσω εμβολιασμού ή φυσικής νόσησης) νωρίτερα στη ζωή τους.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αναλυτικές πληροφορίες και επεξήγηση μπορείτε να βρείτε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Ενηλίκων.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Α. Κωνσταντόπουλος: Αν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση θα αντιμετωπίσουμε νοσήματα που είχαμε ξεχάσει
 
 
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αντικρούοντας τους ισχυρισμούς των αντιεμβολιαστών
 
  
ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβόλια: Ο κίνδυνος παραμονεύει!