Τους δείκτες και τις παραμέτρους βάσει των οποίων «χρωματίζει» η Εθνική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων τις περιοχές στον επιδημιολογικό χάρτη της χώρας και εισηγείται τα ανάλογα μέτρα παρουσίασε η καθηγήτρια Παιδιατρικής και μέλος της Επιτροπής, Βάνα Παπαευαγγέλου, στο πλαίσιο του Συμποσίου για την μετά-Covid ζωή που διοργάνωσε η Φαρμακευτική Εταιρεία Ελλάδος.

Σε μια περίοδο που η επιβολή νέων μέτρων είναι προ των πυλών και διαδέχεται τη διαδικασία άρσης τους, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ο τρόπος με τον οποίο αποφασίζει η Επιτροπή τι μέτρα θα εισηγηθεί στην Κυβέρνηση για τον έλεγχο της επιδημίας κορονοϊού στη χώρα, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ήδη η κοινωνία έχει επιβαρυνθεί ένα μεγάλο κόστος και η ιστορία αυτή φαίνεται να μην έχει τέλος, τουλάχιστον μέχρι να επιτευχθεί το τείχος ανοσίας που απαιτείται προκειμένου να σβήσει η επιδημία.

«Τα μη φαρμακευτικά μέτρα αποτελούν το πιο σημαντικό και το πιο αποτελεσματικό μέτρο δημόσιας υγείας που έχουμε στα χέρια μας, εκτός από τον εμβολιασμό», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Παπαευαγγέλου, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι «αυτό που φαίνεται να παίζει ιδιαίτερο ρόλο δεν είναι να εισηγούμαστε κάποια μέτρα, αλλά να πείθουμε το γενικό πληθυσμό για την ανάγκη εφαρμογής τους».

Είναι προφανές ότι τα πιο οδυνηρά μέτρα είναι αυτά που συνδέονται με τη μείωση της δραστηριότητας του πληθυσμού, τα οποία συνοδεύονται από ένα τεράστιο κοινωνικό, οικονομικό και ψυχολογικό κόστος.

«Το κλείσιμο της εστίασης, των πολιτιστικών δραστηριοτήτων και του λιανεμπορίου, η προώθηση της τηλεργασίας και της τηλ-εκπαίδευσης, όλα αυτά έχουν ένα πολύ σημαντικό κόστος για την κοινωνία μας, το οποίο θα εκτιμηθεί τις επόμενες χρονιές.

Και βέβαια η απαγόρευση της κυκλοφορίας, ειδικά στην Ελλάδα που εφαρμόζεται εδώ και μήνες καθολικά μετά τις 9μμ, είναι κάτι αρκετά επώδυνο, αλλά και αρκετά αποτελεσματικό», επεσήμανε.

Είναι γνωστό ότι τα μέτρα που επιβάλλονται στην Ελλάδα δεν είναι τα ίδια με αυτά στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Στο Παρίσι, για παράδειγμα, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία από τις 6 το απόγευμα για κάποιες εβδομάδες. Σε άλλες χώρες, όπως η Ελβετία, δεν τέθηκε ποτέ χρονικό όριο. Σε άλλες δεν υπάρχουν τα sms.

«Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται από τις διάφορες κυβερνήσεις με τις εισηγήσεις των ειδικών, αλλά λαμβάνοντας πάντα υπόψη και τη νοοτροπία και τη φιλοσοφία του κάθε λαού», εξήγησε η καθηγήτρια.

Ως «κοινός παρονομαστής» μεταξύ των χωρών για την αξιολόγηση της κατάστασης έχει οριστεί «ο αριθμός νέων κρουσμάτων ανά 100 χιλιάδες πληθυσμού», εντούτοις η λίστα αξιολόγησης της Επιτροπής περιλαμβάνει μία σειρά κριτηρίων βάσει των οποίων διαμορφώνει τις εισηγήσεις της.

Επιδημιολογικοί δείκτες

Στο σύνολο των δεικτών που εξετάζονται κάθε εβδομάδα, οι οποίοι παρακολουθούνται διαχρονικά έτσι ώστε να εκτιμάται η πορεία της επιδημίας, εκτός από τον αριθμό των νέων κρουσμάτων, λαμβάνεται υπόψη η επί τοις εκατό θετικότητα των τεστ. Ως «ασφαλές» όριο έχει καθοριστεί από τους διεθνείς οργανισμούς το 4%, εντούτοις, ο δείκτης αυτός εξαρτάται από τον αριθμό των τεστ που διενεργούνται, κατά συνέπεια πρέπει να αξιολογείται πάντα σε σχέση με αυτόν. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι πάγιο αίτημα των ειδικών είναι η διενέργεια περισσότερων τεστ, έτσι ώστε να έχουν μια πιο σαφή επιδημιολογική εικόνα.

Ένας άλλος πολύ σημαντικός δείκτης είναι ο αθροιστικός αριθμός των νέων κρουσμάτων σε διάστημα 14 ημερών, ή αλλιώς το επιδημιολογικό φορτίο. Ο δείκτης αυτός «καθρεφτίζει» τον πληθυσμό που έχει νοσήσει τις τελευταίες 15 ημέρες σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα, σε κάθε Δήμο, σε κάθε περιοχή της χώρας και δείχνει τον κίνδυνο για εκρηκτική αύξηση των κρουσμάτων, σε περίπτωση που αυτός ο τόπος επιβαρυνθεί έστω και λίγο.

Πίεση στο σύστημα υγείας

Πέραν των επιδημιολογικών δεικτών, καθοριστικό ρόλο παίζουν οι αντοχές του συστήματος υγείας.  Έτσι, συνεκτιμάται η πληρότητα των κλινών ΜΕΘ Covid αλλά και η πληρότητα των γενικών ΜΕΘ. «Πρέπει να φροντίζουμε να υπάρχουν κρεβάτια και για τους εμφραγματίες και για τα τροχαία και για τα βαριά χειρουργεία κοκ, έτσι ώστε να διατηρούμε κατά το δυνατό την υγεία του πληθυσμού σε καλό επίπεδο. Αυτές οι δύο κοινότητες είναι σαν μία κινούμενη άμμος και «βαφτίζονται» αναλόγως με το πού υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη. Προσπαθούμε, όμως, να έχουμε μία καλή εικόνα, αναλόγως με τη διαβάθμιση αυτών των κλινών. Και βέβαια έχουμε και τις απλές κλίνες στις κλινικές», διευκρίνισε η κ. Παπαευαγγέλου.

Ο «επιδημιολογικός χάρτης της χώρας» δημιουργήθηκε μετά τον Οκτώβριο, με την προσθήκη ορισμένων ποιοτικών χαρακτηριστικών στους παραπάνω δείκτες.

Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά

Αν τα κρούσματα οφείλονται σε μία συρροή, όπως για παράδειγμα σε μια μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων ή σε μία ιδιωτική επιχείρηση, αυτό είναι ένα αρκετά καθησυχαστικό στοιχείο, καθώς τα άτομα που νοσούν είναι γνωστά, ιχνηλατούνται και έτσι μπορεί να περιοριστεί εύκολα η μικρή επιδημική έξαρση σε μια περιοχή.

Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα τους ειδικούς είναι τα πολλά «ορφανά» κρούσματα, όταν δηλαδή σε μία περιοχή καταγράφονται πολλά κρούσματα σε διάφορα εργασιακά περιβάλλοντα και σε διάφορες ηλικιακές ομάδες, χωρίς να είναι γνωστή η πηγή μετάδοσης, στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ο ιός έχει διασπαρεί σε όλη την κοινότητα και φαίνεται μόνο η κορυφή του «παγόβουνου».

«Με βάση όλα αυτά, στις 11/10/2020, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η προσπάθεια καθορισμού του επιδημιολογικού επιπέδου σε χαμηλό, μέτριο, υψηλό και πολύ υψηλό. Υπάρχει ένας πίνακας 10 σελίδων που ανέπτυξαν οι επιδημιολόγοι και δείχνει για κάθε δραστηριότητα της ζωής μας, όπως οι συναθροίσεις, τα σχολεία, τα μουσεία, οι κινηματογράφοι, τα αθλητικά γεγονότα, οι προπονήσεις κ.ά., τι μπορούμε να αντέξουμε να υπάρχει ανοιχτό ανάλογα με το επιδημιολογικό επίπεδο.

Μετά την οδυνηρή εμπειρία του Νοεμβρίου και της σημαντικής έκρηξης της επιδημίας, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, και επειδή ήμασταν πλέον σε περιβάλλον lockdown, αποφασίστηκε να αλλάξουμε λίγο τον ορισμό του επιδημιολογικού φορτίου και από τα τέσσερα επίπεδα να έχουμε μόνο δύο: το υψηλό επίπεδο (σ.σ. κόκκινο) και το χαμηλό επίπεδο (σ.σ. κίτρινο)», ανέφερε η κ. Παπαευαγγέλου.

Πώς χαρακτηρίζεται μια περιοχή «κόκκινη»

Όπως είναι φυσικό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιοχές που χαρακτηρίζονται ως «κόκκινες», καθώς εκεί εφαρμόζονται τα πιο σκληρά μέτρα. Μια περιοχή χαρακτηρίζεται ως «κόκκινη» όταν υπάρχουν περισσότερα από 10 νέα κρούσματα/ 100 χιλιάδες πληθυσμού σε μέσο όρο 7 ημερών. Σημαντικό είναι επίσης το επιδημιολογικό φορτίο των τελευταίων 14 ημερών, με το όριο να ανέρχεται στο 150. «Αν έχουμε πάνω από 150 συνεκτιμάται στην απόφασή των επιδημιολόγων για το χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως ‘κόκκινη’», σημείωσε η καθηγήτρια.

Λόγω της οδυνηρής εμπειρίας του Νοεμβρίου, το όριο προκειμένου να «βαφτεί» μια περιοχή «κόκκινη» ανάλογα με τη διαθεσιμότητα των κλινών ΜΕΘ, αυστηροποιήθηκε. Πλέον, όταν ξεπεράσει το 60% (έναντι του προϊσχύοντος 80%) αυτομάτως η περιοχή εντάσσεται στις «κόκκινες», ακόμη και αν οι υπόλοιποι δείκτες βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα. Αυτό αποτελεί και το πιο σημαντικό κριτήριο για το πότε πρέπει να επιβληθούν αυστηρά μέτρα.

Πολύ μεγάλη σημασία δίνεται, επίσης, στην ηλικιακή κατανομή των κρουσμάτων και τη διαφοροποίηση που εμφανίζουν ανά εβδομάδα. «Η αύξηση των νέων κρουσμάτων στους υπέργηρους είναι ένα μεγάλο κόκκινο σημαιάκι, γιατί αυτοί οι άνθρωποι σε μία εβδομάδα θα μπουν στο νοσοκομείο και σε 2-3 εβδομάδες θα βρίσκονται στη ΜΕΘ. Μελετώντας τη διαχρονική μεταβολή της ηλικιακής κατανομής εκτιμάται ο κίνδυνος επιδείνωσης της κατάστασης του ΕΣΥ στην περιοχή», διευκρινίζει.

Η “άσκηση” της Τετάρτης

Στην τακτική σύσκεψη της Τετάρτης οι επιδημιολόγοι εξετάζουν το μέσο όρο των νέων κρουσμάτων των τελευταίων 7 ημερών, το συνολικό αριθμό των κρουσμάτων σαν μέσο όρο των τελευταίων 14 ημερών καθώς και το τι συνέβη σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη εβδομάδα.

Η Πολιτική Προστασία ενημερώνει για το πόσα ενεργά κρούσματα υπάρχουν σε κάθε δήμο ή Περιφερειακή Ενότητα, τη μέση ηλικία τους, τη διαβάθμιση των ΜΕΘ Covid και non Covid αλλά και τα απλά κρεβάτια. Με βάση όλους αυτούς τους δείκτες και αφού εκτιμάται όλη αυτή η πορεία κάθε περιοχής «βάφεται» με το ανάλογο χρώμα.

Όλα τα στοιχεία αξιολογούνται από την ολομέλεια της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων στην καθιερωμένη σύσκεψη της Παρασκευής, οπότε και διαμορφώνονται οι τελικές επιστημονικές εισηγήσεις. Στη συνέχεια συνυπολογίζονται επιπλέον παράμετροι από την Πολιτική Προστασία, όπως για παράδειγμα η τήρηση των μέτρων στην εκάστοτε περιοχή. Οι τελικές αποφάσεις για την επιβολή νέων μέτρων λαμβάνονται από την Κυβέρνηση.

Η εξίσωση είναι δύσκολη, οι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμηθούν αντικρουόμενοι και οι εντάσεις δεν λείπουν από τις συνεδριάσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων.

«Έχουμε διαβάσει πάρα πολύ, έχουμε περάσει πάρα πολλές ώρες συζητώντας και αναλύοντας τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας, έχουμε έρθει σε σύγκρουση μεταξύ μας μερικές φορές. Άνθρωποι είμαστε, διαφορετικές ειδικότητες έχουμε, μπορεί να μην συμφωνούμε πάντα. Αν είναι, όμως, ένα πράγμα που μου έχει μείνει απ΄ όλη αυτήν την εμπειρία είναι το πόσο ευγνώμων είμαι που έτυχε να μπω σ’ αυτήν την Επιτροπή, γιατί πραγματικά έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα. Όχι μόνο της Ιατρικής, αλλά και της ανθρώπινης φύσης και των ιδιαιτεροτήτων των διάφορων δομών της κοινωνίας μας. Πραγματικά νιώθω ευγνώμων που είχα αυτήν την ευκαιρία στη ζωή μου», σημείωσε η κ. Παπαευαγγέλου, αναφερόμενη στην εμπειρία από τον έναν χρόνο της πανδημίας.

Καθώς ο χρόνος περνάει η πίεση αυξάνεται και όσο η πίεση αυξάνεται, τόσο οι πληροφορίες για εντάσεις στις συνεδριάσεις της Επιτροπής πληθαίνουν. Σε κάθε περίπτωση, επιστήμονες και κυβερνητικά στελέχη διαμηνύουν ότι πρώτη προτεραιότητα αποτελεί η προστασία της δημόσιας υγείας. Όμως η “χρυσή τομή” δεν παύει να είναι το ζητούμενο.