Υποχρεωτικούς διαγνωστικούς ελέγχους για Covid-19, με κυρώσεις στους παραβάτες, προβλέπει μεταξύ άλλων τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο με τα κατεπείγοντα μέτρα για την πανδημία.

Ειδικότερα, η τροπολογία προβλέπει ότι, εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος δημόσιας υγείας από τη διάδοση του κορονοϊού, με υπουργική απόφαση, μπορεί να ορίζεται ως προϋπόθεση προσέλευσης στον τόπο εργασίας, η προηγούμενη διαπίστωση μετά από διαγνωστικό έλεγχο ότι ο απασχολούμενος δεν έχει βρεθεί θετικός στη λοίμωξη.

Η υποχρέωση αυτή μπορεί να προβλέπεται για εργαζόμενους που απασχολούνται, ιδίως σε κλάδους του λιανεμπορίου, του επισιτισμού, του τουρισμού, της μεταποίησης και των μεταφορών και σε πάσης φύσεως εκπαιδευτικές δομές καθώς και σε δικαστικούς λειτουργούς και δικαστικούς υπαλλήλους.

Οι ακριβείς επαγγελματικές κατηγορίες αναμένεται να καθοριστούν με υπουργική απόφαση, όπως και η κάλυψη της σχετικής δαπάνης, οι διοικητικές κυρώσεις που μπορούν να επιβληθούν και τα όργανα επιβολής τους, ο τρόπος βεβαίωσης και υποβολής των αποτελεσμάτων κ.ά..

Πάντως, τα συναρμόδια υπουργεία (Εργασίας, Παιδείας και Υγείας) θα ορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα δηλώνεται η διενέργεια των υποχρεωτικών τεστ από εργαζομένους καθώς και μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας (εκπαιδευτικούς, μαθητές-φοιτητές, διοικητικούς υπαλλήλους).

Σύμφωνα με πληροφορίες, εφόσον το αποτέλεσμα είναι αρνητικό, οι εργαζόμενοι που υπάγονται στην υποχρεωτικότητα θα δηλώνουν ότι διενήργησαν το τεστ με υπεύθυνη δήλωση που μπορούν να κατεβάσουν από το gov.gr. Το ίδιο θα κάνουν και οι γονείς για λογαριασμό των παιδιών τους.

Σε περίπτωση που ο διαγνωστικός έλεγχος έχει θετικό αποτέλεσμα, η  δήλωση θα γίνεται στην πλατφόρμα self-testing.gov.gr ανάλογα με την ιδιότητα του πολίτη και θα εκδίδεται βεβαίωση ή θα αποστέλλεται sms για τη διενέργεια δωρεάν επαναληπτικού τεστ από επαγγελματία υγείας σε δημόσια δομή ή με οικονομική επιβάρυνση σε ιδιωτική δομή.

Σε κάθε περίπτωση, προβληματισμός επικρατεί στην επιστημονική κοινότητα, σχετικά με το πώς θα διαχειρίζονται οι εργοδότες τα θετικά περιστατικά και πώς θα διαφυλάσσονται οι εργαζόμενοι από τυχόν φαινόμενα αυθαιρεσίας.

«Η πολιτεία θα πρέπει να είναι απολύτως ξεκάθαρη στο να μην υπάρξει εργασιακό μειονέκτημα και να μην επηρεαστεί η δουλειά κάποιου ανθρώπου που θα βγει θετικός με το self test και μέχρι να κάνει το μοριακό, όταν θα μπει σε καραντίνα. Και πρέπει και οι εργοδότες να είναι ψύχραιμοι σ’ αυτό, ώστε να μην ακυρώνεται το μέτρο στην πράξη. Ιδιαίτερα αυτήν την εποχή που πολύς κόσμος έχει θέμα βιοποριστικό. Γιατί ένας νέος που δεν θα νοσήσει εύκολα και που δεν έχει και πολύ σίγουρη δουλειά, αν διατρέχει τέτοιους κινδύνους θα πει εύκολα, ‘εγώ δεν το δηλώνω’. Είναι πολύ κρίσιμο αυτό και θα το δούμε και στην πράξη το επόμενο διάστημα», δηλώνει ο καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.

Αυστηρές προδιαγραφές

Μετά από μειοδοτικό διαγωνισμό 5 εταιρείες αναλαμβάνουν την προμήθεια των 10 εκατ. τεστ, έναντι 30,205 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για τις Roche, Swiss Med, Ξενοφών Γερμανός, Anats, MARVIFARM.

Οι προδιαγραφές των τεστ προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ώστε να χαρακτηριστούν ως αυτοδιαγνωστικά και να επιτραπεί η κυκλοφορία τους.

Προκειμένου να έρθουν σύντομα στην ελληνική αγορά, στις προδιαγραφές τέθηκε ως προϋπόθεση να έχουν λάβει άδεια σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος – μέλος και κυρίως στη Γερμανία, που έχει μια συγκεκριμένη λίστα με προϊόντα που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας.

«Τα self – test έρχονται ως συμπληρωματική δράση στη στρατηγική που έχουμε για το testing στην Ελλάδα. Και πάλι η Ελλάδα πρωτοπορεί γιατί είμαστε από τις πρώτες χώρες που θα τα χρησιμοποιήσουν.

Υπάρχει και διεθνής εμπειρία που λέει ότι αυτά τα test συμβάλουν στον περιορισμό του ιού. Πρόκειται επομένως για μια συμπληρωματική δράση στη στρατηγική μας.

Μέχρι σήμερα τα rapid tests δεν μπορούσαν να πωληθούν από τον πάγκο του φαρμακείου. Κάναμε αυτή τη νομοτεχνική βελτίωση . Θα πωλούνται rapid test στα φαρμακεία. Θα μπορεί κάποιος να το πάρει από το φαρμακείο και να το κάνει στο γιατρό του», ανέφερε κατά την ομιλία του στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης.