Εντός των ορίων της αναμενόμενης θνησιμότητας παραμένει η Ελλάδα, χωρίς να έχει ξεφύγει ούτε στιγμή από αυτά, καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, όπως δήλωσε o καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, Σωτήρης Τσιόδρας

«Όταν η Ισπανία η Γαλλία, η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο θρηνούσαν δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, εμείς καταφέρναμε, με την έγκαιρη λήψη μέτρων, να μην υπερβαίνουμε την αναμενόμενη θνησιμότητα στην περιοχή μας. Και εξακολουθούμε να παραμένουμε χωρίς παραπάνω θνησιμότητα ακόμα και τώρα, μαζί με ολόκληρη την Ευρώπη. Η μόνη χώρα στην οποία έχει αλλάξει η κατάσταση είναι η Ισπανία και σιγά σιγά και το Βέλγιο», ανέφερε o καθηγητής, μιλώντας σε εκδήλωση του ΕΚΠΑ, με αντικείμενο τα επίκαιρα θέματα δημόσιας υγείας.

Αυτή τη στιγμή ο αριθμός των ασθενών που καταλήγουν στη χώρα μας κυμαίνεται γύρω στους 5 ανά ημέρα, ενώ σημειώνεται αύξηση στη συχνότητα των ημερών που καταγράφονται πάνω από 5 θάνατοι. Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των διασωληνωμένων ξεπερνάει τους 80. Αν και τα νούμερα έχουν ανοδική τάση, φαίνεται ότι προς το παρόν δεν είναι αρκετά ανησυχητικά για να θέσουν τη χώρα σε συναγερμό, αφού, όπως διαμηνύει το υπουργείο υγείας, υπάρχει ακόμα “αέρας” στο σύστημα υγείας.

Σχετικά με την πιθανότητα να πεθάνει κανείς στη Ελλάδα αν εμφανίσει τη λοίμωξη Covid-19, ο καθηγητής εξήγησε:

«Δυστυχώς οι χώρες δεν έχουν δεδομένα σχετικά με το Infection Fatality Ratio. Ωστόσο, στην Ελλάδα, από εργασία της κας Σύψα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το ποσοστό αυτό υπολογίζεται γύρω στο 0,5-2%, με έναν μέσο όρο γύρω στο 1,1%».

Αναφορικά με το ποσοστό των θανάτων από Covid 19 στην Ευρώπη, επεσήμανε ότι είναι χαμηλότερο σε σχέση με το πρώτο κύμα της πανδημίας, αποδίδοντας τη μείωση σε διάφορους λόγους που δεν σχετίζονται απαραίτητα με γενετικά χαρακτηριστικά του ιού.

«Στην Ευρώπη δεν βλέπουμε το κύμα θανάτων που είχαμε στην πρώτη περίοδο. Είναι πολλοί οι λόγοι που μπορεί να συμβαίνει αυτό: από τις διαφορές στην κατανομή των ηλικιών, μέχρι τον αυξημένο εργαστηριακό έλεγχο, που περιλαμβάνει και νεότερα και ασυμπτωματικά άτομα. Δεν φαίνεται τόσο να είναι μια διαφορά στον ίδιο τον ιό από τα δημοσιευμένα γενετικά δεδομένα του, αλλά είναι κάτι που το παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και έχει να κάνει φυσικά και με άλλες παραμέτρους», σημείωσε ο κος Τσιόδρας, παρουσιάζοντας τα παγκόσμια επιδημιολογικά δεδομένα για την κυκλοφορία του SARS-Co-2.

Αντέχει ακόμα το σύστημα υγείας

Ο κρίσιμος αριθμός των διασωληνωμένων αυξάνει σταδιακά την πίεση στο σύστημα Υγείας, και κυρίως στην Αττική, όπου εντοπίζεται το μεγαλύτερο επιδημικό φορτίο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΕΟΔΥ, ο αριθμός των διασωληνωμένων είναι 87, ενώ σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) νοσηλεύονται 98 άτομα.

Κατά την τηλεοπτική ενημέρωση της Τρίτης, ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, αναγνώρισε ότι το σύστημα  δέχεται πίεση, διαβεβαίωσε ωστόσο ότι σε καμία περίπτωση δεν βρίσκεται στα όριά του.

«Από την αρχή της πανδημίας είχαμε προετοιμαστεί για το χειρότερο σενάριο. Να σας θυμίσω ότι είχαμε φτάσει τις 400 κλίνες διαθέσιμες για κορονοϊό στο πρώτο κύμα της πανδημίας.

Αυτή τη στιγμή ανάλογα με την εξέλιξη της νόσου αναδιατάσσουμε και προσαρμόζουμε και τις δυνάμεις μας. Σήμερα έχουμε, για παράδειγμα, 122 κλίνες ΜΕΘ στην Αττική. Πριν 15 ημέρες είχαμε 107. Αυτή τη στιγμή είναι 40 κενές κλίνες στην Αττική», ανέφερε ο υφυπουργός, τονίζοντας ότι το σύστημα Υγείας λειτουργεί κανονικά και εξυπηρετεί όλους τους πολίτες.

Παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη το σχέδιο της κυβέρνησης για το άνοιγμα νέων κλινών  ΜΕΘ, προκειμένου να φτάσουμε το μέσο όρο της Ευρώπης.

“Σταδιακά, τους επόμενους μήνες, πέραν των υφιστάμενων ΜΕΘ που υπάρχουν στα νοσοκομεία της χώρας, νέες μονάδες θα μπαίνουν στη μάχη κατά του κορονοϊού, με πρώτη την καινούργια μονάδα η οποία ολοκληρώνεται στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Πρόκειται για τη δωρεά της Βουλής των Ελλήνων, με 50 κλίνες εντατικής θεραπείας”, ανέφερε ο κος Κοντοζαμάνης.

Διαβεβαίωσε επίσης, ότι υπάρχει πλήρης επάρκεια, τόσο σε εξοπλισμό για τις ΜΕΘ όσο και σε Μέσα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ), τονίζοντας ότι  για πρώτη φορά, χτίζεται εθνικό στρατηγικό απόθεμα σε μέσα ατομικής προστασίας.

“Αυτή τη στιγμή υπάρχει απόθεμα προκειμένου να αντιμετωπίσει το σύστημα τις ανάγκες του για τους επόμενους έξι μήνες. Από εκεί και πέρα, χτίζεται το στρατηγικό απόθεμα, γιατί αν πάμε σε μια παγκόσμια έξαρση της πανδημίας, όπως τη ζήσαμε τον προηγούμενο Μάρτιο, όπου και τότε δεν έλειψε τίποτα από το σύστημα Υγείας, να έχουμε τα αποθέματα αυτά τα οποία θα μας διασφαλίσουν τη ροή των υλικών σε κάθε δομή του συστήματος», σημείωσε ο υφυπουργός.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, η αύξηση της μετάδοσης που βλέπουμε σε ευρωπαϊκές χώρες που έχουν 10 βαθμούς χαμηλότερη θερμοκρασία αυτή τη στιγμή, αναμένεται να έρθει και στην Ελλάδα με την αντίστοιχη πτώση της θερμοκρασίας.

«Για τους μήνες που έρχονται, θα χρειαστεί αρκετά μεγαλύτερη προσπάθεια και προσήλωση από όλους μας. Ωστόσο, μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δείχνει ότι σε μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη, περίπου 60%, έχει επέλθει κόπωση από την παρατεταμένη επιβολή μέτρων. Είναι λογικό ο κόσμος να επιθυμεί την επιστροφή στην κανονικότητα, ωστόσο έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε. Η μάσκα και η απόσταση είναι τα όπλα μας σε αυτή την πολύ δύσκολη προσπάθεια», δήλωσε χαρακτηριστικά, ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας, Γκίκας Μαγιορκίνης, την Τρίτη.