Οι γυναίκες, σήμερα, τείνουν να ζουν περισσότερο από τους άνδρες σχεδόν σε κάθε γωνιά του κόσμου – σε μερικές χώρες, μάλιστα,  κατά περισσότερο από μια δεκαετία. Αρχικά, η διαφορά αυτή αποδόθηκε αποκλειστικά σε περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και συμπεριφορικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα οι συνθήκες εργασίας, αλλά και ο τρόπος ζωής των ανδρών (κάπνισμα, αλκοόλ), ωστόσο, στη συνέχεια και όσο εξισώνονταν  οι ρόλοι των δύο φύλων, οι επιστήμονες άρχισαν να εστιάζουν και στις βιολογικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους. Και όχι άδικα, καθώς βρήκαν ότι παίζουν το δικό τους ρόλο.

Μια νέα μελέτη, που ανέλυσε ιστορικά αρχεία τριών αιώνων, έρχεται να προσθέσει επιπλέον πληροφορίες, καταδεικνύοντας ότι οι γυναίκες όχι μόνο ζουν περισσότερο, αλλά  είναι πιθανότερο να επιβιώσουν ακόμη και στις χειρότερες συνθήκες, όπως οι λιμοί και οι επιδημίες.

Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, το μεγαλύτερο μέρος του χάσματος στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ των δύο φύλων οφείλεται στο πλεονέκτημα επιβίωσης των θηλέων κατά τη βρεφική ηλικία και όχι όταν είναι ενήλικες, καθώς σε αντίξοες συνθήκες, τα νεογέννητα κορίτσια είναι πιθανότερο να επιβιώσουν απ’ ότι τα αγόρια.

«Το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν ένα πλεονέκτημα στη βρεφική ηλικία, όταν οι διαφορές συμπεριφοράς μεταξύ των φύλων είναι ελάχιστες, υποστηρίζει την ιδέα ότι η εξήγηση είναι, τουλάχιστον εν μέρει, βιολογική», αναφέρουν οι ερευνητές.

Με επικεφαλής την Virginia Zarulli, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας, και τον James Vaupel, καθηγητή Έρευνας στο πανεπιστήμιο Duke, η ομάδα ανέλυσε τα στοιχεία θνησιμότητας περίπου 250 χρόνων για ανθρώπους οι οποίοι πέρασαν από λιμούς, ασθένειες ή άλλες κακουχίες.

Τα δεδομένα κάλυψαν επτά πληθυσμούς στους οποίους το προσδόκιμο επιβίωσης ήταν 20 χρόνια ή λιγότερο. Μεταξύ αυτών υπήρχαν πρώην δούλοι στο Τρινιντάντ και τις Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές του 1800, θύματα λιμού στη Σουηδία, την Ιρλανδία και την Ουκρανία τον 18ο, 19ο και 20ό αιώνα και οι Ισλανδοί που επλήγησαν από τις επιδημίες ιλαράς (1846 και 1882).

Συνολικά, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι, ακόμη και όταν η θνησιμότητα ήταν πολύ υψηλή για τα δύο φύλα, οι γυναίκες εξακολουθούσαν να ζουν περισσότερο από τους άνδρες κατά έξι μήνες έως σχεδόν τέσσερα χρόνια, κατά μέσο όρο.

Όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τα αποτελέσματα κατά ηλικιακή ομάδα, διαπίστωσαν ότι το μεγαλύτερο μέρος του πλεονεκτήματος της επιβίωσης των θηλέων προέρχεται από τις διαφορές στην βρεφική θνησιμότητα, καθώς τα νεογέννητα κορίτσια είναι πιο σκληρά από τα νεογέννητα αγόρια.

Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι το χάσμα μεταξύ των φύλων στο προσδόκιμο ζωής δεν μπορεί να εξηγηθεί πλήρως από συμπεριφορικές και κοινωνικές διαφορές μεταξύ των φύλων, όπως η επικίνδυνη συμπεριφορά, τα επικίνδυνα επαγγέλματα, ο πόλεμος…

Αντ ‘αυτού, το γυναικείο πλεονέκτημα σε περιόδους κρίσης μπορεί να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε βιολογικούς παράγοντες, όπως γενετικούς ή ορμονικούς. Τα οιστρογόνα, για παράδειγμα, έχουν αποδειχθεί ότι ενισχύουν την ανοσολογική άμυνα του οργανισμού έναντι λοιμωδών νοσημάτων.

«Τα αποτελέσματά μας προσθέτουν ένα άλλο κομμάτι στο παζλ των διαφορών μεταξύ των δύο φύλων στην επιβίωση», ανέφεραν οι ερευνητές. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:  Sapiosexuality: Ειλικρινής σεξουαλική προτίμηση ή υποκρισία;

 
 

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Διαβήτης: Επίθεμα μετράει το σάκχαρο και χορηγεί θεραπεία

 

 

 
 

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Ουροποιητικό: Τι δεν πρέπει να κάνετε για να αποφύγετε τα προβλήματα