Η λήψη πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής, σε καθημερινή βάση, συνιστάται τόσο κατά την εγκυμοσύνη όσο και κατά το θηλασμό, καθώς μεταξύ άλλων συμβάλει στη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την επαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο.

Όπως ανέφερε η Λέκτορας Μαιευτικής – Γυναικολογίας κα Μαριάννα Θεοδωρά, της Α΄ Μαιευτικής – Γυναικολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα», σε σχετική εκδήλωση, κύριος στόχος είναι η δημιουργία ικανών αποθεμάτων των κατάλληλων θρεπτικών ουσιών για την ανάπτυξη του εμβρύου, αλλά και η παραγωγή πλούσιου σε θρεπτικά συστατικά μητρικού γάλακτος κατά το θηλασμό (ποιοτικό μητρικό γάλα, με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, στις σωστές ποσότητες), που είναι απίθανο να γίνει μόνο μέσω διατροφής.

Σύμφωνα με την ίδια, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, μεταβάλλονται οι καθημερινές ανάγκες της γυναίκας σε βιταµίνες και μέταλλα. Η μέλλουσα μητέρα δεν πρέπει απλά να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, αλλά και στις σωστές ποσότητες, καθώς η μητρική διατροφή αποτελεί τη βάση τόσο για μια υγιή κύηση, όσο και για την υγιή ανάπτυξη του νεογνού μέσω του θηλασμού, δεδομένου ότι τα μακρο- & μικροθρεπτικά συστατικά αποτελούν άμεσο ρυθμιστή της σταθερότητας του DNA και επιδρούν στη έκφραση των εμβρυϊκών γονιδίων και των γονιδίων του πλακούντα.

Ενώ οι ενεργειακές ανάγκες της εγκύου (που καλύπτονται από τα μακροθρεπτικά συστατικά) είναι μόνο κατά περίπου 10% αυξημένες από ότι πριν την εγκυμοσύνη, οι ανάγκες σε βιταμίνες και μέταλλα (μικροθρεπτικά συστατικά) αυξάνονται σημαντικά. Κατά την περίοδο της γαλουχίας οι ανάγκες συμπλήρωσης διατροφής της μητέρα παραμένουν αυξημένες τόσο για την αναπλήρωση των αποθεμάτων της ίδιας, όσο και για την παραγωγή ποιοτικού μητρικού γάλακτος, το οποίο θα εξασφαλίσει την βέλτιστη ανάπτυξη του νεογνού και την καλύτερη θωράκιση του ανοσοποιητικού του συστήματος. Για το λόγο αυτό οι εγκυμονούσες θα πρέπει να δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα της διατροφής, αλλά και στην καθημερινή λήψη ενδεδειγμένων συμπληρωμάτων, όπου αυτό χρειάζεται.

Όπως αναφέρει η κα Θεοδωρά, σύμφωνα με κλινικές έρευνες, η χορήγηση κατά την κύηση και τον θηλασμό των Ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, όπως αυτά που περιέχονται, μεταξύ των άλλων συστατικών, σε εξειδικευμένα για την κύηση και τη γαλουχία πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής, μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στην ανάπτυξη των νοητικών λειτουργιών του παιδιού, ενώ ικανή πρόσληψη αυτών μειώνει και τη συχνότητα της επιλόχειας κατάθλιψης.

thilasmos

Σύμφωνα με την ίδια, τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής με εξειδικευμένη σύνθεση, όταν λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας αντίστοιχα, βοηθούν στην εμβρυϊκή αύξηση και ανάπτυξη, στην καλύτερη έκβαση της κύησης και στη βελτιστοποίηση της υγείας και της ευεξίας της γυναίκας. Τα οφέλη αφορούν τόσο τη μητέρα όσο και το βρέφος (πρόληψη νόσων που συνδέονται με την κύηση, χαμηλότερος κίνδυνος επιπλοκών κατά τον τοκετό, υγιής ανάπτυξη και γέννηση ενός υγιούς,  τελειόμηνου βρέφους).

Επιπρόσθετα, μελέτες έχουν δείξει ότι η χαμηλή πρόσληψη από τη μητέρα βιταμινών και ιχνοστοιχείων κατά τη διάρκεια του θηλασμού, είναι δυνατό να οδηγήσει σε ανεπάρκεια βιταμινών Α, Β1, Β6, C, D και Ε, βιοτίνης, φυλλικού οξέος και ιωδίου στο μωρό της. Η πτωχή διατροφή της μητέρας είναι δυνατό να προκαλέσει μείωση της συγκέντρωσης σημαντικών πρωτεϊνών του μητρικού γάλακτος που προστατεύουν το μωρό από λοιμώξεις. Κλινικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα μπορούν να διασφαλίσουν την παραγωγή μητρικού γάλακτος υψηλής ποιότητας και να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της μητέρας σε θερμίδες και πρωτεΐνες.

Η ελλιπής διατροφή κατά την κύηση, έχει ως αποτέλεσμα τη μη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την ανεπαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο. Οι αρνητικές συνέπειες της ελλιπούς διατροφής συντελούν στην Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη (IUGR) και εκδηλώνονται βραχυπρόθεσμα αμέσως μετά τη γέννηση, αλλά και μακροπρόθεσμα στην περιγεννητική περίοδο, την παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή.

Ως Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη χαρακτηρίζεται η παθολογική κατάσταση, η οποία δεν επιτρέπει την ολοκληρωμένη ανάπτυξη του εμβρύου, επηρεάζοντας το τελικό αποτέλεσμα της εγκυμοσύνης. Η επίπτωση της Υπολειπόμενης Ενδομήτριας Ανάπτυξης υπολογίζεται περίπου σε 5% στο γενικό πληθυσμό και αποτελεί τη 2η κύρια αιτία περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας ενώ σχετίζεται με υπολειπόμενη ανάπτυξη στην εφηβική και ενήλικη ζωή.

Διατροφικές ελλείψεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και πιθανές επιπτώσεις της έλλειψης.

Συστατικό Έμβρυο
Θερμίδες Πρόωρος τοκετός, χαμηλό βάρος γέννησης
Ωμέγα 3 (DHA) Λιπαρά Οξέα Κίνδυνος αποβολής, χαμηλό βάρος γέννησης, επιλόχειος κατάθλιψη
Πρωτεΐνες Χαμηλό βάρος γέννησης
Σίδηρος Θάνατος εμβρύου, πρόωρος τοκετός, χαμηλό βάρος γέννησης
Ψευδάργυρος Εμβρυακές δυσπλασίες συμπεριλαμβανομένων και των ανωμαλιών του νευρικού σωλήνα
Ασβέστιο Ελαττωμένη οστική πυκνότητα (σπάνια)
Φυλλικό οξύ Ανωμαλίες του νευρικού σωλήνα του εμβρύου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η μητρότητα αλλάζει τον εγκέφαλο της γυναίκας. Δείτε για πόσο

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Εγκυμοσύνη: Πόση δουλειά είναι ασφαλής και ποια επαγγέλματα είναι ριψοκίνδυνα

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Εμετός στην εγκυμοσύνη: Πότε πρέπει να απευθυνθείτε σε γιατρό