Έναν νέο κίνδυνο στη λίστα των πιθανών απειλών για την υγεία από την κλιματική αλλαγή προσθέτει νέα επιστημονική μελέτη: τα υψηλότερα επίπεδα υδραργύρου σε ορισμένα ψάρια.

Ενώ η κατανάλωση ψαριών θεωρείται μέρος μιας υγιεινής διατροφής, αποτελεί επίσης πηγή υδραργύρου ο οποίος, σε αρκετά υψηλές ποσότητες, είναι τοξικός για το νευρικό σύστημα και τα νεφρά.

Τα μικρά ψάρια γενικά περιέχουν μόνο μικρές ποσότητες υδραργύρου. Ωστόσο, όταν καταναλώνονται από τα μεγαλύτερα ψάρια, ο υδράργυρος συσσωρεύεται στον λιπώδη ιστό τους. Έτσι, οι υγειονομικές αρχές συμβουλεύουν το κοινό να μην καταναλώνει ορισμένους μακρόβιους θηρευτές, όπως καρχαρία, ξιφία, βασιλικό σκουμπρί και πλακολεπιδόψαρο. Η προειδοποίηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις εγκύους και τα μικρά παιδιά, καθώς το αναπτυσσόμενο νευρικό σύστημα είναι ευάλωτο στις τοξικές επιδράσεις του υδραργύρου.

Η υπερθέρμανση και η υπεραλίευση

Ο υδράργυρος υπάρχει φυσικά στο περιβάλλον, αλλά επίσης διοχετεύεται στην ατμόσφαιρα από τη βιομηχανία – από πηγές όπως μονάδες με καύση άνθρακα, αποτέφρωση αποβλήτων και τήξη. Οι περισσότερες από αυτές τις εκπομπές καταλήγουν σε ωκεανούς, ποτάμια και λίμνες. Ωστόσο, δεν είναι ο μόνος λόγος που το τοξικό μέταλλο συσσωρεύεται στα ψάρια. Η νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, επισημαίνει επίσης την υπεραλίευση και την αλλαγή του κλίματος.

Εξετάζοντας δεδομένα δεκαετιών από τον Κόλπο του Μέιν, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μεταξύ των δεκαετιών του 1970 και του 2000, οι ανθρώπινες αλιευτικές πρακτικές αλλοίωσαν τα επίπεδα υδραργύρου στον μπακαλιάρο Ατλαντικού και στα σκυλόψαρα. Εν τω μεταξύ, η αύξηση της θερμοκρασίας του νερού προκάλεσε αύξηση του υδραργύρου στον τόνο του Ατλαντικού κατά περίπου 56%.

“Δεν αποθαρρύνουμε τους ανθρώπους να τρώνε ψάρια. Τα περισσότερα είδη ψαριών είναι αρκετά υγιεινά και σίγουρα καλύτερα από πολλά τρόφιμα που οι άνθρωποι θα έτρωγαν αντ’ αυτών.

Το θέμα είναι ότι οι εκπομπές υδραργύρου δεν είναι ο μοναδικός ένοχος για την αύξηση των επιπέδων στα ψάρια: Τα “αέρια του θερμοκηπίου” που παγιδεύουν θερμότητα στην ατμόσφαιρα – ιδιαίτερα το διοξείδιο του άνθρακα – είναι επίσης πρόβλημα.

Η αλλαγή του κλίματος μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο στη συσσώρευση υδραργύρου στα ψάρια – κάτι που πιστεύω ότι θα εκπλήξει πολλούς ανθρώπους», τόνισε η ερευνήτρια Elsie Sunderland, καθηγήτρια Περιβαλλοντικής Χημείας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ

Όταν οι θερμοκρασίες του θαλασσινού νερού αυξάνονται, τα ψάρια χρειάζονται περισσότερη ενέργεια για να κολυμπήσουν. Τα ψάρια – κυνηγοί υψηλών ταχυτήτων αρχίζουν να καταβροχθίζουν το θήραμα με πιο ζωηρό ρυθμό, αλλά επειδή κολυμπούν περισσότερο, δεν μεγαλώνουν. Το αποτέλεσμα είναι μεγαλύτερη συγκέντρωση υδραργύρου στον ιστό τους.

Εντούτοις, η υπεραλίευση αποτελεί πρόβλημα και για έναν άλλο λόγο: Όπως εξηγούν οι ερευνητές, μπορεί να αλλάξει τη συνήθη διατροφή των ψαριών θηρευτών, αναγκάζοντας ορισμένα από αυτά να καταναλώνουν εναλλακτικά άλλα ψάρια,  με υψηλότερη συγκέντρωση υδραργύρου.

Η μελέτη

Για τη μελέτη, η ερευνητική ομάδα ανέλυσε στοιχεία περισσότερων από 30 ετών, σχετικά με τα επίπεδα υδραργύρου στο θαλασσινό νερό και τα ψάρια στον κόλπο του Μέιν, όπου εντόπισαν “πρωτοφανή” αύξηση της θερμοκρασίας μεταξύ των ετών 1969 και 2015.

Αναφορικά με τις επιπτώσεις της υπεραλίευσης, οι ερευνητές βρήκαν διαφορετικά πρότυπα για δύο είδη ψαριών: το μπακαλιάρο Ατλαντικού και το ακανθώδες σκυλόψαρο (ακανθίας). Στη δεκαετία του 1970, η μαζική υπεραλίευση της ρέγγας ανάγκασε τα συγκεκριμένα είδη ψαριών να αλλάξουν τη διατροφή τους. Ο μπακαλιάρος άρχισε να τρώει μικρότερα ψάρια, γεγονός που προκάλεσε την πτώση των επιπέδων υδραργύρου. Όμως, το ακανθώδες σκυλόψαρο άρχισε να τρώει καλαμάρια και άλλα κεφαλοπόδαρα, που περιέχουν υδράργυρο, τα οποία αύξησαν τα δικά του επίπεδα υδραργύρου.

Στη συνέχεια, όταν ο πληθυσμός της ρέγκας ανέκαμψε το 2000, ο μπακαλιάρος επέστρεψε στις παλιές διατροφικές του συνήθειες, με αποτέλεσμα την αύξηση του υδραργύρου κατά 23%. Το ακανθώδες σκυλόψαρο επανήλθε επίσης στη ρέγγα, μειώνοντας τα επίπεδα του υδραργύρου.

Ένα άλλο είδος ψαριού που δέχτηκε, επίσης, επίδραση από την αλλαγή του κλίματος είναι ο τόνος του Ατλαντικού: Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, όταν οι θερμοκρασίες του θαλασσινού νερού ψύχονταν για μια περίοδο, η συσσώρευση υδραργύρου στα ψάρια μειώθηκε. Το πρότυπο αυτό, όμως, αργότερα αντιστράφηκε καθώς οι θερμοκρασίες του νερού αυξήθηκαν.

Σύμφωνα με τη μελέτη, μεταξύ των ετών 2012 και 2017 τα επίπεδα υδραργύρου στον τόνο αυξάνονταν κατά 3,5% ετησίως – παρόλο που οι εκπομπές υδραργύρου από τη βιομηχανία μειώνονταν.

«Αυτή η μείωση των βιομηχανικών εκπομπών είναι τα «καλά νέα» των τελευταίων ετών», σημείωσε η Sunderland.

Οι ειδικοί συνιστούν στους καταναλωτές να αποφεύγουν ορισμένα ψάρια με υψηλά επίπεδα υδραργύρου, αλλά συμφωνούν ότι τα ψάρια πρέπει να αποτελούν τακτικό μέρος μιας υγιεινής διατροφής.

“Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα ψάρια είναι πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, βιταμίνη D και πρωτεΐνες και έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των παιδιών και βελτιώνουν τη λειτουργία του εγκεφάλου”, δήλωσε ο Lauri Wright, πρόεδρος στο τμήμα Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Φλόριντα.

Ο Wright, ο οποίος είναι εκπρόσωπος της Ακαδημίας Διατροφής και Διαιτολογίας, πρότεινε ορισμένες εναλλακτικές επιλογές με χαμηλά επίπεδα υδραργύρου, όπως γαρίδες, κονσερβοποιημένο ελαφρύ τόνο, σολομό, μπακαλιάρο και γατόψαρο.