ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Γνωστή ως πλατφόρμα BacCapSeq, σαρώνει ταυτόχρονα για 307 γνωστά βακτήρια που προκαλούν ασθένειες καθώς και για τον κίνδυνο ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά, τη στιγμή που ακόμη και οι πιο προηγμένες υπάρχουσες εξετάσεις για τη σήψη, σήμερα, ελέγχουν μόνο για έως και 19 παθογόνα.
Η σήψη είναι μια ακραία μορφή λοίμωξης κατά την οποία τα μικρόβια τροποποιούν την απάντηση του ανοσιακού μηχανισμού του ασθενούς με τέτοιο τρόπο ώστε τελικά αυτή η απάντηση να στρέφεται εναντίον του και να καταστρέφει τα όργανα ή να τον οδηγεί στο θάνατο.
Στην Ελλάδα 120.000 ασθενείς προσβάλλονται ετησίως από σήψη, εκ των οποίων πεθαίνει το 35-50%.
Η εγρήγορση και έγκαιρη παρέμβαση, με ενδοφλέβια αντιβίωση και ορό, αποτελούν το κλειδί της επιτυχούς αντιμετώπισης αυτής της απειλητικής για τη ζωή κατάστασης.
Σύμφωνα με τους ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Columbia, η νέα εξέταση θα αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο για την ανίχνευση παθογόνων παραγόντων, δεδομένου ότι είναι 1.000 φορές πιο “ευαίσθητη” από τις συμβατικές εξετάσεις.
Οι επιστήμονες εργάζονται για να αναπτύξουν εξετάσεις που θα δίνουν αποτέλεσμα σε λίγες ώρες, καθώς αυτές που διενεργούνται σήμερα, απαιτούν έως και τρεις ημέρες για να διαγνώσουν τη σήψη και ακόμη περισσότερο για να διαπιστώσουν εάν η μόλυνση είναι ανθεκτική στα αντιβιοτικά.
Αν και η BacCapSeq παρέχει αποτελέσματα σε παρόμοιο χρόνο (70 ώρες), οι ερευνητές πιστεύουν ότι η πλατφόρμα θα αναπτύξει καλύτερες ταχύτητες καθώς η τεχνολογία θα εξελίσσεται.
Η εξέταση περιλαμβάνει 4,2 εκατομμύρια γενετικούς ανιχνευτές που ανιχνεύουν τις ακολουθίες DNA των 307 βακτηρίων που προκαλούν ασθένειες. Επίσης, λαμβάνει υπόψη βιοδείκτες για αντοχή στα αντιβιοτικά και δείκτες για το πόσο επιθετικά είναι τα βακτήρια.
Στη μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν την ικανότητα της BacCapSeq να ανιχνεύει ουσίες που λαμβάνονται από το DNA του αίματος που έχει προσβληθεί από διάφορα βακτήρια, ενώ το τεστ χρησιμοποιήθηκε επίσης σε δείγματα αίματος από ασθενείς με ανεξήγητη σηψαιμία.
Και στις δύο περιπτώσεις, η νέα εξέταση ήταν πιο αποτελεσματική στην ανίχνευση βακτηρίων από τις παραδοσιακές μεθόδους και αποκάλυψε λοιμώξεις που οι υπάρχουσες εξετάσεις δεν κατάφεραν να ανιχνεύσουν.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό mBio.