Νέα έρευνα επιβεβαιώνει ότι τα άτομα με ψυχικές διαταραχές διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό σε αυτά τα άτομα, το μέσο προσδόκιμο ζωής είναι κατά 10 και 7 έτη μικρότερο για άντρες και γυναίκες, αντίστοιχα.

Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από την πιο ολοκληρωμένη μελέτη που έγινε ποτέ σχετικά με τη θνησιμότητα ανθρώπων με ψυχικές διαταραχές, η οποία βασίστηκε στα στοιχεία 7,4 εκατομμυρίων ατόμων από τη Δανία, κατά τα έτη  1995 – 2015.

«Είναι γνωστό ότι τα άτομα με ψυχικές διαταραχές πεθαίνουν νωρίτερα από τον γενικό πληθυσμό, αλλά για πρώτη φορά παρουσιάζουμε μια περιεκτική μελέτη, στην οποία διερευνούμε τη θνησιμότητα σε συγκεκριμένους τύπους ψυχικών διαταραχών. Επιπλέον, μπορέσαμε να διερευνήσουμε συγκεκριμένες αιτίες θανάτου όπως ο καρκίνος, ο διαβήτης και η αυτοκτονία», αναφέρει ο κύριος συντάκτης της μελέτης, Dr. Oleguer Plana-Ripoll, του Πανεπιστημίου του Aarhus.

Όπως εξηγούν οι ερευνητές, τα άτομα με κατάθλιψη ή άλλη διαταραχή διάθεσης, που συγκαταλέγονται στις πιο συχνές ψυχικές διαταραχές, είχαν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Εκτός από αυξημένο κίνδυνο θανάτου λόγω αυτοκτονίας, επιβεβαιώθηκε επίσης ο αυξημένος κίνδυνος θανάτου λόγω σωματικών ασθενειών, όπως ο καρκίνος, οι αναπνευστικές νόσοι, ο διαβήτης κ.ά. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι οι άνδρες και οι γυναίκες με διαταραχές της διάθεσης είχαν κατά 7,9 και 6,2 έτη, αντίστοιχα, μικρότερο προσδόκιμο ζωής μετά τη διάγνωση, σε σύγκριση με το συνολικό Δανέζικο πληθυσμό της ίδιας ηλικίας.

Επίσης, νέα στοιχεία προέκυψαν σχετικά με τη θνησιμότητα των ανδρών που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές.

«Βρήκαμε ένα ασυνήθιστο πρότυπο σε άνδρες με ψυχική διαταραχή. Αντίθετα με τις προσδοκίες μας, όταν εξετάσαμε το προσδόκιμο ζωής τους, διαπιστώσαμε ότι χάνονται σχετικά λίγα χρόνια ζωής λόγω θανάτων που σχετίζονται με τον καρκίνο, σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Αν και διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να πεθάνουν από καρκίνο, οι άνδρες με ψυχικές διαταραχές, είναι πολύ πιο πιθανό να χάσουν τη ζωή τους από καρδιαγγειακά και πνευμονικά προβλήματα σε νεαρότερη ηλικία, σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Αυτό είναι ένα νέο και μάλλον απογοητευτικό εύρημα», σημειώνει ο καθηγητής John McGrath.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.