Σε υψηλά επίπεδα παραμένει ο αριθμός των κρουσμάτων κορονοϊού  καθώς και των διασωληνώσεων και των θανάτων από τη λοίμωξη Covid-19 στη χώρα, με το σύστημα υγείας να δέχεται έντονους κραδασμούς.

Χθες ο ΕΟΔΥ ανακοίνωσε 2.752 νέα κρούσματα, εκ των οποίων τα 635 στην Περιφέρεια Αττικής και τα 777 κρούσματα στην Π.Ε. Θεσσαλονίκης. Ο αριθμός αναπαραγωγής (Rt), βρίσκεται αυτή τη στιγμή περίπου στο 1,23 (στόχος είναι <1), σε επίπεδο επικράτειας, ενώ είναι πολύ υψηλότερος στα αστικά κέντρα.

Τα νοσοκομεία γεμίζουν με περιστατικά κορονοϊού με έναν μέσο όρο 300 εισαγωγών την ημέρα, ενώ ταχύτατος είναι και ο ρυθμός που καταλαμβάνονται οι κλίνες στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), καθιστώντας απαραίτητους τους έκτακτους σχεδιασμούς ενίσχυσης του συστήματος Υγείας.

Ο συνολικός αριθμός των ασθενών που νοσηλεύονται με λοίμωξη Covid-19 στην Ελλάδα ξεπερνά τους 2500. Την ίδια στιγμή 335 ασθενείς νοσηλεύονται σε ΜΕΘ, εκ των οποίων οι 297 με μηχανική υποστήριξη της αναπνοής.

Εκρηκτική παραμένει η κατάσταση στη Βόρεια Ελλάδα και κυρίως στη Θεσσαλονίκη, όπου παρότι μπήκε σε καθεστώς γενικευμένης καραντίνας νωρίτερα από την υπόλοιπη χώρα, η αύξηση των κρουσμάτων συνεχίζει να είναι εκθετική.

Το σύστημα Υγείας στη συμπρωτεύουσα… ακροβατεί σε τεντωμένο σκοινί, γεγονός που οδήγησε άλλωστε και στο lockdown, καθώς σύμφωνα με τους επιστήμονες, η συνολική επιδημιολογική εικόνα της χώρας δεν καθιστά αναγκαίο ένα τόσο ασφυκτικό μέτρο.

Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα πηγές του υπουργείου Υγείας χθες, οι ΜΕΘ Covid που εξυπηρετούν τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης (συμπεριλαμβανομένων των Νοσοκομείων Χαλκιδικής, Κατερίνης και Καβάλας) είναι  148, εκ των οποίων μόλις οι 16 (ποσοστό 11%) είναι κενές.

Εντούτοις, οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες για τις επόμενες ημέρες, με δεδομένο ότι τα κρούσματα που βλέπουμε σήμερα θα «αποτυπωθούν» στην πληρότητα των νοσοκομείων μετά από 7-10 ημέρες.

Από τις επόμενες ημέρες αναμένεται να αρχίσει να διαμορφώνεται μία πρώτη εικόνα για την αποτελεσματικότητα των μέτρων, καθώς την ερχόμενη Δευτέρα συμπληρώνεται το χρονικό ορόσημο των 14 ημερών από την έναρξη του lockdown στη συμπρωτεύουσα. Πηγές του mononews αναφέρουν ότι ήδη διαφαίνεται αχνά μία σταθεροποίηση του ρυθμού αύξησης, χωρίς ωστόσο να μπορούν επί του παρόντος να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.

«Όπως καταδεικνύει και η εμπειρία από άλλες χώρες,  η επιδημία στη Θεσσαλονίκη μπορεί να ελεγχθεί. Σε τι βάθος χρόνου θα γίνει αυτό εξαρτάται από το κατά πόσο θα τηρηθούν τα μέτρα και πόσο γρήγορα θα μειωθούν τα κρούσματα, των οποίων ο αριθμός είναι ιδιαίτερα υψηλός. Βάσει της ταχύτητας μείωσης αυτού του αριθμού θα μπορεί να γίνει και μία εκτίμηση για το πότε θα φτάσουμε σε ένα σημείο που θα είναι η κατάσταση βατή”, αναφέρει στο mononews o αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής, Δημήτριος Παρασκευής.

 

Σε ανοδική τροχιά και η Αττική

Παρότι ο ρυθμός αύξησης των κρουσμάτων είναι μεγαλύτερος στη Θεσσαλονίκη, αυξητική παραμένει η τάση και στην Αττική.

Το σύστημα υγείας αν και σε καλύτερη κατάσταση, δέχεται έντονη πίεση, η οποία αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω, σε περίπτωση που τεθεί σε εφαρμογή ο σχεδιασμός διακομιδής περιστατικών από τη συμπρωτεύουσα, ένα ενδεχόμενο το οποίο θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό.

Στο λεκανοπέδιο οι κλίνες ΜΕΘ Covid είναι σήμερα 206, εκ των οποίων οι 76 είναι κενές (ποσοστό 37%).

Τόσο οι επιστήμονες, όσο και οι αρχές της χώρας κάνουν έκκληση προς τους πολίτες να τηρούν τα μέτρα, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί το ενδεχόμενο να λάβει η επιδημία στην Αττική, διαστάσεις ανάλογες με αυτές της Θεσσαλονίκης.

Όπως τόνισε σε δηλώσεις της η διευθύντρια της Πνευμονολογικής Κλινικής του νοσοκομείου «Σωτηρία», Μίνα Γκάγκα, οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης στην Αττική θα είναι πολλαπλάσιες από αυτές στη Θεσσαλονίκη.

Αυτή τη στιγμή, με το ¼ του πληθυσμού της Αθήνας, η Θεσσαλονίκη έχει περισσότερα κρούσματα από την Αθήνα, προκαλώντας τεράστια πίεση στο σύστημα υγείας. Παρότι στην πρωτεύουσα υπάρχουν περισσότερα νοσοκομεία απ’ ότι στη Θεσσαλονίκη, η πιθανότητα να μεταδοθεί ο ιός στον πολύ πυκνό ιστό της πόλης και ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι πολύ μεγάλη.

Σύμφωνα με την κ. Γκάγκα στην περίπτωση που η κατάσταση στην Αττική έχει την ίδια εξέλιξη με αυτήν της Θεσσαλονίκης, τα νούμερα θα είναι τόσο υψηλά, που “κανένα σύστημα Υγείας, πουθενά στον κόσμο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει”.

Οι ειδικοί τονίζουν ότι το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης καταδεικνύει πως εάν δεν περιοριστεί η επιδημία την κατάλληλη χρονική στιγμή, ο έλεγχός της καθίσταται πολύ δύσκολος και ιδιαίτερα χρονοβόρος.

 

Περισσότεροι νέοι στα νοσοκομεία

Κατά το δεύτερο κύμα της επιδημίας, το οποίο είναι κατά γενική ομολογία ισχυρότερο απ’ το πρώτο, παρατηρείται να νοσούν βαριά περισσότεροι νέοι, χωρίς υποκείμενα νοσήματα.

Το γεγονός αυτό δεν σχετίζεται με αλλαγή στη συμπεριφορά του ιού, αλλά με την αύξηση των κρουσμάτων σε αυτές τις ηλικίες, η οποία αναλογικά συνεπάγεται και αύξηση στις νοσηλείες. Αν, για παράδειγμα, νοσήσουν 10.000 άτομα τα 300 θα χρειαστούν νοσηλεία. Αν νοσήσουν 100.000 ο αντίστοιχος αριθμός θα ανέλθει στις 3.000.

Την ίδια στιγμή, έντονος είναι ο διάλογος σχετικά με μία μετάλλαξη του ιού, η οποία ενδεχομένως να αυξάνει τη μεταδοτικότητά του. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι η μετάλλαξη αυτή έχει εντοπιστεί εδώ και αρκετούς μήνες και, αν και δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να κάνει τον ιό πιο μολυσματικό, αποδίδουν τη μεγάλη μεταδοτικότητα που παρατηρείται σήμερα κυρίως στη συμπεριφορά των πολιτών.

«Η μετάλλαξη αυτή δε σημαίνει απαραίτητα ότι ο ιός έχει γίνει πιο μολυσματικός. Η αυξημένη μεταδοτικότητα σχετίζεται με αυξημένη διασπορά, η οποία οφείλεται κυρίως στη συμπεριφορά των πολιτών, δηλαδή στην παρατεταμένη χαλάρωση και τον έντονο συγχρωτισμό. Αν αυτό γίνεται επί σειρά ημερών και εβδομάδων θα οδηγήσει σε μεγάλη διασπορά», αναφέρει ο κ. Παρασκευής.

Όσον αφορά στην επίδραση της μείωσης της θερμοκρασίας εν όψει του χειμώνα, τονίζει ότι αυτή είναι κατά κύριο λόγο έμμεση και απορρέει από το συγχρωτισμό που επιφέρει σε εσωτερικούς χώρους, με ανεπαρκή εξαερισμό.

Χθες, Τετάρτη (11/11), ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων, Νίκος Χαρδαλιάς, ανακοίνωσε νέα περιοριστικά μέτρα στις μετακινήσεις, καθώς διαπιστώθηκε ότι υπήρχε αρκετή και αδικαιολόγητη κινητικότητα κατά τις βραδινές «ελεύθερες» ώρες, η οποία έπρεπε να περιοριστεί.

Ειδικότερα, μετά από εξέταση των στατιστικών των SMS στο 13033, διαπιστώθηκε ότι ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια,  τη στιγμή που στην πρώτη καραντίνα ο αριθμός αυτός ανήλθε στα 2,6 εκατ. Το δεδομένο αυτό προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στο Μαξίμου, που αν και περίμενε περισσότερα από 3 εκατ.  SMS είχε θέσει ως ανώτατο όριο τα 4 εκατ., ως ένδειξη “χαλάρωσης και εφησυχασμού».

Οι επιστήμονες τονίζουν ότι η μολυσματικότητα του ιού είναι αρκετά υψηλή και καλούν τους πολίτες να τα τηρήσουν απαρέγκλιτα τα μέτρα, έτσι ώστε να ξεπεραστεί αυτός ο «σκόπελος» με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, μέχρι να διατεθεί το εμβόλιο και να ξεκινήσει σιγά σιγά η επάνοδος σε μερική κανονικότητα.

Τέλος, εκτιμούν ότι το lockdown ενδέχεται να επεκταθεί και μετά το καθορισμένο χρονικό διάστημα των τριών 3 εβδομάδων, ενώ έντονη είναι η συζήτηση και για επαναλαμβανόμενα  lockdowns κατά τη διάρκεια του χειμώνα.