ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το Κέντρο επισημαίνει την αναγκαιότητα διερεύνησης αυτών των περιστατικών και την κρισιμότητα της ανάδειξης εκείνων των μέτρων και διαδικασιών που θα μπορούσαν να έχουν λειτουργήσει άμεσα προληπτικά και αποτρεπτικά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Αυτοκτονιών του Κέντρου για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, από το 2012 έχουν λάβει χώρα τουλάχιστον 70 αυτοκτονίες σε νοσοκομεία της χώρας, εκ των οποίων οι 7 από την αρχή του 2021. Ειδικότερα, στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών έχουν γίνει 5 αυτοκτονίες από το 2015, στο Γενικό Νοσοκομείο Βόλου 5 αυτοκτονίες από το 2013 και 2 αυτοκτονίες στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας από το 2018.
Όπως αναφέρει το Κέντρο, η αξιολόγηση του κινδύνου αυτοκτονίας νοσηλευόμενων ασθενών και η εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων ασφαλείας που βασίζονται σε αυτήν την εκτίμηση θα ήταν προαπαιτούμενη μίας γενικής περίθαλψης. Η αναγνώριση και αξιολόγηση του κινδύνου αυτοκτονίας και της μεταβλητότητάς του, η διαρκής ψυχιατρική παρακολούθηση της κλινικής εικόνας του ασθενούς, η πρόληψη επιδείνωσης της συμπτωματολογίας του αποτελούν συνιστώσες, οι οποίες, εκτός των άλλων, συγκροτούν την έννοια της προβλεψιμότητας, δομικού συστατικού της σύγχρονης ψυχιατρικής.
Σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία, είναι απαραίτητη η εκτίμηση των εξής παραγόντων που σχετίζονται με τον ενδονοσοκομειακό αυτοκτονικό κίνδυνο: συντελεστές της φροντίδας του ασθενούς (θεραπευτικοί παράγοντες), λειτουργικοί παράγοντες της Μονάδας, κτιριακές εγκαταστάσεις και η εποπτεία των διαδικασιών παρακολούθησης του ασθενούς και της αλληλεπίδρασης με το προσωπικό. Ειδικότερα για τα Τμήματα Επειγόντων των Νοσοκομείων, απαιτείται, πλέον, η ανάληψη ευθυνών και πρωτοβουλιών, δεδομένου ότι υπάρχουν καθολικές οδηγίες σε διεθνές επίπεδο, από ετών, για ένταξη της αξιολόγησης του αυτοκτονικού κινδύνου στο στάδιο της γενικής αξιολόγησης, ανεξαρτήτως του αρχικού αιτήματος του ασθενούς.
Αναγκαία η ψυχιατρική αυτοψία
Η εφαρμογή των αναφερόμενων διαδικασιών μπορούν, ανάλογα, να λειτουργήσουν προστατευτικά όχι μόνο για τον/την ψυχιατρικό ασθενή αλλά και για το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Η απουσία αυτών των προληπτικών μέτρων επιβαρύνει σημαντικά τους επαγγελματίες και ιδιαίτερα σε αντίστοιχα περιστατικά, όπου οι συναισθηματικές και επαγγελματικές επιπτώσεις στους/στις εργαζόμενους/ες είναισοβαρές.
«Είναι σαφές, σύμφωνα και με την επιστημονική μας γνώση και εμπειρία, ότι υπάρχουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν καταλυτικά στην αύξηση του επιπέδου ασφάλειας των μονάδων υγείας και στην πρόληψη της αυτοκτονίας νοσηλευομένων ασθενών, μέσω της διαμόρφωσης ειδικών συνθηκών νοσηλείας καθώς και τη σχετική εκπαίδευση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Έχοντας, πολλαπλά, τονίσει ότι η αυτοκτονία μέσα σε ένα νοσοκομείο, αποτελεί απαράδεκτο γεγονός για την ιατρική κοινότητα και τους ευρύτερους συντελεστές του συστήματος υγείας, πιστεύουμε πως η πρόληψη της αυτοκτονίας θα έπρεπε να αποτελεί κύριο καθήκον των μονάδων υγείας και των νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Όπως έχουμε πολλαπλά τονίσει, το 95% των αυτοκτονιών θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η διενέργεια μίας ψυχολογικής αυτοψίας μπορεί να αναδείξει εκείνα τα μέτρα πρόληψης που θα μπορέσουν να ελαχιστοποιήσουν τις πιθανότητες να συμβεί ξανά κάτι αντίστοιχο. Παράλληλα, η εφαρμογή μίας τέτοιας διαδικασίας θα λειτουργήσει υποστηρικτικά στους/στις εμπλεκόμενους επαγγελματίες, οι οποίοι/ες βιώνουν το φορτίο μίας αυτοκτονίας», αναφέρει η ΚΛΙΜΑΚΑ.
Παράλληλα επισημαίνει ότι η αντιμετώπιση της αυτοκτονίας δεν είναι μια απλή διαδικασία, καθώς απαιτεί ένα συνδυασμό ενεργειών και σύνθετων παρεμβάσεων. Εντούτοις, η αυτοκτονία μπορεί να προληφθεί όταν εφαρμόζονται οι κατάλληλες στρατηγικές τόσο σε επίπεδο κοινότητας και δομών, όσο και σε επίπεδο χάραξης πολιτικών παρεμβάσεων. Σ’ αυτή τη βάση, τόσο η πολιτική ηγεσία και οι αρμόδιες υπηρεσίες όσο και οι κοινότητες των επαγγελματιών υγείας οφείλουν να αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα λήψης βασικών μέτρων και στρατηγικών χαμηλού κόστους στο πεδίο της πρόληψης της αυτοκτονίας και να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Προετοιμασία για τις επιπτώσεις της πανδημίας
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Αυτοκτονιών, τα αριθμητικά στοιχεία για τις αυτοκτονίες στη χώρα, την περίοδο της πανδημίας, δεν παρουσιάζουν κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με την καταγραφή των στοιχείων που αφορούν τις αυτοκτονίες για το ίδιο χρονικό διάστημα σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Επιπρόσθετα, λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για τις συνθήκες των παρελθουσών πανδημιών δεν είναι επαρκή, ούτε είναι θεμιτό να συγκριθούν με τα ετήσια στατιστικά στοιχεία για τις αυτοκτονίες.
Η αυτοκτονία είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα με πολλαπλές αιτίες και για αυτόν τον λόγο κρίνεται αναγκαία η αποφυγή οποιασδήποτε συσχέτισης της αυτοκτονίας αποκλειστικά με την πανδημία. Οποιαδήποτε αναφορά σε άμεση σύνδεση της πανδημίας με την αυτοκτονία θα μπορούσε να θεωρηθεί εσφαλμένη και να απλοποιήσει υπερβολικά ένα τέτοιο πολυδιάστατο ζήτημα. Επιπρόσθετα, στρατηγικές προστασίας της δημόσιας υγείας όπως η κοινωνική απόσταση και η καραντίνα παρόλο που μπορεί να θεωρηθούν επιβαρυντικοί παράγοντες εμφάνισης ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων, εντούτοις, δεν αποτελούν παραμέτρους που αποκλειστικά μπορούν να ευθύνονται για την αυτοκτονία.
Επιπρόσθετα, στην παρούσα φάση, αναπτύσσεται, ένας συνολικός στρατηγικός σχεδιασμός από το Κέντρο για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, δεδομένου ότι οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, την επόμενη περίοδο, ενδέχεται να λειτουργήσουν επιβαρυντικά στον ευάλωτο πληθυσμό, με αντίκτυπο στο φάσμα της αυτοκτονικότητας.
Δεδομένου του κεντρικού ρόλου που διαδραματίζουν τα Μ.Μ.Ε. και τα κοινωνικά δίκτυα στην μετάδοση των πληροφοριών και την επίδρασή τους, πολλές φορές, στην ενίσχυση των αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών, κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών από τους επαγγελματίες των μέσων μαζικής ενημέρωσης για τον ορθό τρόπο δημοσίευσης τόσο συγκεκριμένων ειδήσεων αυτοκτονίας όσο και παροχής πληροφοριών σχετικά με το ίδιο το ζήτημα της αυτοκτονίας και την σχέση της με την παρούσα συνθήκη της πανδημίας.