ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η ερευνητική ομάδα του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των Η.Π.Α., διαπίστωσε ότι τα ποσοστά καρκίνου του λαιμού (λάρυγγα, φάρυγγα, αμυγδαλών), του εγκεφάλου και του τραχήλου της μήτρας ήταν μειωμένα έως και κατά το ένα τρίτο σε ασθενείς με ιστορικό αλλεργικής ρινίτιδας, σε σύγκριση με εκείνους που δεν αντιμετώπιζαν το πρόβλημα.
Τα ευρήματα αυτά υποστηρίζουν εκείνα προγενέστερων, μικρότερων μελετών, που έχουν διεξαχθεί από τότε που έγινε η πρώτη σύνδεση μεταξύ της αλλεργικής ρινίτιτδας και της προστασίας από τον καρκίνο, προ δεκαετίας.
Η νέα μελέτη
Για να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους, οι ερευνητές παρακολούθησαν περίπου 1,7 εκατομμύρια διαγνωσμένους με διαφορετικούς καρκίνους ανθρώπους, κατά την περίοδο 1992 – 2013 και τους συνέκριναν με εκατοντάδες χιλιάδες εθελοντών, παρόμοιας ηλικίας και φύλου που δεν έπασχαν από καρκίνο.
Μετρώντας τα ποσοστά ρινίτιδας σε αμφότερες τις ομάδες, οι επιστήμονες, διαπίστωσαν ότι ήταν σημαντικά περισσότερες οι περιπτώσεις μεταξύ εκείνων που δεν είχαν καρκίνο.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cancer Epidemiology, Biomarkers & Prevention, έδειξε επίσης ότι το άσθμα συνδέεται με μια μικρή μείωση του κινδύνου καρκίνου του ήπατος.
Οι ακριβείς λόγοι για τους οποίους η αλλεργική ρινίτιδα, έχει αυτήν την αντικαρκινική επίδραση δεν έχει διευκρινιστεί- ούτε γιατί η κατάσταση φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο για ορισμένες μορφές καρκίνου και όχι για άλλες.
Εντούτοις, μια θεωρία είναι ότι η αλλεργική ρινίτιδα προάγει την ανοσολογική επιτήρηση – μία λειτουργία του οργανισμού κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα σαρώνει το σώμα και στη συνέχεια καταστρέφει καρκινικά κύτταρα- περισσότερο από άλλες κοινές αλλεργίες.
Όταν ενεργοποιείται η αλλεργική ρινίτιδα, το ανοσοποιητικό σύστημα εκλαμβάνει εσφαλμένα την αβλαβή γύρη ως απειλή και αντλεί τη χημική ισταμίνη για να απαλλάξει το σώμα από τον εισβολέα. Οι περισσότεροι άνθρωποι διαχειρίζονται τα συμπτώματα που προκύπτουν από αυτήν την αντίδραση λαμβάνοντας αντι-ισταμινικά φάρμακα.
Αυτά ελαττώνουν τις επιδράσεις της ισταμίνης, αλλά η σχεδόν σταθερή έκθεση στη γύρη κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού διατηρεί το ανοσοποιητικό σύστημα σε συνεχή υψηλή επαγρύπνηση, σαρώνοντας το σώμα για απειλές.
Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτό το υψηλό επίπεδο ανοσολογικής επιτήρησης μπορεί να σημαίνει ότι η άμυνα του οργανισμού είναι ικανή να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα σε πολύ πρώιμο στάδιο.
Είναι γνωστό ότι το ανοσοποιητικό σύστημα έχει τη δύναμη να σκοτώνει τα καρκινικά κύτταρα. Φάρμακα που αυξάνουν την απόκρισή του στα καρκινικά κύτταρα βρίσκονται ήδη στην πρώτη γραμμή των σύγχρονων ανοσοθεραπειών κατά του καρκίνου.
«Η αξιοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού για την καταπολέμηση του καρκίνου αποτελεί επανάσταση στη θεραπεία των ασθενών. Αλλά και η μελέτη του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι αναπτύσσουν αλλεργίες θα μπορούσε να σημαίνει ότι μπορούμε να συγκεντρώσουμε μια ολόκληρη νέα οικογένεια ανοσοκυττάρων για την αντιμετώπιση του καρκίνου», αναφέρει ο καθηγητής James Spicer, ειδικός για την ανάπτυξη φαρμάκων στην Επιτροπή Νέων Φαρμάκων του Cancer Research UK.
Άλλα ευρήματα
Άλλοι ερευνητές ενδεχομένως να έχουν ήδη εντοπίσει ένα από τα ανοσιακά κύτταρα που θα μπορούσαν να στρατολογηθούν για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Μια ομάδα στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, στο Ισραήλ, έχει δείξει ότι ένα ανοσοποιητικό κύτταρο που ονομάζεται ηωσινόφιλο έχει αντικαρκινικές ιδιότητες.
Τα ηωσινόφιλα είναι λευκά αιμοσφαίρια που καταπολεμούν τη λοίμωξη και πιστεύεται ότι καταπολεμούν και τις παρασιτικές λοιμώξεις. Έχουν, όμως, και μια «σκοτεινή» πλευρά, καθώς μπορεί να προκαλέσου αλλεργική αντίδραση, με φλεγμονή και οίδημα σε όλο το σώμα – όπως αυτή που παρατηρείται στην αλλεργική ρινίτιδα.
Η ερευνητική ομάδα θέλησε να δει εάν η καταστροφική δύναμη των ηωσινόφιλων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση του καρκίνου. Οι επιστήμονες επέλεξαν να διερευνήσουν τον καρκίνο του εντέρου, αφού το πεπτικό σύστημα είναι ένα από τα σημεία του οργανισμού όπου τα ηωσινόφιλα αποικίζουν αμέσως μόλις απελευθερωθούν από το μυελό των οστών, όπου παράγονται.
Αρχικά, ανέλυσαν δείγματα από 275 ασθενείς και διαπίστωσαν ότι όσο μεγαλύτερος ήταν ο αριθμός των ηωσινόφιλων τόσο λιγότερο σοβαρός ήταν ο όγκος από άποψη ρυθμού ανάπτυξης. Αυτό υποδεικνύει ότι καθυστέρησαν τουλάχιστον την ανάπτυξη όγκων.
Στο δεύτερο μέρος της έρευνάς τους, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι όγκοι σε ποντίκια καταστράφηκαν όταν εκτέθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα ηωσινόφιλων.
Οι ερευνητές ελπίζουν τώρα να συνεργαστούν με φαρμακευτικές εταιρείες για να αναπτύξουν μια θεραπεία που να μπορεί να κατευθύνει τα ηωσινόφιλα να εξολοθρεύουν όγκους χωρίς να προκαλούν ανεπιθύμητες αλλεργικές αντιδράσεις.