Το καμπανάκι του κινδύνου κρούουν οι επιστήμονες στις γυναίκες που τρώνε πλακούντα, καθώς η δημοφιλής στις διασημότητες πρακτική, όχι μόνο δεν προσφέρει οφέλη αλλά ενέχει και κινδύνους για την υγεία τους.

Ο πλακούντας είναι ένα όργανο που αναπτύσσεται στην εγκυμοσύνη προκειμένου να παρέχει οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά από την μητέρα στο έμβρυο και αντίστροφα: διοξείδιο του άνθρακα και προϊόντα του μεταβολισμού του εμβρύου αποβάλλονται στην μητρική κυκλοφορία, μέσω του πλακούντα.

Η τάση της βρώσης του οργάνου έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη δημοτικότητα, καθώς διασημότητες με πρώτη διδάξασα την Kim Kardashian και τελευταία την Hilary Duff, δηλώνουν δημοσίως ότι επωφελήθηκαν από την αμφιλεγόμενη πρακτική.

Οι “θιασώτες” της υποστηρίζουν ότι μπορεί να ενισχύσει τα επίπεδα θρεπτικών συστατικών στον οργανισμό, να βελτιώσει την παροχή γάλακτος και να εξαλείψει τον κίνδυνο επιλόχειας κατάθλιψης. Εντούτοις, η Εταιρεία Μαιευτήρων και Γυναικολόγων του Καναδά (SOGC) –ορμώμενη από τα ευρήματα νέας μελέτης-  εκφράζει την αντίθεσή της και μάλιστα προειδοποιεί ότι θα μπορούσε να είναι και επιβλαβής.

Η νέα μελέτη, που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας (UBC) και το Ερευνητικό Ινστιτούτο Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και Χρήσης Ουσιών (BC),  είναι η μεγαλύτερη μέχρι στιγμής που εξετάζει τα αποτελέσματα της βρώσης πλακούντα – μιας πρακτικής που είναι γνωστή ως «πλακτοφαγία».

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στοιχεία από μια δεκαετή γενετική μελέτη που περιελάμβανε 138 γυναίκες με ιστορικό διαταραχών της διάθεσης και συνέκρινε τα αποτελέσματα μεταξύ αυτών που είχαν φάει τον πλακούντα τους και εκείνων που δεν είχαν επιλέξει την πλακτοφαγία.

«Πολλές γυναίκες καταναλώνουν τον πλακούντα τους, γιατί πιστεύουν ότι αυτό θα συμβάλει στη βελτίωση της διάθεσής τους κατά την περίοδο μετά τον τοκετό. Εντούτοις, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι κάτι τέτοιο λειτουργεί πραγματικά και η νέα μελέτη συνηγορεί σε αυτό», δήλωσε η Jehannine Austin, καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του UBC, εκτελεστική διευθύντρια του Ερευνητικού Ινστιτούτου.

Η μελέτη έδειξε επίσης ότι οι γυναίκες που κατανάλωναν τον πλακούντα τους δεν είχαν περισσότερη ενέργεια, δεν παρουσίασαν αύξηση των επιπέδων βιταμίνης Β12 και δεν χρειάστηκαν λιγότερη βοήθεια στη γαλουχία σε σύγκριση με εκείνες που δεν κατέφυγαν στην πρακτική αυτή.

Επιπλέον, προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση ανθρώπινου πλακούντα ενέχει κινδύνους για τις μητέρες και τα μωρά τους, συμπεριλαμβανομένων των ιογενών και βακτηριακών λοιμώξεων.

«Δεδομένων των κινδύνων για την υγεία που σχετίζονται με την κατανάλωση του πλακούντα και της απουσίας εντοπισμένων οφελών, συνιστούμε ανεπιφύλακτα στις γυναίκες να μην προβαίνουν σε αυτήν την πρακτική και αντ’ αυτού να απευθύνονται σε άλλες πηγές  ψυχικής ευεξίας», αναφέρουν οι ερευνητές.

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Journal of Obstetrics and Gynaecology Canada.

Οι κίνδυνοι της πλακτοφαγίας

Ειδικοί από το Ιατρικό Κέντρο Presbyterian/Weill Cornell της Νέας Υόρκης, ανέλυσαν πέρυσι δεκάδες μελέτες σχετικά με την πλακτοφαγία. Σήμερα, συμβουλεύουν τους μαιευτήρες να αποθαρρύνουν τις ασθενείς τους να τρώνε τον πλακούντα τους σε οποιαδήποτε μορφή (ωμό, μαγειρεμένο, σε χάπι).

«Ως μαιευτήρες, είναι σημαντικό να πούμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η πλακτοφαγία είναι δυνητικά επιβλαβής και δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι είναι επωφελής, επομένως, μην το κάνετε», δήλωσε ο Dr Amos Grunebaum, κύριος συντάκτης της μελέτης που δημοσιεύτηκε στην American Journal of Obstetrics and Gynecology.

Οι ειδικοί εκφράζουν ανησυχία ότι το όργανο θα μπορούσε να μεταδώσει βακτηριακές ή ιογενείς λοιμώξεις.

Το 2017 τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων εξέφρασαν ανησυχίες για την κατανάλωση πλακούντα σε μορφή χαπιού.

Σύμφωνα με μια επισκόπηση των στοιχείων από την Εταιρεία Μαιευτήρων – Γυναικολόγων του Καναδά, δεν υπάρχουν κανονισμοί γι’ αυτές τις διαδικασίες.

«Δεν είναι σαφές εάν οι δυνητικά επιβλαβείς ουσίες ή οι μολυσματικοί οργανισμοί αποστειρώνονται και καθίστανται μη μολυσματικοί / μη επιβλαβείς. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα διασταυρούμενης μόλυνσης και μεταφοράς παθογόνων παραγόντων που μεταδίδονται στο αίμα χωρίς σωστό χειρισμό και αποστείρωση του εξοπλισμού», έγραψαν στην Journal of Obstetrics and Gynaecology Canada.

Επιπλέον, μια μελέτη του 2017 από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης κατέδειξε ότι ο πλακούντας περιέχει ανεπαρκή επίπεδα θρεπτικών συστατικών, όπως ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος και το σελήνιο, για να ωφελήσει την υγεία των γυναικών. Μπορεί, επίσης, να συσσωρεύσει βαρέα μέταλλα, τα οποία θα μπορούσαν να προκαλέσουν επιληπτικές κρίσεις και απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές εάν καταποθούν, σύμφωνα με τους ερευνητές. Τότε, ο συγγραφέας της μελέτης, Δρ Alex Farr, είχε δηλώσει: «Από ιατρική άποψη, ο πλακούντας είναι ένα απόβλητο προϊόν. Τα περισσότερα θηλαστικά τρώνε τον πλακούντα μετά τη γέννηση, αλλά μπορούμε μόνο να μαντέψουμε γιατί το κάνουν. Αφού ο πλακούντας είναι γενετικά μέρος του νεογέννητου, τρώγοντάς τον αγγίζονται τα όρια του κανιβαλισμού».

Ως παράδειγμα των ενεχομένων κινδύνων, το CDC χρησιμοποιεί την μελέτη περίπτωσης μιας γυναίκας που μεταβίβασε τον στρεπτόκοκκο ομάδας Β, μια βακτηριακή λοίμωξη που βρίσκεται συνήθως στον κόλπο, στο μωρό της μέσω καψουλών πλακούντα. Όπως αναφέρει, η εταιρεία που παρήγαγε τα χάπια δεν θέρμανε τον πλακούντα αρκετά για να σκοτώσει τα βακτηρίδια και επομένως μεταφέρθηκε ο στρεπτόκοκκος στο μωρό της μέσω του μητρικού γάλακτος.