Διάφορες θεωρίες και αντιλήψεις γύρω από τη χρήση της ιβουπροφαίνης οδηγούν σε μη σωστή χρήση του φαρμάκου από ενήλικες και από παιδιά. Αυτό επεσήμαναν οι ειδικοί σε ενημερωτική εκδήλωση για την ιβουπροφαίνη, διορθώνοντας λάθη δεκαετιών για τη λήψη των μη στεροειδών αντιφλεγμονοδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) και εξηγώντας πώς μπορούμε να κάνουμε ασφαλή χρήση.

Η εκδήλωση έγινε με αφορμή την πραγματοποίηση ενός Expert Forum, στο οποίο συμμετείχαν 16 ειδικοί / experts από 10 διαφορετικές ειδικότητες.

Οι ειδικότητες ήταν Κλινική Φαρμακολογία, Γενική Ιατρική, Παθολογία, Γαστρεντερολογία, Παιδιατρική, Νευρολογία, Γηριατρική, Χειρουργική, Γυναικολογία, Φαρμακευτική.

Ένα αποτελεσματικό φάρμακο

Η ιβουπροφαίνη διανύει τη “χρυσή” της επέτειο, μετά από 50 χρόνια εμπειρίας πάνω στα οφέλη που προσφέρει έναντι του πόνου. Ωστόσο, παρόλο που έχει βρει τη θέση της στην ελληνική οικογένεια, οι περισσότεροι εξακολουθούμε να κάνουμε κάποια λάθη, τα οποία όχι μόνο ακυρώνουν τη χρήση της, αλλά δυνητικά μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην υγεία μας.

Όπως ανέφερε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Κλινικής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος και Αναπαραγωγική Τοξικολόγος, Χρυσάνθη Σαρδέλη: “Να πούμε καταρχάς πότε ένα φάρμακο θεωρείται αποτελεσματικό. Όταν το 50% των ασθενών έχει απόλυτη βελτίωση του πόνου και όταν το 30% έχει ικανοποιητική βελτίωση.

Πότε δεν πρέπει να χορηγείται ιβουπροφαίνη; Σε αλλεργικές αντιδράσεις, σε άσθμα, σε ιστορικό πεπτικού έλκους, σε τάση για αιμορραγία και σε ασθενείς με καρδιαγγειακά προβλήματα. Πέρα από αυτά, υπάρχουν κάποιες παρεξηγήσεις για τα ΜΣΑΦ, που καλό είναι να τις διασαφηνίσουμε”.

Οι λάθος αντιλήψεις για την ιβουπροφαίνη

Σχετικά με τον μεγαλύτερο “αντίπαλο” της ιβουπροφαίνης, την παρακεταμόλη, οι ομιλητές επεσήμαναν ότι είναι δοξασία πως είναι πιο ασφαλής, με βάση τα στοιχεία επιστημονικών μελετών και την κλινική πράξη. Όπως τόνισαν, στο 65% των περιπτώσεων η παρακεταμόλη δεν έχει αποτέλεσμα.

Μια άλλη παρεξήγηση είναι ότι, αν πάρουμε τα ΜΣΑΦ φαγωμένοι, δεν θα έχουμε ανεπιθύμητες ενέργειες από το στομάχι. Αυτό δεν ισχύει, όπως εξήγησε η κα Σαρδέλη.

Το φαγητό επηρεάζει το pH του στομάχου και αν πάρουμε το ΜΣΑΦ με γεμάτο στομάχι, καταλήγουμε να παίρνουμε λιγότερο φάρμακο, καθώς μειώνεται η απορρόφησή του.

“Επίσης τα ΜΣΑΦ δεν χρειάζονται γαστροπροστασία, δηλαδή προβιοτικά και πρεβιοτικά. Αυτά δεν χρειάζονται, γιατί μειώνουν τη δράση του φαρμάκου και αυξάνουν τον κλειστό προϋπολογισμό της υγείας. Επιπλέον η ιβουπροφαίνη έχει τον μικρότερο κίνδυνο για το γαστρεντερικό σύστημα”, επεσήμανε η κα Σαρδέλη.

«Στο δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης δεν δίνουμε ποτέ ιβουπροφαίνη. Ακόμη, το εν λόγω φάρμακο συνιστάται από τους παιδιάτρους για την αντιμετώπιση του παιδιατρικού πυρετού και του πόνου και σήμερα προτιμάται η μονοθεραπεία και όχι η θεραπεία με εναλλάξ χρήση ιβουπροφαίνης και παρακεταμόλης, καθώς με αυτό τον τρόπο μειώνεται η αποτελεσματικότητα. Δίνουμε ιβουπροφαίνη και όταν ο πυρετός δεν πέφτει (συμβαίνει σπάνια), έχει νόημα να δώσουμε μαζί, ταυτόχρονα, ιβουπροφαίνη με παρακεταμόλη», διευκρίνισε η καθηγήτρια.

Ταχεία απορρόφηση

“Η νέα μορφή του φαρμάκου σε υγρή κάψουλα ζελατίνης έχει ταχεία δράση, καθώς φτάνει στο αίμα σε μόλις 6,4 λεπτά. Αυτή η μορφή είναι πέντε φορές πιο ασφαλής και χάρη στην “έξυπνη” τεχνολογία περιέχει 30% παραπάνω ουσία από τις άλλες μορφές”, είπε ο marketing manager της εταιρείας Reckitt, Ανδρέας Μυλωνάς.

“Η ιβουπροφαίνη στη μορφή της υγρής κάψουλας είναι το φάρμακο με τη μεγαλύτερη ασφάλεια και ευελιξία (καλύτερο αποτέλεσμα – ταχύτερη έναρξη δράσης – μικρότερη δοσολογία) στην τρίτη ηλικία και όχι μόνο. Δεν πρέπει, όμως, να χορηγείται για μεγάλο χρονικό διάστημα στα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με πολλαπλά νοσήματα”, διευκρίνισε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Κλινικής Φαρμακολογίας.

Χάρη στη συμβολή των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων στην αντιμετώπιση του καρκινικού πόνου έχει μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των εθισμένων στα οπιοειδή φάρμακα.

“Η ιβουπροφαίνη είναι φάρμακο αποτελεσματικό και ασφαλές, όταν δίνεται σε δόσεις μέχρι 1200mg ημερησίως και παραμένει βασικός πυλώνας στο αναλγητικό οπλοστάσιο, με πολυάριθμες τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές, μελέτες και δεκαετίες κλινικής εμπειρίας”, τόνισε ο γενικός ιατρός Αρίσταρχος Γκόβας.

Και πρόσθεσε: “Όλοι οι συμμετέχοντες στο ExpertForum συμφώνησαν ότι το μέγιστο αναλγητικό αποτέλεσμα δίδεται με τη δόση των 400mg, παρόλο που η ιβουπροφαίνη προτείνεται και χρησιμοποιείται λανθασμένα σε δόσεις των 600mg για οξύ άλγος. Αυτή είναι μία λάθος θεωρία και αντίληψη που θα πρέπει να αλλάξει”.

Διαβάστε επίσης:

Έρπης ζωστήρας: Ποιους απειλεί, πώς προλαμβάνεται

Πόσες αγκαλιές την ημέρα χρειάζεται ένα παιδί;