Καθώς το σχέδιο για την ανοσοποίηση έναντι της Covid-19, με εμβολιασμό, βρίσκεται σε φάση υλοποίησης, ερωτήματα εξακολουθούν να ταλανίζουν το ευρύ κοινό, ενώ μεγάλες προκλήσεις αντιμετωπίζουν επιστήμονες, εταιρείες και κυβερνώντες.

Ο καθηγητής Γενετικής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης Μανώλης Δερμιτζάκης, ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας-Υγιεινής στο ΕΚΠΑ Γκίκας Μαγιορκίνης, ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο London School of Economics Ηλίας Μόσιαλος και ο επικεφαλής του Τμήματος Ανθρωπίνων Ρετροϊών στο Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ Γιώργος Παυλάκης αναδεικνύουν σημαντικά σημεία του κρίσιμου αυτού εγχειρήματος για ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Μανώλης Δερμιτζάκης

Μανώλης Δερμιτζάκης

Απαντήσεις σχετικά με ένα θέμα που απασχολεί έντονα μία μερίδα του πληθυσμού, τις παρεμβάσεις στο γονιδίωμα μέσω του εμβολιασμού, έδωσε ο κ. Δερμιτζάκης, στο πλαίσιο ημερίδας που διοργανώθηκε από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (ΙΣΑ) και τον Παγκύπριο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ), με θέμα τον εμβολιασμό για τον Sars-Cov-2. Ο καθηγητής Γενετικής τόνισε ότι η είσοδος των μορίων mRNA ή DNA  μέσω του εμβολιασμού στο γονιδίωμα,  είναι ελάχιστη έως μηδαμινή και χωρίς επιπτώσεις. «Αξιολογώντας τα επίπεδα ασφάλειας ενός εμβολίου, είτε του DNA  είτε του mRNA, θα πρέπει να το συγκρίνουμε με το τι θα συμβεί σε περίπτωση μόλυνσης. Η μόλυνση στην ουσία χρησιμοποιεί ακριβώς τους ίδιους μηχανισμούς, αλλά είναι πολύ πιο δυσμενής για την εξέλιξη του κυττάρου. Επίσης, στα εμβόλια αυτά η παραγωγή όλων των στοιχείων είναι τοπική (στο μπράτσο και στους λεμφαδένες του χεριού), ενώ η μόλυνση  είναι συστημική, δηλαδή ο ιός μπορεί να εντοπιστεί σε πολλά σημεία του σώματος.  Άρα, την ασφάλεια του εμβολίου, η οποία είναι ήδη πολύ υψηλή -και θεωρητικά και στην πράξη- δεν πρέπει να την βλέπουμε απομονωμένα, αλλά πάντοτε σε σχέση με τις συνέπειες της μόλυνσης, η οποία μπορεί να είναι πολύ βαριά και να οδηγήσει και σε θάνατο», ανέφερε ο καθηγητής .

Ο κ. Δερμιτζάκης σημείωσε ότι ανά έτος εκτιθέμεθα τόσες πολλές φορές σε ιούς, που η έκθεση στο εμβόλιο είναι μηδαμινής σημασίας. «Ουσιαστικά μιλάμε για  τις ίδιες διαδικασίες και επομένως όπως δεν σκεφτόμαστε ένα κοινό κρυολόγημα, δεν θα πρέπει να σκεφτόμαστε την είσοδο του μορίου στο κύτταρο», εξήγησε.

Αναφορικά με την έναρξη του εμβολιασμού, τόνισε ότι όταν οι εμβολιασμοί ξεκινούν σε μία στιγμή που ο ιός κυκλοφορεί πάρα πολύ, όπως συμβαίνει τώρα, υπάρχει η πιθανότητα να προκληθεί μια εξελικτική πίεση στον ιό που κυκλοφορεί και να αντικατασταθεί το ευαίσθητο στο εμβόλιο στέλεχος ή στελέχη με αυτά τα οποία είναι ανθεκτικά. «Εάν καταφέρναμε όλοι μαζί παγκοσμίως να κάναμε ένα πολύ δυνατό lockdown για 3-4 εβδομάδες, επιτυγχάνοντας πολύ σημαντική μείωση των κρουσμάτων, να ξεκινούσαμε τον εμβολιασμό κατά την περίοδο του lockdown και να αντικαθιστούσαμε το μπλοκάρισμα των μεταδόσεων από το τη συμπεριφορά ( lockdown) με το μπλοκάρισμα των μεταδόσεων από το εμβόλιο, τότε θα μειώναμε πάρα πολύ την πιθανότητα να προκύψει ένα τέτοιο ανθεκτικό στέλεχος και θα ήμασταν προστατευμένοι για πολλά περισσότερα χρόνια», υποστήριξε ο καθηγητής.

Γκίκας Μαγιορκίνης

Γκίκας Μαγιορκίνης

Σε σχετικό webinar της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ) κ. Μαγιορκίνης τόνισε ότι και τα δύο εγκεκριμένα στην Ευρώπη εμβόλια (Pfizer, Moderna) είναι ασφαλή και έχουν αποτελεσματικότητα πάνω από 90%. «Αποφεύγω να λέω ακριβή ποσοστά, καθώς έχουν ένα συγκεκριμένο εύρος αξιοπιστίας, το οποίο θα επικυρωθεί με τις τελικές αναλύσεις. Όπως και να ‘χει όμως έχουν πολύ υψηλότερη αποτελεσματικότητα από το 50% που αναμέναμε και που ήταν ο αρχικός στόχος για να θεωρηθούν επιτυχημένα», διευκρίνισε ο καθηγητής.

Αναφερόμενος στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Οξφόρδης, η οποία υπολογίζεται γύρω στο 60-70%, σημείωσε ότι παρότι δεν φαίνεται να είναι τόσο εντυπωσιακή όσο αυτή των εμβολίων mRNA, ξεπερνάει το 50% που αναμενόταν. “Άρα και αυτό το εμβόλιο είναι ασφαλές και αποτελεσματικό”, σημείωσε ο καθηγητής, επισηαίνοντας ότι οι μελέτες για το συγκεκριμένο εμβόλιο είναι οι μοναδικές που έχουν συμπεριλάβει και την ασυμπτωματική φορία.

Όσον αφορά τη συλλογική ανοσία τόνισε ότι αυτή καθορίζεται με βάση τον αριθμό αναπαραγωγής (Rt). «Όσο μεγαλύτερο είναι το  Rt, τόσο μεγαλύτερο είναι και το ποσοστό του πληθυσμού που πρέπει να εμβολιαστεί. Ωστόσο, υπάρχουν μοντέλα που λαμβάνουν υπόψη και άλλους παράγοντες, όπως την υπερμετάδοση. Γνωρίζουμε ότι σε ιούς που υπάρχει υπερμετάδοση το ποσοστό ανοσοποίησης που πρέπει να πετύχουμε είναι αρκετά μικρότερο. Αυτό είναι ένα θετικό στοιχείο, ωστόσο, επειδή η υπερμετάδοση είναι ένα ποσοστό που δεν μπορούμε να μετρήσουμε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πόσο μικρότερο από το ποσοστό 60-70% θα πρέπει να καλύψουμε», εξήγησε ο καθηγητής.

Σύμφωνα με τον κ. Μαγιορκίνη, τα πρώτα αποτελέσματα θα πρέπει να αρχίσουν να γίνονται ορατά όταν καλυφθεί το 50% του πληθυσμού, οπότε και θεωρητικά θα σημειωθεί μια αισθητή πτώση της επιδημικότητας. «Θα πρέπει να ανοσοποιήσουμε τουλάχιστον το 50% για να αρχίσουμε να βλέπουμε κάποια αποτελέσματα. Ωστόσο, για να είμαστε σίγουροι ότι θα σβήσει η επιδημία, θα πρέπει να επιτύχουμε ποσοστά της τάξης του 70%. Διαφορετικά θα έχουμε μείωση στην επιβάρυνση του συστήματος Υγείας, κάτι το οποίο είναι πολύ σημαντικό βέβαια, αλλά η επιδημία θα βρίσκεται σε ενδημικό επίπεδο», υπογράμμισε.

Σχετικά με τις μεταλλάξεις ανέφερε ότι ναι μεν ο ιός είναι RNA, αλλά είναι από τους μεγαλύτερους  του είδους του, έχει πολύ μεγάλο γονιδίωμα και αυτό έχει σημασία στις μεταλλάξεις.  «Όσο μεγαλύτερο είναι το γονιδίωμα ενός ιού, τόσο πιο αργά εξελίσσεται και μεταλλάσσεται. Και όντως, φαίνεται ότι ο ιός δεν κάνει τόσο πολλές μεταλλάξεις. Εξελίσσεται τουλάχιστον τέσσερις φορές πιο αργά από τη γρίπη, ενώ δεν μεταλλάσσεται σημαντικά ώστε να προσαρμοστεί στο ανοσοποιητικό σύστημα», εξήγησε.

Παράλληλα, τόνισε ότι τα μέχρι τώρα στοιχεία δημιουργούν την ελπίδα ότι τουλάχιστον για το φετινό επιδημικό κύμα οι μεταλλάξεις δεν θα εκμηδενίσουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.

«Μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει κάτι δραματικό, κάτι τραγικό. Ακόμη και οι μεταλλάξεις που αναφέρονται στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν φαίνεται να υπερβαίνουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Είμαστε εν αναμονή βέβαια γιατί όλοι οι ιοί μπορεί να μας εκπλήξουν», σημείωσε ο κ. Μαγιορκίνης.

Ηλίας Μόσιαλος

Ηλίας Μόσιαλος

Τα τρία εμβόλια που θα είναι διαθέσιμα τους επόμενους τρεις μήνες σε επίπεδο ΕΕ (Pfizer, Moderna, AstraZeneca), δεν θα είναι επαρκή εκτίμησε ο κ. Μόσιαλος. «Θα χρειαστούμε μάλλον πολλά περισσότερα για να καλύψουμε τον πληθυσμό του πλανήτη, όχι μόνο για το 2021 αλλά και για τα επόμενα χρόνια. Σε επίπεδο προμηθειών, αυτό που ξέρουμε με βάση τα μέχρι τέλος Δεκέμβρη διαθέσιμα στοιχεία, είναι ότι υπάρχουν προμήθειες, συνολικά -από περισσότερες από 130 χώρες αλλά και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας- που αντιστοιχούν στα 3,76 δισ. του πληθυσμού. Αυτό είναι περίπου το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού», ανέφερε ο καθηγητής κατά τη διάρκεια της ημερίδας των ΙΣΑ – ΠΙΣ.

Ο ίδιος σημείωσε η ότι παραγωγική δυνατότητα αντιστοιχεί σε 6 δις. από τα 7,6 δις. του παγκόσμιου πληθυσμού, εάν βεβαίως οι παραγγελίες που έχουν γίνει από 13 εταιρείες, που αυτή τη στιγμή έχουν εμβόλια στην τελική φάση των κλινικών δοκιμών, είναι πετυχημένες. «Αν έχουμε αποτυχίες, και μάλλον θα έχουμε, είναι εξαιρετικά απίθανο, εντός του 2021 να είμαστε σε θέση να καλύψουμε άνω του 40%  αυτών που θα έπρεπε να εμβολιαστούν από το σύνολο του πληθυσμού σε παγκόσμιο επίπεδο», υπογράμμισε, σημειώνοντας ότι η πανδημία δεν θα αντιμετωπιστεί εντός του 2021, αλλά εντός του 2022, με την προϋπόθεση ότι θα έχουμε τότε επαρκείς ποσότητες εμβολίων και θα αυξηθεί η παραγωγική δυνατότητα. «Εδώ μεγάλη συμβολή θα έχει η παραγωγική δυνατότητα της Ινδίας, καθώς το 80% της παγκόσμιας παραγωγής εμβολίων γίνεται σε αυτή τη χώρα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα μηνύματα θα είναι πολύ καλύτερα στο τέλος καλοκαιριού, όχι όμως σε παγκόσμιο», διευκρίνισε. Το πρόβλημα θα το έχουν οι αναπτυσσόμενες χώρες, κάτι που όπως τόνισε ο καθηγητής είναι σημαντικό γιατί η πανδημία πρέπει να αντιμετωπιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αισιόδοξος εμφανίστηκε σχετικά με την ανταπόκριση του πληθυσμού στο κάλεσμα για εμβολιασμό στην Ελλάδα, “Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το 55% θα δεχθούν να κάνουν το εμβόλιο, το 15% αρνούνται, και το υπόλοιπο ποσοστό θα περιμένουν να δουν τι γίνεται πριν αποφασίσουν. Πιστεύω ότι όσο περνάει ο καιρός και όσο βλέπουν οι πολίτες ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή και αποτελεσματικά, οι «ενδιάμεσοι» θα ενσωματώνονται σε αυτούς που θα θέλουν να κάνουν το εμβόλιο και το ποσοστό των αρνητών θα μειώνεται σταδιακά. Προσωπικά δεν έχω αγωνία για το κατά πόσο θα υπάρχει συμμετοχή στους εμβολιασμούς, αλλά για το κατά πόσο θα έχουμε επαρκείς ποσότητες εμβολίων», υπογράμμισε ο καθηγητής.

Ο Δρ Γιώργος Παυλάκης

Γιώργος Παυλάκης

Ο εμβολιασμός είναι μονόδρομος για την αντιμετώπιση της πανδημίας τόνισε ο κ. Παυλάκης, στο πλαίσιο του webinar της ΕΠΕ, καλώντας όλους να εμβολιαστούν όσο πιο γρήγορα γίνεται. Ειδική αναφορά έκανε στους νοσοκομειακούς, σημειώνοντας ότι η “άλωση” των νοσοκομείων από την πανδημία μπορεί να είναι καταστροφική. «Η άλωση μπορεί να γίνει με μολύνσεις του προσωπικού, αλλά επίσης και με το τσουνάμι μολύνσεων που θα απευθυνθούν την ίδια στιγμή στα νοσοκομεία. Οπότε, οι ασθενείς, ακόμη κι αν δεν είναι ασθενείς από κορονοϊό, αυτοί που έχουν ανάγκη περίθαλψης για οποιονδήποτε λόγο, μπορεί να υποφέρουν ή να πεθάνουν αν βρεθούν μέσα σε αυτό το τσουνάμι. Τα εμβόλια είναι εδώ, είναι ασφαλή, πρέπει να τα κάνουμε όλοι. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος», σημείωσε προσθέτοντας: «Ο κορονοϊός ανέδειξε αλήθειες που ξεχνάμε, για τη συμπεριφορά μας, για το ποιοι είμαστε αλλά και για το ότι ο μοντέρνος κόσμος και ο τρόπος ζωής μας βασίζεται απόλυτα στα εμβόλια”.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Παυλάκης, ανέδειξε τη σημασία του συγχρονισμού των εμβολιασμών μεταξύ του πληθυσμού, έτσι ώστε να συμπέφτει η περίοδος ανοσίας, τονίζοντας ότι το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχουν πολλά εμβόλια, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

«Ας ελπίσουμε ότι η παραγωγή θα αυξηθεί με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς απ’ ό,τι έχουμε συνηθίσει. Αυτό μπορεί να γίνει, αν βάλουν όλοι τα δυνατά τους. Αλλά θα πρέπει να δαπανηθούν πολύ μεγάλα ποσά και πολλή ενέργεια που θα στερηθούν από άλλους τομείς», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά στην Ελλάδα, σημείωσε ότι αν δεν προστεθούν καινούρια εμβόλια πολύ γρήγορα, τα εμβόλια που αντιστοιχούν στη χώρα θα είναι περίπου 10 εκατ. δόσεις και ακόμα και την άνοιξη μπορεί να υπάρξει τεράστια έλλειψη που θα επιφέρει καθυστερήσεις στους εμβολιασμούς.