Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πρόεδρος της Τουρκίας, συναντήθηκε με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν στο θέρετρο του Σότσι στη Μαύρη Θάλασσα την Τρίτη. Το θέμα της επείγουσας αυτής συνάντησης κορυφής ήταν η Συρία – ή το πώς η κάθε πλευρά μπορεί να επωφεληθεί από την αναταραχή που ξέσπασε από την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει αμερικανικά στρατεύματα από τα βορειοανατολικά της χώρας, επιτρέποντας μια τουρκική εισβολή δύο εβδομάδες νωρίτερα.

Μια αμερικανική αντιπροσωπεία στην Άγκυρα υπό την ηγεσία του αντιπροέδρου Μάικ Πενς εν συνεχεία ενέκρινε μια τουρκική «ασφαλή ζώνη» στη βόρεια Συρία – μία γραμμή προστασίας που ο Ερντογάν ήθελε από καιρό νοτίως των συνόρων της Τουρκίας. Σε αντάλλαγμα, η Ουάσιγκτον υποσχέθηκε να πείσει τους συμμάχους Κούρδους της Συρίας τους οποίους ο Τραμπ μόλις είχε εγκαταλείψει να αποσύρουν τους μαχητές τους. Οι Κούρδοι ήταν η δύναμη πυρός στην επιτυχημένη εκστρατεία εναντίον του χαλιφάτου του Ισλαμικού Κράτους, αλλά θεωρούνται από την Άγκυρα ως απειλή λόγω των σχέσεών τους με τους Τουρκοκούρδους αυτονομιστές του ΡΚΚ.

Όπως ανέφεραν όλοι, εκτός από τον Τραμπ – ο οποίος αποκάλεσε το δικό του σχέδιο «στρατηγικά λαμπρό» – οι ΗΠΑ δεν ήταν σε θέση να κάνουν πολύ περισσότερα από το να παρατηρούν. Ήταν η Μόσχα που διαπραγματεύτηκε πραγματικά την απόσυρση των παραστρατιωτικών παρατάξεων των Κούρδων της Συρίας, των Λαϊκών Δυνάμεων Προστασίας (YPG).

Η κοινή λογική για την τελευταία εξέλιξη στον πόλεμο της Συρίας, που μαίνεται εδώ και περισσότερα από οκτώ χρόνια, λέει ότι ο Ερντογάν πήρε όλα όσα ήθελε, ενώ ο Τραμπ παρέδωσε τα πάντα. Το δεύτερο μέρος είναι αλήθεια, αλλά μόνο τώρα θα είναι σταδιακά εφικτός ο υπολογισμός της πραγματικής αξίας του απροσδόκητου οφέλους της Τουρκίας. Γιατί η αλήθεια είναι ότι ο Ερντογάν έχει γίνει ολοένα και περισσότερο αφοσιωμένος στον Πούτιν.

Η σύσκεψη του Σότσι έλαβε χώρα μόνο λίγες ώρες πριν από την εκπνοή της πενθήμερης εκεχειρίας στην επίθεση της Τουρκίας στη βορειοανατολική Συρία κατά του YPG. Καθώς η Άγκυρα επέμενε ότι θα επαναλάβει την επίθεση της, εκτός κι αν οι Κούρδοι εκκένωναν την καθορισμένη ζώνη ασφαλείας, αυτή θα ήταν μια απόφαση για τους Ρώσους, όχι για τους Αμερικανούς (και πολύ λιγότερο για τους Γάλλους και Βρετανούς συμμάχους στη Συρία, τους οποίους ο Τραμπ δε συμβουλεύτηκε).

Τα αμερικανικά στρατεύματα που αναχωρούσαν από την ανατολική Συρία δέχθηκαν επίθεση με σάπια φρούτα και πέτρες. Ενισχύοντας την ταλαιπωρία τους, το Ιράκ, όπου υπάρχουν πάνω από 5.000 Αμερικανοί στρατιώτες που βοηθούν στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους, δήλωσε στην Ουάσινγκτον ότι αυτό το νέο σώμα δεν ήταν ευπρόσδεκτο και δεν είχε άδεια να παραμείνει εκεί.

Δεν έχουν τέλος οι λανθασμένες κινήσεις των ΗΠΑ και της Δύσης μετά την εισβολή του 2003 στο Ιράκ, που ανέτρεψε μια επισφαλή μεν περιφερειακή ισορροπία, η οποία όμως κρατούσε για αιώνες. Η Ρωσία, η οποία μαζί με το Ιράν γλίτωσε τη δικτατορία του Μπασάρ αλ-Άσαντ στη Συρία από το να υποκύψει σε μια εξέγερση των πλειοψηφούντων Σουνιτών, είναι η νικήτρια. Η Τουρκία, ο κύριος εξωτερικός υποστηρικτής της εξέγερσης εναντίον των Άσαντ, είναι στην καλύτερη περίπτωση στη μέση.

Ήταν η Μόσχα που βρήκε ένα είδος λύσης για τους Κούρδους της Συρίας που πρόδωσαν οι ΗΠΑ. Διαπραγματεύτηκε μία συμφωνία μεταξύ του καθεστώτος Άσαντ και του YPG που ήλεγχε το ένα τέταρτο της Συρίας. Η Ρωσία βοήθησε τις δυνάμεις του Άσαντ να προχωρήσουν σε βορειοδυτικές περιοχές που γειτνιάζουν με δύο θύλακες που η Τουρκία ελέγχει ήδη, ως αποτέλεσμα των εισβολών του 2016 και του 2018 που είχαν λάβει πράσινο φως από τη Ρωσία.

Αυτές περιλαμβάνουν τη Μανμπίτζ, όπου το ρωσικό βίντεο μιας βιαστικά εγκαταλελειμμένης αμερικανικής βάσης έγινε viral, και το Κομπάνι, τη συνοριακή πόλη της οποίας η επική αντίσταση εναντίον του Ισλαμικού Κράτους από τοYPG, με αεροπορική κάλυψη από τις ΗΠΑ, το 2014-15 έδωσε στους Κούρδους της Συρίας την πρόσκαιρη θέση τους στον δυτικό ήλιο.

Επομένως, ναι, η αποχώρηση του Τραμπ από τη βορειοανατολική Συρία έδωσε, προς το παρόν, στον Ερντογάν αυτό που ήθελε: μια επέκταση των συνόρων της Τουρκίας προς τον νότο σε μια συριακή ζώνη ασφαλείας. Αυτό όμως τον άφησε πιο ευάλωτο στον Πούτιν, ο οποίος εργάζεται σκληρά για να διαχωρίσει το μέλος του ΝΑΤΟ από τους δυτικούς συμμάχους του. Αυτό φαίνεται να αποδίδει.

Ο Ερντογάν έχει τη σπάνια ικανότητα να ενώνει το Κογκρέσο των ΗΠΑ με αμφίπλευρη εχθρότητα εναντίον του, ό, τι κι αν συμβαίνει στις τηλεφωνικές του συνομιλίες με τον Τραμπ. Αν η Άγκυρα ξαναρχίσει την επίθεσή της στους Κούρδους της Συρίας, το Κογκρέσο θα ενισχύσει τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας και ένας Λευκός Οίκος υπό πολιορκία πιθανότατα θα ακολουθήσει. Η ευάλωτη θέση της Τουρκίας απέναντι στη Ρωσία απορρέει από τη διαλυμένη της πολιτική για τη Συρία, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο των διαξιφισμών της με τις ΗΠΑ. Αυτό είναι ένα τοξικό κοκτέιλ.

Τώρα, καθώς οι υποστηριζόμενες από τη Ρωσία δυνάμεις του Άσαντ επανέρχονται στη βόρεια Συρία μετά από ένα χάσμα μεγαλύτερο των επτά ετών, η απουσία των ΗΠΑ δεν είναι ακριβώς πλεονέκτημα για την Τουρκία. Είναι αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα για τον Πούτιν, αντίθετα, να έχει την στρατιωτική του αστυνομία να περιπολεί σε σύνορα του ΝΑΤΟ.

Ο Άσαντ, σε μια επίσκεψη στις πρώτες γραμμές της Ιντλίμπ, του τελευταίου προπυργίου των ανταρτών στη βορειοδυτική Συρία, αποκάλεσε τον Ερντογάν «κλέφτη». Ο Τούρκος πρόεδρος, από την πλευρά του, χαρακτηρίζει εδώ και πολύ καιρό τον Άσαντ «χασάπη». Ο Πούτιν έχει δύσκολο έργο εδώ αν θέλει να συμφιλιωθούν κάπως οι δύο ηγέτες, με τους στρατούς τους να προελαύνουν ο ένας προς τον άλλον.

Θα ήξερε, ωστόσο, ότι, με την εν μέρει εξαίρεση των Ιρανών, κάθε ηγέτης στη Μέση Ανατολή μπορεί να κάνει πλήρη στροφή. Και μετά το «στρατηγικά λαμπρό» φιάσκο του Τραμπ, φαίνεται πεπεισμένος ότι οι Άραβες ηγέτες θα πάρουν και πάλι στα σοβαρά τη Ρωσία.


© The Financial Times Limited 2024. All Rights Reserved. Not to be redistributed, copied or modified in any way.
mononews.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation.