Η εταιρεία Princess Yachts, με έδρα το Plymouth, συνδυάζει τη βρετανική ναυτική παράδοση με την πολυτέλεια της χειροποίητης κατασκευής, με κόστος που ανέρχεται σε μερικά εκατομμύρια.

Αν φύγει κανείς με σκάφος από τον κόλπο Stonehouse Creek στο Plymouth και περάσει το Devil’s Point και το Drake’s Island, θα βρεθεί σύντομα αντιμέτωπος με το μεγάλο σουέλ της Μάγχης. Αυτό ακριβώς κάνει η Princess Yachts για να δοκιμάσει στη θάλασσα τα 200 πολυτελή μηχανοκίνητα σκάφη της, που φτάνουν σε τιμή τα 12 εκατομμύρια στερλίνες (περί τα 14,36 εκατ. ευρώ), τα οποία κατασκευάζει κάθε χρόνο.

1

Πολλά από αυτά τα σκάφη προορίζονται για τα πιο ήρεμα νερά της Μεσογείου και της Καραϊβικής, αλλά η αντοχή τους στη θάλασσα αποτελεί μέρος της γοητείας τους, μαζί με το βρετανικό χειροποίητο εσωτερικό. «Μεγαλώσαμε αντιμέτωποι με τα ταραγμένα νερά», λέει ο Will Green, διευθύνων σύμβουλος της Princess Yachts, η οποία ιδρύθηκε το 1965 σε ένα νοικιασμένο υπόστεγο που εξακολουθεί να βρίσκεται απέναντι από τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας, δίπλα στον όρμο.

Η Princess Yachts και η ανταγωνιστική Sunseeker International, με έδρα το Poole, ηγούνται της βρετανικής βιομηχανίας superyacht. Μαζί με ιταλικές εταιρείες όπως οι Ferretti και Azimut, συγκαταλέγονται στους μεγάλους κατασκευαστές. Τα σκάφη τους είναι εξαιρετικά ακριβά, αλλά παραμένουν οικονομικότερα από την επιλογή ενός custom-built megayacht για δισεκατομμυριούχους από ναυπηγεία όπως της γερμανικής Lürssen, το κόστος του οποίου ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια ευρώ.

Η ίδια η Princess Yachts πέρασε από «ταραγμένα νερά» τα τελευταία χρόνια. Η πανδημία, αρχικά, λειτούργησε ευνοϊκά για την επιχείρηση, καθώς οι εύποροι ταξιδιώτες που αγοράζουν τα σκάφη της έσπευσαν να αποκτήσουν ιδιωτικότητα και ασφάλεια για τις οικογένειές τους στη θάλασσα. Ωστόσο, η επακόλουθη αναστάτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα ήταν καταστροφική: τα κόστη αυξήθηκαν δραματικά και η παραγωγή διακόπηκε λόγω καθυστερήσεων στις παραδόσεις εξαρτημάτων, όπως οι κινητήρες.

Η εταιρεία ενέγραψε ζημιές ύψους £61 εκατ. με έσοδα £315 εκατ. το 2022 και αναζήτησε οικονομική ενίσχυση.

Ως αποτέλεσμα, ο έλεγχος της εταιρείας πέρασε από την L Catterton, το επενδυτικό ταμείο που υποστηρίζεται από τον όμιλο LVMH και είχε στην κατοχή της την εταιρεία από το 2008, στην εταιρεία ιδιωτικών κεφαλαίων KPS Capital Partners. Η KPS επένδυσε στην εταιρεία κεφάλαια ύψους £53,7 εκατ. και, σύμφωνα με τον Will Green, η Princess Yachts θα ισοσκελίσει τον ισολογισμό της φέτος, έχοντας κόψει περίπου 40 θέσεις εργασίας, και θα παρουσιάσει «ένα πολύ λογικό» επίπεδο κερδοφορίας το 2025.

Η Princess Yachts απασχολεί 2.700 άτομα και διαθέτει πέντε εγκαταστάσεις κατασκευής και συναρμολόγησης. Τα σκάφη της είναι μεγάλα, αλλά τίποτα δεν μπορεί να προετοιμάσει κάποιον για το εύρος της δραστηριότητας που λαμβάνει χώρα στο εσωτερικό. Δεν πρόκειται για μια γραμμή συναρμολόγησης αυτοκινήτων, όπου τη δουλειά την κάνουν τα ρομπότ. Τα σκάφη αυτά κατασκευάζονται χειροποίητα, σαν γιγαντιαία τρισδιάστατα παζλ.

Εκτός από μονάδες κλιματισμού, κινητήρες και γεννήτριες, η Princess Yachts κατασκευάζει σχεδόν όλα τα μέρη των σκαφών της μόνη της. Ακολουθεί καθετοποιημένη στρατηγική, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο διαθέτει λιγότερους προμηθευτές θαλάσσιων εξαρτημάτων απ’ ό,τι για παράδειγμα η Ιταλία, ενώ το Plymouth είναι αρκετά απομονωμένο. Η εταιρεία λέει, μάλιστα, χαριτολογώντας ότι είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής επίπλων στη Βρετανία, καθώς απασχολεί πολλούς ξυλουργούς, μεταλλουργούς και κατασκευαστές γάστρας.

«Από τη μία μπαίνουν κουβάδες με ρητίνη και κόντρα πλακέ και από την άλλη βγαίνουν πανέμορφα σκάφη», σχολιάζει ο Green.

Το είδα με τα ίδια μου τα μάτια, σημειώνει ο αρθρογράφος των Financial Times, περπατώντας μέσα στο εργοστάσιο, όπου γίνεται η επεξεργασία του ξύλου για να δημιουργηθούν έπιπλα, από κρεβάτια έως ντουλάπια τηλεοράσεων.

Τα επιμέρους τμήματα του σκάφους μεταφέρονται σε εγκαταστάσεις σε άλλο σημείο της πόλης, με τις μεγαλύτερες γάστρες να συνοδεύονται ορισμένες φορές από αστυνομική συνοδεία, και συναρμολογούνται σε τοποθεσίες όπως η ναυτική βάση του Devonport. Το πιο επιτυχημένο μοντέλο της Princess Yachts τα τελευταία χρόνια είναι ένα τρίπατο σκάφος μήκους 80 ποδών (24,4 μέτρων), με αρχική τιμή £6 εκατ. (7,18 εκατ. ευρώ). Ο προαιρετικός εξοπλισμός, όπως ειδικά φινιρίσματα ξύλου και εξατομικευμένες λεπτομέρειες, μπορούν να αυξήσουν το κόστος 10%-15%.

Ένα superyacht αποτελεί μια καθαρά διακριτική δαπάνη. «Κανείς δεν αγοράζει κάποιο από τα σκάφη μας επειδή το έχει ανάγκη. Είναι μια απόφαση που βασίζεται στο συναίσθημα», εξηγεί ο Green.

Princess Yachts

Πολλοί αγοραστές είναι επιχειρηματίες, αρκετοί από τους οποίους κατέχουν ήδη ένα σκάφος της Princess Yachts και θέλουν να περάσουν σε κάτι καλύτερο. Το 50% των πωλήσεων προέρχεται από χώρες της Μεσογείου, το 35% από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο αντιπροσωπεύει μόλις το 5%.

Ωστόσο, το Plymouth είναι αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητας της Princess Yachts. Για έναν εξωτερικό παρατηρητή, όλα τα γιοτ στις μαρίνες μοιάζουν παρόμοια, αλλά οι πιστοί πελάτες έχουν ξεκάθαρες προτιμήσεις. Η Princess είναι γνωστή ως μια κλασική βρετανική μάρκα, ενώ η Sunseeker θεωρείται πιο σπορ και έχει περισσότερους διάσημους ιδιοκτήτες, όπως οδηγούς της Formula 1. «Μας αρέσει να είμαστε κλασικοί και διαχρονικοί, [αλλά] δεν θέλουμε να μας βλέπουν σαν το σκάφος του παππού σας», λέει ο Green.

Η Princess Yachts έχει μεγάλη σημασία και για το Plymouth, μια πόλη με ναυτική ιστορία που ανάγεται τόσο παλιά όσο ο Sir Francis Drake. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες του ιδιωτικού τομέα στην πόλη, ενώ φέτος δέχθηκε 600 αιτήσεις για 20 θέσεις μαθητείας. Η ναυπήγηση πολεμικών πλοίων σταμάτησε στο Devonport το 1968, τρία χρόνια μετά την ίδρυση της Princess, αλλά τα γιοτ της συνέβαλαν στο να καλυφθεί το κενό.

Το μέλλον της εταιρείας δεν είναι δεδομένο. Η βιομηχανία των superyacht χαρακτηρίζεται από αστάθεια και έντονο ανταγωνισμό. Η Sunseeker παραδέχθηκε ότι είχε μείνει πίσω σε σύγκριση με τους Ιταλούς ανταγωνιστές της, γεγονός που οδήγησε στην πρόσφατη εξαγορά της από τη Lionheart Capital των ΗΠΑ και την Orienta Capital Partners της Ιταλίας. Παρ’ όλα αυτά, η Princess φαίνεται πλέον να πλέει σε πιο ήρεμα νερά.

Διαβάστε επίσης:

Ιce Bear: Το πολυτελές γιοτ του δισεκατομμυριούχου Walter Scott Jr. βγαίνει σε δημοπρασία


© The Financial Times Limited 2024. All Rights Reserved. Not to be redistributed, copied or modified in any way.
mononews.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation.