Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να καταλάβει ο Λίο Πέρι ότι κάτι πολύ ύποπτο συνέβαινε στη Wirecard. «Αυτό που ήταν πραγματικά περίεργο ήταν το πόσο καλά τεκμηριωμένη ήταν», λέει ο κ. Πέρι, από τους διαχειριστές του fund Ennismore Fund Management.

Αυτό που δεν περίμενε όμως ήταν ότι θα έπρεπε να περάσουν έξι χρόνια για να αρχίσει να το καταλαβαίνει και ο υπόλοιπος κόσμος ή ότι μπορεί μεν να δικαιωνόταν θεαματικά, αλλά να έβγαζε ελάχιστα από τη δουλειά του.

Καθώς η Wirecard μεταμορφωνόταν από χρηματιστηριακό παράδοξο σε έναν όμιλο χρηματοοικονομικής τεχνολογίας με κεφαλαιοποίηση μεγαλύτερη ακόμη και από της Deutsche Bank, χρειάστηκε επανειλημμένα να παρακάμψει διάφορα ερωτηματικά και να αντιπαλέψει τους επικριτές της.

Όμως, με την εταιρεία να είναι πλέον αφερέγγυα, μετά τα περί απάτης ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ, η εμπειρία του κ. Πέρι εγείρει το ερώτημα πώς, και γιατί, υπήρξαν τόσο πολλοί άνθρωποι που κατάφεραν να εκλογικεύσουν τις προφανείς, για εκείνον, ενδείξεις παρατυπιών.

«Είχαμε υποτιμήσει την ικανότητα των ανθρώπων να βλέπουν μόνο αυτό που θέλουν», υπογράμμισε ο κ. Πέρι την πρώτη φορά που μίλησε δημοσίως για τη μακροχρόνια νέμεσή του, αναφερόμενος στους τραπεζίτες, τους επενδυτές της Wirecard, αλλά και τις ρυθμιστικές Αρχές.

Στην πρώτη μας συνάντηση, τον Σεπτέμβριο του 2014, ο κ. Πέρι είχε κάνει ένα γρήγορο «τσεκ» για την επέκταση της Wirecard στην Ασία και αυτά που είχε δει δεν «κόλλαγαν».

Ο μειλίχιος, 42χρονος κ. Πέρι έχει τη συνήθεια να γελάει μόνος του καθώς εξηγεί τις πιο παράλογες λεπτομέρειες της αδικαιολόγητης λογιστικής που εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Wirecard αλλά και των ύποπτων εξαγορών της. «Εάν οι συναλλαγές αυτές ήταν απάτη, είναι μακράν η καλύτερη τεκμηριωμένη απάτη που έχουμε συναντήσει ποτέ», λέει χαρακτηριστικά.

Για τον έξω κόσμο όμως, οι ίδιες ακριβώς εξαγορές, που ξεκίνησαν το 2010, ήταν εκείνες που μετέτρεψαν την Wirecard από μία μεσαία εταιρεία διεκπεραίωσης πληρωμών σε ένα προάστιο του Μονάχου σε επιχείρηση παγκόσμιας εμβέλειας.

Η Ennismore στοιχημάτισε για πρώτη φορά εναντίον της Wirecard το 2008, όταν ο κ. Πέρι ήταν ακόμα «μαθητευόμενος» επενδυτής. Είχε ενταχθεί στο δυναμικό της Ennismore το 2001, έχοντας προϋπηρεσία στο back office επενδυτικών τραπεζών, με παρόμοιο ρόλο και στο fund: να κρατά σε σειρά τα βιβλία. Η εκπαίδευση, λέει ο ίδιος, ήταν του στυλ: «Εδώ είναι μερικά βιβλία για να διαβάσεις. Έτσι δουλεύει το πράγμα. Έλα να μας μιλήσεις όποτε θες».

Το 2008 οι λογιστικές πρακτικές της Wirecard βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας ένωσης Γερμανών επενδυτών. Όμως, η Wirecard προσέλαβε τότε την ελεγκτική EY από τις «Big Four», η οποία τα έβγαλε όλα καθαρά και οι γερμανικές Αρχές άσκησαν δίωξη σε βάρος δύο ατόμων από την ένωση των επενδυτών για χειραγώγηση της αγοράς.

Το 2014, όταν πλέον είχε φτάσει να είναι ένας από τους τρεις κορυφαίους επενδυτές του fund του 1 δισ. δολαρίων, ο κ. Πέρι είχε ήδη στο ενεργητικό του δύο επιτυχημένες «βολές» κατά εταιρειών που είχαν βρεθεί στην κορυφή της Aim, μια χαλαρά ρυθμισμένης γωνιάς του χρηματιστηρίου του Λονδίνου: της διαδικτυακής εταιρείας γνωριμιών Cupid και της ελληνικής Velti, δύο περιπτώσεων που «έσκασαν» με πάταγο ως φούσκες.

Ως short seller, ο οποίος πουλά μετοχές που έχει δανειστεί με την προσδοκία ότι η τιμή τους θα πέσει, ο κ. Πέρι λέει: «Μπορείς να συγκεντρώσεις πολύ πιο συγκεκριμένα στοιχεία από ό,τι θα είχες ποτέ στη long πλευρά της αγοράς. Μπορεί να βρεις κάτι που να έρχεται σε αντίθεση με αυτά που έχει πει η διοίκηση ή που έχουν προκύψει από έλεγχο στοιχείων».

Ο ίδιος αποφάσισε να ξαναρίξει μια ματιά στη Wirecard μετά από παρότρυνση του Νταν Γιου, του short seller πίσω από την Gotham City Research. Η υποψία του κ. Γιου ήταν ότι η Wirecard διεκπεραίωνε πληρωμές για προβληματικούς, νομικά,  τομείς του διαδικτυακού εμπορίου, όπως τα τυχερά παιχνίδια, αλλά ο κ. Πέρι δεν είχε πειστεί ότι αυτός ήταν λόγος για να τη «σορτάρει». «Το βλέπεις αυτό με ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν ξεπλύνει τεράστια χρηματικά ποσά χωρίς όμως αυτό να αποδειχθεί μοιραίο για εκείνες», εξηγεί.

Αντ’ αυτού, κοίταξε τις οικονομικές καταστάσεις. «Ήταν μια προφανής απάτη», λέει, εξηγώντας: «Στην περίπτωσή τους, ήταν κυρίως πράγματα που είχαν εξαγοράσει και οι αριθμοί δεν “έδεναν”: αυτό που απέκτησαν δεν άξιζε πάρα πολύ».

Η έρευνα του κ. Πέρι προηγήθηκε μιας σειράς άρθρων που τελικά δημοσιεύθηκαν στη στήλη FT Alphaville το 2015, τα οποία έθεταν ερωτήματα σχετικά με τις λογιστικές πρακτικές της εταιρείας.

Γνώριζε ότι θα ήταν δύσκολο να πάρει short θέση στη Γερμανία. Οι συνάδελφοί του στα αμερικανικά hedge funds τον προειδοποίησαν ότι δεν θα στοιχημάτιζαν ξανά κατά γερμανικών μετοχών μετά το market squeeze που επετράπη να αναπτυχθεί κάνοντας προσωρινά την αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen την εταιρεία με τη μεγαλύτερη αξία στον κόσμο το 2008.

Παρ’ όλα αυτά, ο κ. Πέρι λέει πως «για τα πρώτα δύο χρόνια τουλάχιστον, δύο ή τρία χρόνια, μας προκαλούσε σταθερά έκπληξη το γεγονός του πόσο εσκεμμένα εθελοτυφλούσαν οι άνθρωποι».

Το 2015 η Wirecard ανακοίνωσε ότι θα εξαγόραζε ορισμένες ινδικές εταιρείες πληρωμών για 340 εκατομμύρια ευρώ. Αλλά ανατρέχοντας σε ανακοινώσεις στο ινδικό χρηματιστήριο, ένας διαχειριστής hedge fund της Καλιφόρνιας, ο Εντουάρντο Μάρκες της Valiant Capital, ξετρύπωσε περίεργες λεπτομέρειες. Όπως την εμπλοκή μιας οντότητας του Μαυρίκιου που φαινόταν να έχει βγάλει σχεδόν 300 εκατομμύρια ευρώ από τη συμφωνία.

Ως απάντηση, η Wirecard επιστράτευσε στο πλευρό της κορυφαίους δικηγόρους και λογιστές.

Ανέφερε ότι το fund του Μαυρίκιου ήταν μια εταιρεία private equity η οποία απέφευγε τη δημοσιότητα, την οποία συμβούλευε η Linklaters και ότι το εκτενές due diligence για το deal έκαναν οι Osborne Clarke και Baker Tilly.

Η Wirecard κατάφερε επίσης να δαιμονοποιήσει τους επικριτές της όταν χτυπήθηκε από μια έκθεση short seller τον Φεβρουάριο του 2016, η οποία επικεντρωνόταν σε θέματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ο Μάθιου Ερλ και ο Φρέιζερ Πέρινγκ, που αργότερα αναγνωρίστηκαν ως συντάκτες της έκθεσης, πέρασαν από… κόσκινο από τις γερμανικές Αρχές προκειμένου να διαπιστωθεί αν συμμετείχαν σε υπόθεση χειραγώγησης της αγοράς – κατηγορίες που τελικά εξέπεσαν.

Μετά από αυτό, σύμφωνα με τον κ. Πέρι, η Wirecard απέκτησε ουσιαστικά… ανοσία απέναντι στους επικριτές της, που εκλαμβάνονταν είτε ως χειραγωγοί είτε ως συνεργοί τους. Το 2017 η τιμή της μετοχής διπλασιάστηκε, αναγκάζοντας πολλά hedge funds να εγκαταλείψουν τα στοιχήματά τους.

Ο κ. Πέρι επέμεινε. Πέρασε ένα καλοκαίρι κάνοντας έρευνα σε γερμανικές εταιρείες λιανικής πώλησης, καθώς τα δημοσιευμένα στοιχεία της Wirecard έδειχναν ότι είχε τεράστιο μερίδιο αγοράς στον συγκεκριμένο κλάδο. Τα αποτελέσματά του έδειχναν ότι αυτό δεν ίσχυε. «Υπολογίσαμε ένα πολύ χαμηλό μονοψήφιο [ποσοστό] πηγαίνοντας στις εταιρείες λιανικής και ρωτώντας απλώς ή κοιτώντας τον πηγαίο κώδικα των ιστότοπών τους», λέει.

Ο κ. Μάρκες της Valiant χαρακτηρίζει τη Wirecard «τον πιο τρομερό αντίπαλο που έχω αντιμετωπίσει ποτέ». Πέρυσι έγραψε μια παρουσίαση που συνοψίζει την έρευνά του, με τίτλο «Wirecard – εκεί όπου οι short sellers πηγαίνουν για να βγουν στη σύνταξη». Προέτρεπε τους επενδυτές να μην επικεντρωθούν στους αριθμούς που αναφέρονταν στα δημοσιεύματα των FT περί πλαστών συμβολαίων στα γραφεία της Wirecard στη Σιγκαπούρη, αλλά στις πρακτικές που έρχονταν στο φως μέσα από την υπόθεση.

«Μόλις μια εταιρεία φτάσει να βγάζει εκατό εκατομμύρια, μπορεί να κερδίσει ένα δισεκατομμύριο μόνο και μόνο με μία κίνηση – δεν είναι παρά ένα μηδέν σε ένα κατασκευασμένο έγγραφο», τονίζει ο κ. Πέρι. «Οπότε είναι πολύ εύκολο να το κάνεις και στα χαρτιά κάνει την εταιρεία να αξίζει δέκα φορές περισσότερο», συμπληρώνει.

Μέχρι τη στιγμή που η Wirecard κατέρρευσε τον περασμένο μήνα, παραδεχόμενη ότι πιθανώς έλειπαν από το ταμείο 1,9 δισ. ευρώ, αλλά και περιουσιακά στοιχεία άγνωστης αξίας.

Άφησε δε ένα μεγάλο ερωτηματικό για την EY, την ελεγκτική εταιρεία που επέβλεπε τα βιβλία της Wirecard την τελευταία δεκαετία και η οποία είπε ότι εξαπατήθηκε από μια «περίτεχνη και προχωρημένη απάτη».

«Το μόνο που πρέπει να κάνει ένας ελεγκτής είναι να επαληθεύσει το ισοζύγιο των ταμειακών ροών και, αν δεν το έκανε ούτε αυτό, είναι δύσκολο να τους λυπηθεί κανείς», τονίζει ο κ. Πέρι.

Ωστόσο, δεν μπορούσε να πιστέψει την τύχη του όταν, ακόμη και μετά από την αποκάλυψη της «μαύρης τρύπας» στο ταμείο, ορισμένες επενδυτικές τράπεζες ήταν ακόμη πρόθυμες να δεχτούν σορταρίσματα από την Ennismore. «Ποια εταιρεία κατάφερε ποτέ να ανακάμψει αφού έχει παραδεχθεί ότι είχε μαύρη τρύπα 2 δισ. ευρώ;», διερωτάται ο κ. Πέρι.

Χωρίς αυτά τα τελικά στοιχήματα, παρά το γεγονός ότι εντόπισε τα προβλήματα τόσο νωρίς, η Ennismore θα είχε χάσει χρήματα από το σορτάρισμα της Wirecard συνολικά, λόγω του υψηλού κόστους που είχε το να δανείζεται μετοχές για παρατεταμένη περίοδο. Σε απόλυτες τιμές, λέει ο κ. Πέρι, το fund ύψους 500 εκατομμυρίων δολαρίων που συνδιαχειρίζεται είχε κέρδη περίπου 10 εκατομμυρίων δολαρίων για τους επενδυτές του από τα έξι χρόνια δουλειάς.

«Αξίζει;», λέει. Και συμπληρώνει: «Πρέπει να πω “ναι”, γιατί είμαι ακόμα στην αγορά. Αλλά δεν θα συνιστούσα σε κανέναν να σορτάρει εάν θέλει να ζήσει χωρίς άγχος».

Copyright The Financial Times Limited 2020

© 2020 The Financial Times Ltd. All rights reserved.


© The Financial Times Limited 2024. All Rights Reserved. Not to be redistributed, copied or modified in any way.
mononews.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation.