ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δε θα προβεί σε θεμελιώδεις αναθεωρήσεις σε προτάσεις που χαρακτηρίζουν την πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο ως βιώσιμα, δήλωσε την Τετάρτη η Επίτροπος Χρηματοοικονομικών Αγορών Mairead McGuinness, παρά τις αντιρρήσεις ορισμένων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Επιτροπή συμπεριέλαβε τις επενδύσεις σε φυσικό αέριο και πυρηνικά σε ένα προσχέδιο των κανόνων της για τo taxonomy, τη «ταξινόμηση βιώσιμης χρηματοδότησης» που κυκλοφόρησε στις 31 Δεκεμβρίου, καθώς το μπλοκ επιδιώκει να διαχειριστεί μια στροφή προς την πράσινη ενέργεια και αντιμετωπίζει μια κρίση στον εφοδιασμό με φυσικό αέριο εν μέσω εντάσεων με τη Ρωσία.
«Μπορεί να είμαστε σε θέση να τροποποιήσουμε την πρόταση για να αντιμετωπίσουμε κάποιες αντιρρήσεις», είπε η Mairead McGuinness στη Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Αλλά στην πραγματικότητα έχουμε περιορισμένο περιθώριο ελιγμών». Αύριο Τετάρτη αναμένεται η ανακοίνωση των προτάσεων της Επιτροπής με μικρές τροποποιήσεις μετά τις σχετικές προτάσεις των κρατών μελών.
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, μέλος των Οικολόγων Πρασίνων, δήλωσε την Τρίτη ότι το Βερολίνο θα πρέπει να καταψηφίσει το σχέδιο για την επισήμανση των πυρηνικών σταθμών ως βιώσιμης πηγής ενέργειας, εκτός εάν αλλάξει η πρόταση.
Κατά τη διάρκεια πολλών μηνών έντονων συζητήσεων για τις προτάσεις, η Γερμανία και άλλα μέλη της ΕΕ δήλωσαν ότι απαιτούνται επενδύσεις σε φυσικό αέριο για να τους βοηθήσουν να σταματήσουν να χρησιμοποιούν περισσότερο ρυπογόνο άνθρακα. Άλλοι είπαν ότι η επισήμανση ενός ορυκτού καυσίμου ως πράσινου θα υπονόμευε την αξιοπιστία της ΕΕ καθώς επιδιώκει να είναι παγκόσμιος ηγέτης στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η πυρηνική ενέργεια επίσης δημιουργεί συγκρούσεις. Η Γαλλία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Πολωνία είναι μεταξύ εκείνων που λένε ότι η πυρηνική ενέργεια θα πρέπει να έχει μεγάλο ρόλο στον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη επειδή δεν εκπέμπει αέρια του θερμοκηπίου. Η Αυστρία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και άλλοι είναι αντίθετοι, επικαλούμενοι ανησυχίες για τα ραδιενεργά απόβλητα.
Η τριμερής κυβέρνηση συνασπισμού του Γερμανού Καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, που αποτελείται από τους κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους και τους φιλικούς προς τις επιχειρήσεις Ελεύθερους Δημοκράτες, είναι επίσης διχασμένη στο θέμα.
Κατά τις διαπραγματεύσεις συνασπισμού πέρυσι, τα τρία κόμματα δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σε μια κοινή διατύπωση σχετικά με τους κανόνες για τις πράσινες επενδύσεις της ΕΕ και ως εκ τούτου δεν ανέφεραν το θέμα στη συμφωνία συνασπισμού τους που παρουσιάστηκε τον Νοέμβριο.
Η McGuinness είπε ότι η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο ήταν απαραίτητα ως μεταβατικές τεχνολογίες – “και ως τέτοιες θα επισημαίνονται σαφώς” – στο δρόμο για ένα “καθαρότερο, καλύτερο μέλλον”. «
Σε συνέντευξή της στο Politico, η επίτροπος ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν πρόκειται να πούμε [στους επενδυτές] ότι πρέπει να επενδύσουν στη Χ ή Ψ μορφή ενέργειας. Το σύστημα αυτό αφορά στην ταξινόμηση και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα πυρηνικά και το αέριο μπορούν να προσαρμοστούν σε όρους στην κατηγορία της ταξινομίας». Πρόσθεσε, πως «εναπόκειται στην κοινότητα των επενδυτών και σε όσους ασχολούνται με αυτές τις τεχνολογίες, να αποφασίσουν αν θα συμμορφωθούν με τα standards που θέτουμε και θα επενδύσουν». “Δέχομαι απολύτως πως το φυσικό αέριο είναι ένα ορυκτό καύσιμο – δεν κλείνουμε τα μάτια σε αυτό – ωστόσο είναι πολύ καλύτερο από το να συνεχίσουμε με την χρήση άνθρακα. Ομοίως, η πυρηνική ενέργεια είναι ουδέτερη εκπομπών άνθρακα”, επισήμανε σχετικά η επίτροπος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι η απόφαση να συμπεριληφθούν τα πυρηνικά και το αέριο είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη θα μπορέσει να μεταβεί προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να πετύχει τους κλιματικούς στόχους που έχει θέσει.
Μάλιστα καθιστώντας περαιτέρω σαφείς τις προθέσεις της Επιτροπής, η ίδια δήλωσε πως η Επιτροπή δεν πρόκειται να ξαναγράψει το κείμενο, παρά μόνο εξετάζει τις λεπτομέρειες και παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν, ώστε να γίνουν οι ανάλογες προσαρμογές όπου είναι δυνατόν. Ανέφερε χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, πως πρόκειται «περισσότερο για τροποποιήσεις παρά για ξαναγράψιμο».