Την ανάγκη να συνεχιστούν οι επενδύσεις στο φυσικό αέριο, επισημαίνει το κοινό ανακοινωθέν των υπουργών ενέργειας του G7 που συνεδρίασε το Σαββατοκύριακο που πέρασε στο Σαπόρο της Ιαπωνίας με θέμα την κοινή δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής κρίσης.

Αντίθετα με τις συστάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, που μέσω των Εκθέσεών του, είχε υποστηρίξει ότι δε χρειάζονται άλλες νέες επενδύσεις στο φυσικό αέριο αλλά πρέπει να επιταχυνθεί η ενεργειακή μετάβαση για να πιάσουμε τον στόχο της συμφωνίας των Παρισίων, οι υπουργοί των επτά ισχυρότερων οικονομιών, (Καναδά, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση), έδωσαν έμφαση στις έκτακτες συνθήκες που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι νέες γεωπολιτικές ισορροπίες, όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια.

1

Ειδικότερα, όπως αναφέρουν στο ανακοινωθέν, για το φυσικό αέριο, αναγνωρίζοντας την πρωταρχική ανάγκη για επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης  μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και της μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου, αναφέρουν ότι οι επενδύσεις στον τομέα του φυσικού αερίου ενδείκνυται για την αντιμετώπιση πιθανών ελλείψεων της αγοράς που προκαλούνται από την κρίση. Θέτουν ωστόσο ως προϋπόθεση  να πραγματοποιηθούν με τρόπο συνεπή με τους κλιματικούς   στόχους με έργα που θα ενσωματώνονται στις εθνικές στρατηγικές για την ανάπτυξη χαμηλών εκπομπών άνθρακα και ανανεώσιμο υδρογόνο. Επιβεβαίωσαν τη δέσμευση του G7 να επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές
σε ολόκληρη την αλυσίδα εξόρυξης και παραγωγής ορυκτών καυσίμων έως το 2050. Τόνισαν επίσης την ανάγκη συντονισμού των σχεδίων για τον μετριασμό των κινδύνων που συνδέονται με την απρόβλεπτη στάση της Ρωσίας.

Επίσης, τόνισαν την ανάγκη ο  ΔΟΕ να ενισχύσει τις λειτουργίες και το ρόλο  του για την ασφάλεια εφοδιασμού του φυσικού αερίου,   μέσω του συντονισμού ενός διαλόγου μεταξύ
των χωρών παραγωγής και κατανάλωσης φυσικού αερίου λαμβάνοντας υπόψη τις πιο μακροπρόθεσμες προοπτικές.

Κι αυτό γιατί όπως επισημαίνουν, ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας
επηρεάζει τις ενεργειακές αγορές και την ασφάλεια του εφοδιασμού παγκοσμίως και έχει εντείνει τον ανταγωνισμό εξασφάλιση πόρων. Οι υψηλές τιμές ενέργειας και ο πληθωρισμός είχαν αρνητικό περιβαλλοντικό, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στις οικονομίες και τις ζωές των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, εμποδίζοντάς τους να εξασφαλίσουν προσιτές τιμές ενέργειας με αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής των λιπασμάτων και των τροφίμων.

Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας: Όχι άλλα έργα φυσικού αερίου

Σημειώνεται ότι ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας έδωσε στη δημοσιότητα αναλύσεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τον χάλυβα, το φυσικό αέριο και το υδρογόνο την περασμένη Τετάρτη, ενόψει της συνόδου κορυφής του G7 που έγινε το Σαββατοκύριακο  στην Ιαπωνία, όπου οι υπουργοί ενέργειας από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου συντόνισαν τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

 Σε μια σειρά εκθέσεων  Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προέτρεψε τις χώρες να σταματήσουν τα νέα έργα φυσικού αερίου και πετρελαίου, υποδηλώνοντας ότι η υπάρχουσα προσφορά είναι υπεραρκετή για να καλύψει τη ζήτηση και υποστηρίζοντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί ζωντανό το σενάριο Net Zero Emissions (NZE) που είναι συμβατό με 1.5C.

Βασιζόμενος στα ευρήματα από το 2022 World Energy Outlook (WEO), ο Οργανισμός πρότεινε ότι, «Στο σενάριο μηδενικών εκπομπών, η μείωση στη ζήτηση φυσικού αερίου είναι αρκετά απότομη ώστε να είναι δυνατό να καλυφθεί συνολικά, από τα υπάρχοντα και ήδη εγκεκριμένα έργα».

Η νέα έκθεση του ΔΟΕ για το φυσικό αέριο σημειώνει ότι η ζήτηση φυσικού αερίου αναμένεται να μειωθεί στις προηγμένες οικονομίες σε όλα τα σενάρια και τις βιομηχανίες, εν μέρει χάρη στην αυξανόμενη υποστήριξη στις  επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια.

Στις ΗΠΑ, ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού – η πιο σημαντική νομοθεσία της χώρας για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής που εγκρίθηκε πέρυσι – θεωρείται βασική πολιτική για την αύξηση των κινήτρων για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενέργεια και βιοαέριο. Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, το πακέτο Fit for 55 και πρόσθετες φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα έχουν ήδη συμβάλει στη μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου κατά περίπου 20% κάτω από τα επίπεδα του 2021. Και στην ενεργειακά φτωχή Ιαπωνία, η εστίαση σε καύσιμα χαμηλών εκπομπών όπως η αμμωνία και το υδρογόνο, καθώς και τα κίνητρα για επανεκκίνηση της πυρηνικής ενέργειας αναμένεται να οδηγήσουν σε πτώση της ζήτησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) έως και 40% κάτω από τα επίπεδα του 2021 στο τέλος της δεκαετίας.

Η έγκριση νέων επενδύσεων σε φυσικό αέριο έρχεται σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις του G7 του περασμένου έτους να τερματίσουν τα δημόσια στήριξη για επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα έως το τέλος του 2022, όταν οι υπουργοί αναγνώρισαν για πρώτη φορά που τέτοιες επιδοτήσεις είναι ασυμβίβαστες με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού και την πορεία του 1,5C.

Οι δημόσιες επενδύσεις των χωρών της ομάδας G7 για τα ορυκτά καύσιμα μεταξύ 2020 και 2022 ανήλθαν συνολικά σε τουλάχιστον 73 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, δηλαδή 2,6 φορές παραπάνω από τη στήριξη σε επενδύσεις  για καθαρή ενέργεια κατά την ίδια περίοδο.